Book review, movie criticism

Sunday, June 4, 2023

F.W. Sieber, Ταξιδεύοντας στη νήσο Κρήτη το 1817

F.W. Sieber, Ταξιδεύοντας στη νήσο Κρήτη το 1817 (μετ. Δ. ΜΟΥΣΤΡΗ, Ιστορητής 1994, σελ. 306

 


  Τώρα έψαξα για τον συγγραφέα στη βικιπαίδεια, και βλέπω έναν ακόμη μεγάλο τού πνεύματος να πεθαίνει σε ψυχιατρείο. Θλιβερό αλήθεια. Θα αναφερθώ και σε κάποιον άλλο παραθέτοντας αποσπάσματα.

  Ο φίλος μου ο Γιώργης ο Μανιαδάκης μου είπε, σε τηλεφωνική συζήτηση που είχαμε: -Μα γιατί να το αγοράσεις, αφού το έχω, θα σου το δάνειζα.

  Πού να το φανταστώ.

  Το βρήκα διαβάζοντας για τα βιβλία που έστειλαν στο περιοδικό της Αδελφότητας Κρητών Ρόδου «Του Ψηλορείτη οι στράτες» (ευχαριστώ πολύ τον Γιάννη Νιωτάκη που μου το στέλνει ανελλιπώς), και δεν φανταζόμουν ότι πρόκειται για παλιό βιβλίο που θα το είχε ο Γιώργης, δάσκαλος και συγγραφέας και ο ίδιος, με μεγάλο ενδιαφέρον για την ιστορία, τη γλώσσα και τη λαογραφία του τόπου μας.

  O Ζίμπερ, αυστριακός που γεννήθηκε στην Πράγα, είναι κατά βάση βοτανολόγος. Μιλάει αρκετά για φυτά που μάζεψε στην Κρήτη, πολλά από τα οποία έχουν θεραπευτικές ιδιότητες. Αυτό του έδωσε τη δυνατότητα να συμβουλεύσει ως γιατρός αρκετούς ασθενείς, πράγμα που υπήρξε και το διαβατήριό του για να περιοδεύσει την Κρήτη, γιατί το σουλτανικό φιρμάνι που είχε μαζί του ήταν ελλιπές, οι πασάδες είχαν πρόβλημα να του επιτρέψουν να ταξιδέψει.

  Το πιο σημαντικό για μένα είναι οι αφηγήσεις και οι περιγραφές της καταπίεσης που υφίσταντο οι προπάπποι μας από τους τούρκους, για τις οποίες αγανακτεί. Αγανάκτησα κι εγώ τόσο πολύ διαβάζοντάς τις, καθώς κάποια πράγματα δεν τα ήξερα, που, σε συνδυασμό με τις απειλές που εκτοξεύει τόσο συχνά η Τουρκία εναντίον μας, αυθόρμητα μου ήλθε στο νου η παράφραση: Turcia delenda est. Είπαμε, εκτός από το χόμπι μου να ανιχνεύω ιαμβικούς 15σύλλαβους σε πεζά κείμενα έχω και το χόμπι της παράφρασης.

  Και κάτι επίσης που δεν ήξερα: κρυπτοχριστιανοί δεν ήσαν μόνο χριστιανοί που ασπάστηκαν τον μουσουλμανισμό για διάφορους λόγους ενώ εξακολουθούσαν να μένουν πιστοί στην πατροπαράδοτη πίστη τους (η οικογένεια των Κουρμούληδων είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση), αλλά και τούρκοι που είχαν προσηλυτιστεί. Καθώς πολλοί τούρκοι παντρεύονταν χριστιανές (το επιτρέπει η θρησκεία τους, το αντίθετο δεν επιτρέπεται, μουσουλμάνα να παντρευτεί χριστιανό), τα παιδιά τους, βρισκόμενα περισσότερο κάτω από την επιρροή της μάνας τους, ασπάζονταν κρυφά τον χριστιανισμό.

