Από σήμερα στους
κινηματογράφους, σε επανέκδοση.
Ο Αλμπέρ Καμύ
είχε γράψει: «Αυτοί
που γράφουν ξεκάθαρα έχουν αναγνώστες. Αυτοί που γράφουν δυσνόητα, έχουν
σχολιαστές». Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τις ταινίες.
«Η τελευταία
ταινία» έχει σχολιαστές. Αλλά εγώ, παρά την κάρτα διαπίστευσης που έχω και τον
τίτλο του κινηματογραφικού κριτικού για τον οποίο σεμνύνομαι, αν και σχολιάζω
ταινίες δεν μου αρέσουν οι «ταινίες που έχουν σχολιαστές».
Ένα καουμπόικο
γυρίζεται στο Περού. Τώρα πώς κολλάνε οι λευκοί ηθοποιοί με τους ντόπιους περουβιανούς
με το χρώμα της επιδερμίδας και τα χαρακτηριστικά των απογόνων των Ίνκας οι
οποίοι είναι οι κομπάρσοι, είναι κάτι που δεν με ξενέρωσε. Ούτε και το ότι η
πρωταγωνίστρια είναι περουβιανή. Αυτό που κυρίως δεν μου άρεσε είναι η
αφηγηματική της ασάφεια, γενικό χαρακτηριστικό λίγο πολύ του είδους. Υπήρχαν πολλές
σκηνές που δεν ήξερες αν ήταν σκηνές της ταινίας που γυριζόταν ή εκτός ταινίας.
Κάποιες φορές, επειδή «έδειχναν» περισσότερο προς το «εκτός ταινίας» παρεμβαλλόταν
η λεζάντα «χάθηκε σκηνή». Ναι, ωραίο σκηνοθετικό εύρημα. Όλο αυτό θυμίζει το teatrum mundi, που κάνοντάς του update θα το λέγαμε, cinema mundi, όλος ο κόσμος είναι ένα σινεμά,
με επεισόδια και ρόλους. Σε κάποια σκηνή βλέπουμε τον σκηνοθέτη να απομακρύνει έναν
ηθοποιό που παρεμβαίνει σε ένα «κινηματογραφικό καυγά» για να δείξει στα
πρόσωπα πώς να φαίνονται ότι παίζουν ξύλο χωρίς να παίζουν πραγματικά, γιατί θέλει
το ξύλο να είναι όσο το δυνατόν πιο αυθεντικό, δηλαδή πραγματικό. Άκουσα από
φίλο ότι κάποιοι σκηνοθέτες, θέλοντας το
σεξ να φαίνεται όσο το δυνατόν πιο αυθεντικό, ζητάνε από τους ηθοποιούς να κάνουν
πραγματικό σεξ, σαν να γυρίζουν πορνοταινία. Μπορώ να φανταστώ ότι οι γυναίκες
θα έχουν αντιρρήσεις ενώ οι άντρες θα τρίβουν τα χέρια τους.
Πολλά πλάνα
ήταν αφηγηματικά ασύνδετα μεταξύ τους. Δεν ξέρω αν συνδεόντουσαν νοηματικά, όπως
στο ιδεολογικό μοντάζ του Αϊζενστάιν, αλλά δεν θα κάθιζα να πονοκεφαλιάσω για
να δω μήπως βρω τη σύνδεσή τους.
Το ότι οι
περουβιανοί δοκίμασαν να «γυρίσουν» τη δική τους ταινία, μιμούμενοι τους δυτικούς,
με κάτι σύνεργα φτιαγμένα από καλάμι, μου φάνηκε εντελώς κουφό. Εκτός και αν
ήθελε να υπονοήσει ο σκηνοθέτης ότι ο κινηματογράφος επηρεάζει τόσο τον κόσμο, ώστε
να θέλουν οι θεατές να μεταφέρουν στον πραγματικό κόσμο αυτά που βλέπουν στην
ταινία, τα οποία συνήθως είναι οι βιασμοί και το έγκλημα.
Η ταινία δεν μου άρεσε και για ένα προσωπικό
λόγο: δεν μου αρέσουν οι ταινίες στις οποίες δεν υπάρχει κανένας «καλόψυχος» ηθοποιός
με τον οποίο να μπορώ να ταυτιστώ, ούτε καν η περουβιανή όπως περίμενα αρχικά.
Σε σας που σας
αρέσουν οι ταινίες που έχουν σχολιαστές, σίγουρα θα την απολαύσετε.
No comments:
Post a Comment