Alfred Hitchcock, Ρεβέκα (Rebecca, 1940)
Από σήμερα στους κινηματογράφους
Δεν μου αρέσουν τα θρίλερ, αλλά Χίτσκοκ είναι αυτός, δεν μπορώ να αγνοήσω τις επανεκδόσεις του.
Η ταινία αποτελεί μεταφορά μυθιστορήματος της Δάφνης ντε Μωριέ. Είχα δει παλιά μια ταινία, μεταφορά επίσης μυθιστορήματός της, με ανατριχιαστικό τέλος, δεν θέλω να ψάξω να βρω ποια ήταν αυτή. Έτσι αποφάσισα να δω την ταινία χωρίς κανένα ενθουσιασμό.
Συγκριτολόγος καθώς είμαι, θα τη συγκρίνω με το «Notorious», που παίζεται και αυτή τη βδομάδα.
Και στις δυο ταινίες μου άρεσε πολύ το romance, πιο πολύ από το thriller με το σασπένς της πλοκής.
Και στις δυο ταινίες υπάρχει η εκθαμβωτική παρουσία μιας γυναίκας. Η γυναίκα αυτή εδώ είναι η Joan Fontain. Πολύ όμορφη, πολύ γλυκιά, σχεδόν πάντα χαμογελαστή. Και όμως, δεν θυμάμαι να την έχω δει σε άλλη ταινία.
Τη θυμάμαι όμως πολύ καλά από τα παιδικά μου χρόνια. Ήταν μια από τις ηθοποιούς που έδιναν φωτογραφίες της μαζί με τσίχλες.
Όμως ας αντιγράψω καλύτερα από το βιβλίο μου «Το χωριό μου: από την αυτοκατανάλωση στην αγορά».
«Επειδή ο τζόγος ήταν μέσα στο αίμα μας και τα επί χρήμασι παιχνίδια περιορίζονταν αυστηρά γύρω από τις διακοπές των Χριστουγέννων, είχαμε επινοήσει άλλα παιχνίδια, όπου στη θέση των χρημάτων υπήρχαν άλλα αντικείμενα, όπως μπίλιες (βόλοι), πώματα από αναψυκτικά που τα λέγαμε «σιντεράκια» και φωτογραφίες ηθοποιών. Οι μπίλιες και τα πώματα παίζονταν μόρδο και πάσο, οι δε φωτογραφίες πάσο και κουρκουνιστά, το αντίστοιχο του κορώνα-γράμματα στις δεκάρες….
Οι φωτογραφίες παίζονταν πάσο ως εξής: Φτιάχναμε μια μικρή σειρά με χώμα, και πάνω εκεί τις στήναμε όρθιες, καρφώνοντας τις. Μετά «μπροκώναμε», πετούσαμε δηλαδή τα μπαλέτρια μας (πέτρες πλακωτές) προς μια γραμμή, που ήταν στην απέναντι πλευρά, και σε κάποια απόσταση. Όποιου το μπαλέτρι έπεφτε πιο κοντά στη γραμμή, έπαιζε πρώτος. «Ξάμωνε» (σημάδευε) με το μπαλέτρι του και το πετούσε. Αν αυτό συμπαράσερνε στην πτώση του μια φωτογραφία, του ανήκε, όπως και όλες όσες βρίσκονταν δεξιά. Μετά έπαιζε ο επόμενος.
Κυκλοφορούσαν ανάμεσα μας η Βουγιουκλάκη γεμάτη γρατζουνιές, ο Μπάρκουλης με ένα μάτι, η Λάσκαρη με χαραγμένο το στήθος, ο Κακκαβάς με σπασμένο κεφάλι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ανταλλακτική τους αξία μειωνόταν στο ελάχιστο. Αρκεί η φωτογραφία να μην ήταν σκισμένη.
Αυτά τα παιχνίδια κράτησαν μέχρι τα 15 μας».
Μια από τις φωτογραφίες που κυκλοφορούσαν τότε ήταν και της Joan Fontain.
Η οποία πέθανε όπως ήθελε να πεθάνει και ο Ποκοπίκο: σε βαθιά γηρατειά.
Πέθανε 96 χρόνων.
Με συνεπήρε η ερμηνεία της, και βέβαια και του Λώρενς Ολιβιέ, αγαπημένου μου ηθοποιού και προπαντός του φίλου μου του Πωλ. Όμως οι σκηνές με αυτήν είναι πολύ περισσότερες από τις σκηνές με τον Ολιβιέ.
Για την πλοκή δεν είπα.
Όμως να μη γράφω τώρα το στόρι, μπορείτε να το διαβάσετε στον σύνδεσμο της βικιπαίδειας, να σας πω μόνο ότι είναι συναρπαστικό, με τη μια ανατροπή να τη διαδέχεται μια άλλη.
Και πώς τελειώνει η ταινία;
Α, όλα κι όλα, όπως ο Ποκοπίκο είναι τάφος στα μυστικά, έτσι κι εγώ δεν πρόκειται να σας πω. Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι είναι παρόμοιο με αυτό του «Notorious».
No comments:
Post a Comment