  «Η συνήθεια των νεαρών Τούρκων να διαλέγουν όμορφες Ελληνίδες ή να τις παίρνουν με τη βία, για να τις κάνουν γυναίκες τους, αποτελεί και τη βασική αιτία που ο Χριστιανισμός εισέβαλε σε τόσο πολλές τούρκικες οικογένειες, όχι μόνο στον Χάνδακα, αλλά και σε άλλες περιοχές της Κρήτης. Επιπλέον, μέλη ενετικών οικογενειών, των οποίων η καταγωγή είναι αδιαμφισβήτητη, προσποιούνταν τους Μωαμεθανούς, για να διασφαλίσουν την ιδιοκτησία τους κατά τη διάρκεια της κατάκτησης του νησιού» (σελ. 163).

  Και πιο κάτω:

  «Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς έναν Τούρκο που πρόσκειται στο Χριστιανισμό· η συμπεριφορά του αλλάζει εντελώς και τον προδίδει» (σελ. 163).

  Υπάρχει και κάτι ακόμη, αρκετά σημαντικό: οι ενσωματωμένες αφηγήσεις. Είναι πολύ συναρπαστικές, ιδιαίτερα η αφήγηση για το πώς έσωσε τον συνοδό του τον Γιώργη.

  «Ο Γιώργης, παρά τα σφάλματά του, άξιζε την καλοσύνη των συμπατριωτών του, γιατί, όπως είπα, ήταν ο πρώτος που έφερε τα εμβόλια στην Κρήτη [δαμαλισμός] κι έσωσε πολλές χιλιάδες παιδιά από θανατηφόρα ευλογιά που μαινόταν συχνά σ’ αυτά τα μέρη» (σελ. 217).

  Θα διαβάσουμε αρκετά για τις κακίες, τις πονηριές και τις μικρότητες κάποιων ανθρώπων, αλλά και τη μεγαλοψυχία και την καλοσύνη κάποιων άλλων.  

  Πολύς λόγος γίνεται για την πανούκλα.

  «Με συμβούλεψε να μην αγγίζω τους ανθρώπους στο δρόμο, ειδικά τους χωριάτες, γιατί η πανούκλα ήταν σε έξαρση στο δυτικό μέρος του νησιού, στην περιοχή του Κισσάμου, και σκότωνε καθημερινά πάνω από είκοσι άτομα» (σελ. 81).

  Και πιο κάτω:

  «Πολλά χωριά είχαν μείνει με το μισό τους πληθυσμό και όσοι έρχονταν απ’ αυτές τις περιοχές, τους σταματούσαν πριν πλησιάσουν την πόλη (σελ. 122).

  Ακόμη:

  «Το γράμμα το είχε γράψει ο ίδιος ο επίσκοπος, γιατί δεν είχε μείνει κανένας άλλος ζωντανός στο σπίτι» (σελ. 150).

  Πάνω από πέντε άτομα ήσαν στο σπίτι του.   

  Φαντάζεστε πόσο τρομερό είναι αυτό, σε σύγκριση με τους 100 τόσους νεκρούς που είχαμε στην Ελλάδα των δέκα εκατομμυρίων στην κορύφωση της πανδημίας.

  Όπως είναι φυσικό, υπάρχει άφθονο φωτογραφικό υλικό με σχετικές φωτογραφίες, χαρτών της εποχής αλλά και ανθρώπων, όχι βέβαια της εποχής μια και η φωτογραφία εφευρέθηκε αργότερα αλλά λίγο μεταγενέστερες, χαρακτηριστικές όμως.

  Πριν προχωρήσω παραθέτοντας αποσπάσματα, θα συστήσω ανεπιφύλακτα αυτό το βιβλίο σε κάθε κρητικό, αλλά και όχι μόνο. Είναι μορφωτικό σαν περιεχόμενο και απολαυστικό σαν αφήγηση.

  «Σε περίπτωση επίθεσης [Μανιατών πειρατών] προσφέρθηκα να είμαι κοντά στο καλάθι με την άμμο, μια και θα μπορούσαμε ν’ αμυνθούμε καλύτερα, ρίχνοντας άμμο στα μάτια τους, παρά χρησιμοποιώντας τις σκουριασμένες σπάθες και τα μουσκέτα» (σελ. 50).

  Κοίτα να δεις!!!

  «Καθώς ήταν γιατρός του πασά και δικός τους, τον άφηναν να περνάει, αφού κλείδωναν μέσα τις γυναίκες» (σελ. 64).

  Και πιο κάτω:

  «Πρέπει παρεμπιπτόντως να πω ότι κανένας Ευρωπαίος δεν πρέπει να επιχειρήσει να κάνει βόλτες στην ταράτσα… αν υπάρχουν τουρκικά σπίτια γύρω, γιατί από εκεί πάνω φαίνονται οι αυλές και τα δωμάτια, οπότε και μπορεί να δει κανείς τις γυναίκες να κάνουν τις καθημερινές τους δουλειές με ακάλυπτο πρόσωπο» (σελ. 101).

  Εμείς δεν έχουμε πρόβλημα να κοιτάζουν άλλοι τις γυναίκες μας, αρκεί να μην τις πηδήξουν. Τελικά οι πιο ζηλιάρηδες του κόσμου είναι οι μουσουλμάνοι.

  «Πέρασαν δεκατρείς δίσκοι από μπροστά μου και το κουδούνισμα από τα λεφτά δε σταματούσε» (σελ. 71).

  Θυμήθηκα που ο πατέρας μου γυρνούσε αγανακτισμένος από την εκκλησία κάθε Κυριακή, γιατί έβγαλαν τρεις τέσσερις δίσκους και όχι έναν. Φτωχοί είμασταν, όπως και οι περισσότεροι χωριανοί, ήταν ένα οικονομικό βάρος αυτοί οι δίσκοι. Εγώ πρόλαβα δύο δίσκους. Σήμερα δεν υπάρχουν.

  «Κανένας από τους δίσκους δε γέμισε, ίσως μάλιστα ολόκληρο το ποσό που συγκεντρώνεται όλες τις Κυριακές και τις γιορτές του χρόνου, να μην ισοδυναμεί με την πραγματική αξία των δίσκων» (σελ. 71).

  Οι δεκατρείς δίσκοι ήσαν στην μητρόπολη. Έμμεσο αντικληρικαλιστικό σχόλιο του Ζίμπερ, για τον πλούτο και τη χλιδή της εκκλησίας.

  «Δεν υπάρχουν καθόλου μουσικά όργανα και, αν και το εκκλησιαστικό όργανο είναι ελληνική εφεύρεση, δεν το εκτιμούν, υποτιμώντας έτσι και τους ίδιους τους εαυτούς τους. Η αντιπάθεια αυτή προέρχεται από ένα φανατικό μίσος προς τη Δυτική Εκκλησία η οποία και το χρησιμοποιεί» (σελ. 72).

  Δεν ήξερα ότι το εκκλησιαστικό όργανο είναι ελληνική εφεύρεση.

  «Οι Τούρκοι φαίνεται πως δε θεωρούν τίποτε άλλο ιερό εκτός απ’ το χαρέμι, τους νεκρούς και τους τρελούς» (σελ. 93).

  Δεν έχω μόνο το χόμπι να παραφράζω, αλλά και να κάνω δικά μου ευφυολογήματα, όπως: Το μπουρδέλο είναι το χαρέμι του φτωχού.

  «Κάθε Πέμπτη απόγευμα οι Τούρκοι λειτουργούν το τζαμί και κατά τις οκτώ αρχίζουν να ωρύονται. Ο κόσμος, όπως συμβαίνει και στις δικές μας λιτανείες, ανταποκρίνεται μ’ έναν εκκωφαντικό θόρυβο που κάνει το τζαμί να τρέμει ολόκληρο. Πρώτα πρώτα καταριούνται τους άπιστους οι οποίοι έχουν χάσει το αληθινό φως και γι’ αυτό έχουν στερηθεί τη γνώση της σοφίας. Ύστερα προσεύχονται, ζητώντας να τυφλωθούμε και ν’ αλληλοκαταστραφούμε. Τέλος, ικετεύουν τον Μωάμεθ ν’ ανοίξει τις άπιστες καρδιές μας με τη δύναμη του σπαθιού του» (σελ. 108-109).

  Φυσικά παίρνει η μπάλα και τον ίδιο τον Ζίμπερ, μια και, σαν καθολικός, είναι κι αυτός άπιστος.

  «Με σύστησε σ’ έναν από τους φίλους του, τον Μανώλη, έναν καλόκαρδο και τίμιο Έλληνα του οποίου ο καλός χαρακτήρας αντικατοπτριζόταν στο πρόσωπό του» (σελ. 112).

  Πιστεύω ότι είμαι κι εγώ καλός φυσιογνωμιστής. Από το πρόσωπο μπορώ να καταλάβω περίπου τον χαρακτήρα κάποιου.

  «Εργάζονται όλη την ημέρα, για να καταβροχθίσουν οι Τούρκοι το μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς τους» (σελ. 116).

  Και πιο κάτω:

  «…κάποιοι Τούρκοι είχαν εισβάλλει στη μονή. Είχαν αρπάξει τα αποθέματα σε ψωμί, κρέας και κρασί, για να καλύψουν τις ανάγκες τους, ενώ περίμεναν ανυπόμονα τη συγκομιδή που πλησίαζε. Κάθε Τούρκος θεωρούσε τον εαυτό του αφέντη της περιουσίας του μοναστηριού…» (σελ. 151).

  Τα μοναστήρια ήταν στο έλεος των τούρκων.

  «…φτάσαμε σ’ ένα πολύ περιποιημένο ερημητήριο. Ο ερημίτης, ένας εύθυμος γέρος καλόγερος…» (σελ. 117).

  Συχνά νιώθω τον εαυτό μου σαν ερημίτη. Θα μπορούσα να ζήσω σ’ ένα ερημητήριο, πολύ περιποιημένο όμως, όπως εκείνου του ερημίτη, έχοντας όμως κινητό και σταθερό τηλέφωνο, έναν υπολογιστή και ένα τάμπλετ.

  «…οι πύλες κάθε τουρκικής πόλης κλείνουν με τη δύση ακριβώς του ηλίου, με αποτέλεσμα συχνά οι ξένοι ν’ αναγκάζονται να διανυκτερεύσουν στο πλησιέστερο χωριό» (σελ. 120).

  Άραγε και επί ενετοκρατίας έτσι ήταν;

  Βαριέμαι να το ψάξω, αν ξέρει κανείς ας κάνει σχόλιο.

  «Η αυθόρμητη ειλικρίνειά του με έκανε να τον ρωτήσω χαμογελώντας, αν τον είχαμε πιάσει ποτέ αιχμάλωτο. Το ομολόγησε και μου μίλησε με καλά λόγια για τον τρόπο που συμπεριφέρονται στους αιχμαλώτους, ειδικά τώρα στη Ρωσία» (σελ. 124).

  Κρατώ την υπόσχεσή μου: Ο Γεώργιος Βιζυηνός που έγραψε τον «Μοσκώφ Σελήμ», έναν τούρκο που εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο που του φέρθηκαν οι ρώσοι όταν αιχμαλωτίστηκε, πέθανε κι αυτός σε φρενοκομείο.

  «…στο επόμενο πανδοχείο πληρώσαμε τρία γρόσια για το τίποτα, επειδή λίγο πριν ένας Τούρκος είχε ζητήσει από τον Έλληνα ξενοδόχο “εικοσιτέσσερα γρόσια δώρο”. Οι Τούρκοι με τη βάρβαρη νοοτροπία τους είναι συχνά πρόξενοι τέτοιων εκβιασμών στο νησί…» (σελ. 135).

  Και κάτι ακόμη, που δεν ήξερα:

  «Στους Έλληνες απαγορεύεται να μπουν έφιπποι στην πόλη και τους υποχρεώνουν να ξεπεζέψουν. Στους Ευρωπαίους επιτρέπεται, αλλά μόνο με πληρωμή. Οι Τούρκοι, πλούσιοι ή φτωχοί, περνούν ελεύθεροι… Ακόμα και οι επίσκοποι και οι ηγούμενοι… αναγκάζονται να ξεπεζέψουν και να δώσουν τα μουλάρια τους στους υπηρέτες τους. Αυτή είναι μια απ’ τις πιο οφθαλμοφανείς ταπεινώσεις για το ελληνικό έθνος. Γενικά, δεν επιτρέπουν στους Έλληνες να ιππεύουν στους δρόμους. Ένας χωριάτης κάποτε…» (σελ. 134-136).

  Δεν θέλω να τραβήξει η ανάρτηση σε μάκρος, αν είστε περίεργοι να μάθετε τι έπαθε αυτός ο χωριάτης δεν έχετε παρά να αγοράσετε το βιβλίο.

  «Ο πλουσιότερος Έλληνας δε διαθέτει καμιά προστασία από τις προσβολές του φτωχότερου Τούρκου ζητιάνου» (σελ. 139).

  Καταλαβαίνεται τώρα γιατί η παράφραση.

  «Ο πασάς είχε πάρει απ’ τον Στελιανάκη με τη βία και στο ένα τρίτο της αξίας του το άνετο σπίτι του στο λιμάνι επειδή του άρεσε» (σελ. 139).

  Η Κρήτη απελευθερώθηκε τέλος του 19ου αιώνα, και έτσι υπήρχαν ακόμη μνήμες. Ο πατέρας μου μού είπε ότι, αν σε έναν τούρκο άρεσε το χωράφι κάποιου, του έστελνε γραφή με το ποσό που πρόσφερε για την αγορά του και μια σφαίρα μαζί. Ας τολμούσε να μη του το πουλήσει.

  «Ακόμα και οι Τούρκοι του Ρεθύμνου είναι λιγότερο βάρβαροι» (σελ. 140).

  Για τον Ζίμπερ οι τούρκοι είναι βάρβαροι, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο.

  «Λυπήθηκα, πάντως, που τον έδιωξα, γιατί είχε καλό χαρακτήρα, συμπεριφερόταν το ίδιο σε Έλληνες και Τούρκους, και είχα την υποψία πως ήταν στα κρυφά Χριστιανός» (σελ. 142).

  Έγραψα και πιο πάνω για τους κρυπτοχριστιανούς.

  «…ήξερα ότι η παραμικρή υποψία που δημιουργεί ένας Τούρκος για την πίστη του, τιμωρείται στη στιγμή, συνήθως με θάνατο» (σελ. 160).

  Αυτό το ξέρω, η ποινή για έναν μουσουλμάνο όταν αλλαξοπιστήσει είναι θάνατος. Μου το είπε, πριν πολλά χρόνια, η φίλη μου η Ελένη η Κονδύλη, καθηγήτρια αραβικού πολιτισμού. Τώρα γιατί μου το είπε, είναι θέμα προσωπικό. 

  «Σ’ αυτό το σημείο, ωστόσο, δεν μπορώ να [μην] εκθειάσω την τιμιότητα και τη διακριτικότητα των Ελλήνων, γιατί όσα άκουσα απ’ αυτούς, με έπεισαν ότι από αγάπη για τη θρησκεία τους και μόνο – στην οποία είναι πολύ αφοσιωμένοι-είναι διατεθειμένοι να υποφέρουν κάθε είδους ταλαιπωρίες παρά να προδώσουν έναν Κρυπτοχριστιανό» (σελ. 161).

  «Μου είπε ότι ήταν πολλοί οι Κρυπτοχριστιανοί όχι μόνο στην Κρήτη, αλλά και σε πολλά άλλα μέρη της Τουρκίας» (σελ. 161).

  Αυτό το ήξερα.

  «Η κατάσταση των Ελλήνων θα ήταν σίγουρα πολύ πιο αξιοθρήνητη, αν ένας μικρός, αλλά σταθερός αριθμός Τούρκων δεν ήταν κρυφά Χριστιανοί ή τουλάχιστον δεν έτειναν προς το Χριστιανισμό. Αυτοί, όχι μόνο δίνουν κάποια ανακούφιση, όπου μπορούν, αλλά θανατώνουν και τους κακοήθεις Τούρκους που μεταχειρίζονται υπερβολικά άσχημα τους Έλληνες· Έχω αδιάσειστες μαρτυρίες και γι’ αυτό το γεγονός. Αν οι Τούρκοι υποψιαστούν έναν Κρυπτοχριστιανό, μπορεί αυτός σύμφωνα με το Κοράνι να υπερασπίσει τον εαυτό του, τραβώντας το σπαθί του και ζητώντας να φέρουν μπροστά του αυτόν που τον κατηγορεί. Ο τελευταίος όμως, είτε Έλληνας είτε Τούρκος, βάζει σε κίνδυνο τη ζωή του και προκαλεί το μίσος και την εκδίκηση των υπολοίπων, γι’ αυτό και προτιμά να σιωπήσει (σελ. 162).

  Και αν πρόκειται για γυναίκα, για ανήμπορο ή για γέρο; Τι λέει γι’ αυτό το κοράνι;

  «Σε κανένα Έλληνα δεν επιτρέπεται να περπατά κρατώντας μπαστούνι στον Χάνδακα, και αν κάνει κάτι τέτοιο, δεν πρόκειται ν’ αποφύγει την προσβολή ή την κακομεταχείριση. Μόνο το δίκαιο της φιλοξενίας προστατεύει τον Ευρωπαίο, όταν βαδίζει κρατώντας μπαστούνι» (σελ. 168).

  Αλίμονο στους γέρους!!!

  Έχω κρατήσει και το μπαστούνι που κρατούσε η μητέρα μου και το μπαστούνι που κρατούσε ο πατέρας μου.

  «Συμφορά στη χώρα, που οι γιατροί της δεν έχουν καθαρή συνείδηση» (σελ. 176).

  Σε τι ποσοστό; Γιατί δεν μπορεί να είναι όλοι με βρώμικη συνείδηση. Για γιατρούς με βρώμικη συνείδηση, στην καλύτερη περίπτωση έχουμε ακούσει, στη χειρότερη έχουμε γνωρίσει.

  «Πουθενά δεν είχα ξαναδεί τόσες πολλές έρημες εκκλησίες και παρεκκλήσια. Κάθε Τούρκος που προφέρει μέσα σε μια χριστιανική εκκλησία τις λέξεις “υπάρχει μόνο ένας Θεός και ο Μωάμεθ είναι ο προφήτης του” τη βεβηλώνει. Από τότε και στο εξής δε γίνεται λειτουργία, γιατί θεωρείται ότι προσβάλλει το Μωαμεθανισμό. Μ’ αυτόν τον τρόπο λέγεται ότι οι Τούρκοι έχουν περιορίσει τον πολύ μεγάλο αριθμό εκκλησιών» (σελ. 194).

  Έξυπνος τρόπος.

  Όπως και για να πάρει διαζύγιο ένας μουσουλμάνος δεν έχει παρά να πει τρεις φορές «Σε χωρίζω, σε χωρίζω, σε χωρίζω». Με βάση τη σαρία αυτό.

  «Σαπούνι με νερό, το οποίο και ενήργησε καταπληκτικά ως εμετικό» (σελ. 206).

  Το έγραψα για να μην το ξεχάσω, αχρείαστο να μου είναι.

  «Το Δεκέμβριο του 1815 είχε γίνει σεισμός 6,7 Ρίχτερ, ο οποίος κατέστρεψε ένα μέρος της Ιεράπετρας και προκάλεσε ζημιές στο μοναστήρι Τοπλού» (σελ. 227).

  Τι να έγινε άραγε στο χωριό μου, το Κάτω Χωριό, που βρίσκεται ενδιάμεσα;

  «Πρώτη φορά έβλεπα τόση φτώχεια και ευτυχία μαζί. Είναι αμφίβολο αν οι κάτοικοι έχουν φορέσει ποτέ καινούριο ή ολόκληρο ρούχο, γιατί τα κουρέλια τους σου έδιναν την εντύπωση ότι ανήκαν στους προπαππούδες τους και ακόμα παλαιότερα· η χαρούμενη όμως όψη τους τούς αποζημίωνε» (σελ. 232).

  Ήταν όλοι τους φτωχοί, γι’ αυτό. Αν ζούσαν ανάμεσα σε πλούσιους είμαι σίγουρος ότι δεν θα ένιωθαν και τόσο ευτυχισμένοι.

  Για τους ίδιους γράφει πιο κάτω:

  «Με συγκίνησε αυτή η ανιδιοτέλεια σε συνδυασμό με τη φτώχεια τους και πείστηκα για την αλήθεια της άποψης ότι ο άνθρωπος, τηρουμένων των αναλογιών, συνήθως είναι γενναιόδωρος όταν είναι φτωχός» (σελ. 232).

  Θα συμφωνήσω.

  Και πιο κάτω:

  «Αλλά με έπιασε μελαγχολία, βλέποντας τόσο μεγάλη φτώχεια, συνδυασμένη με τόσο μεγάλη ανιδιοτέλεια» (σελ. 252).

  Αυτοί είναι οι κρητικοί.

  «…Έβαλε το χέρι του στο κεφάλι, για να μου δείξει ότι του ήμουν αγαπητός…» (σελ. 234).

  Ενδιαφέρον λαογραφικό στοιχείο. Η ίδια κίνηση μας είναι γνωστή ως «πω πω!!! τι ξέχασα».

  «Είναι βρόμικο [το μοναστήρι Τοπλού, το πλούσιο δηλαδή μοναστήρι], γιατί δεν συνηθίζεται ν’ ασβεστώνουν τους τοίχους, πράγμα που αποτελεί προνόμιο των Τούρκων. Το μοναστήρι που ασβεστώνεται οποιοδήποτε σημείο του χωρίς άδεια πληρώνει ένα σημαντικό πρόστιμο. Τα τζαμιά είναι πάντα καθαρά, άσπρα και περιποιημένα. Οι ελληνικές εκκλησίες, αντίθετα, πρέπει να φαίνονται βρώμικες μέσα κι έξω. Αν κάποιο εκκλησάκι είναι όμορφα ασβεστωμένο, ακόμα κι αν έχει δοθεί άδεια έναντι υψηλού τιμήματος, θα αποτελεί αιτία χρηματικών απαιτήσεων και θα εκθέτει το μοναστήρι στις ατέλειωτες ενοχλήσεις των Τούρκων και στο μίσος τους. Το βάψιμο μιας εκκλησίας με χρώματα θα αποτελούσε το μεγαλύτερο έγκλημα που θα μπορούσε να διαπραχθεί» (σελ. 235-236).

  Ανάλογα διάβασα πιο κάτω και για τα καμπαναριά.

  «Η περιέργεια, ένα κληρονομικό ελάττωμα των Κρητικών» (σελ. 264).

  Δεν μπορώ, θα το γράψω το ανέκδοτο.

  Ο κρητικός, καθισμένο στο πεζούλι του σπιτιού του, ρωτά τον κινέζο τουρίστα που ξέρει ελληνικά.

  -Πώς σε λένε;

  -Τζανγκ Γιμόου.

  -Α… και σε λίγο:

  -Και από πού είσαι;

  -Από την Κίνα.

  -Α…

  -Και από ποιο χωριό της Κίνας;

  -Από το Τζιατεντσούν (Κάτω Χωριό).

  -Και τίνος είσαι από το Τζιατεντσούν;

  Ξέρετε πόσες φορές μου έχουν κάνει την ερώτηση, αφού έχω πει το όνομά μου και από ποιο χωριό είμαι:

  -Και τίνος είσαι από το Κάτω Χωριό;

  «Ο γιος ενός Τούρκου παραπονέθηκε στο συνοδό μου ότι το τελευταίο Μπαιράμ ήταν απαίσιο. “Σκέψου μόνο”, είπε, “ότι δεν πυροβόλησαν ούτε έναν Έλληνα· παλιά ήταν καλύτερα να βλέπεις τους Έλληνες ξαπλωμένους στο χώμα”» (σελ. 173-275).

  Να το ξαναπώ: καταλάβατε τώρα για ποιο λόγο η παράφραση;

  Και ένα τελευταίο:

  «Η Νιος [Ίος] είναι επίσης αξιοσημείωτη, επειδή εκεί πέθανε ο Όμηρος» (σελ. 283).

  Αυτό δεν το ήξερα.

  Είπαμε, έχω σαν χόμπι να ανιχνεύω ιαμβικούς 15σύλλαβους σε πεζά κείμενα. Εδώ έπεσε στην αντίληψή μου μόνο ένας:

Έμποροι που περίμεναν μια τέτοια ευκαιρία (σελ. 121).

 

No comments: