Κώστας Μαζάνης, Blessing in disguise (2023)
Τελικά ανάρτησα στο blog, αλλά ξέχασα να κοινοποιήσω στις ομάδες στο facebook.
Από την Πέμπτη που μας έρχεται (16 Μάη) στο Στούντιο.
Ένας τίτλος μπορεί να είναι προτρεπτικός, αλλά και αποτρεπτικός.
Πόσοι θα πήγαιναν να δουν μια ταινία με τον τίτλο «Λεσβία»;
Και όμως, αυτός είναι ο τίτλος του μυθιστορήματος του Βαγγέλη Ραπτόπουλου του οποίου η «Μεταμφιεσμένη ευλογία» του Κώστα Μαζάνη αποτελεί μεταφορά.
Όμως αυτό το είδα στο τέλος.
Και θα πάω να το αγοράσω.
Κάποια πράγματα στην ταινία μου φάνηκαν ασαφή, ιδιαίτερα το τέλος. Ίσως με το μυθιστόρημα τα διευκρινίσω.
Αυτό που είδα ήταν σκηνές λεσβιακού έρωτα.
Εν τάξει, δεν με απωθεί ο λεσβιακός έρωτας στην οθόνη σε αντίθεση με τον ομοφυλόφιλο, τον αντρικό. Στο κάτω κάτω βλέπεις όμορφα κορίτσια.
Και οι δυο πρωταγωνίστριες της ταινίες είναι πολύ όμορφες.
Αλλά δεν θα έβλεπα ποτέ τσόντα με λεσβιακό έρωτα.
Δεν είναι του γούστου μου.
Υπάρχει τριτοπρόσωπη αφήγηση, μονόλογος, αλλά και διαλογική συζήτηση με σκέψεις και αντιλήψεις.
Ακούσαμε:
«Ο πληρωμένος έρωτας είναι ο πιο έντιμος έρωτας».
Έρωτας δεν είναι, αλλά είναι μια έντιμη συναλλαγή.
Και:
«Οι μόνες έντιμες γυναίκες είναι οι πουτάνες».
Προφανώς με την έννοια ότι η συναλλαγή είναι ολότελα ξεκάθαρη.
Και που αν δώσεις κάτι παραπάνω, μπορεί να το εισπράξεις με κάτι παραπάνω.
Ακούμε και για την καταστροφική επίδραση που έχουν κάποιες μανάδες στις κόρες τους και στους γιους τους, πράγματα γνωστά.
Πολύ μου άρεσε μια σκηνή, ένα μονόπλανο κάπου δυόμισι λεπτά, με τη Μελίνα με γυμνά στήθη να ορχείται κάτω από τους ήχους ενός δημοτικού τραγουδιού.
Όμως αλήθεια δεν κατάλαβα πού κολλάει το δημοτικό τραγούδι σε μια ταινία με τέτοιο θέμα. Το λέω γιατί ακούσαμε συχνά δημοτική μουσική σαν μουσική υπόκρουση.
Θα διαβάσω το βιβλίο και θα συνεχίσω.
Λέω να πεταχτώ αύριο να το πάρω από την Πρωτοπορία.
Το πήρα μεθαύριο (χθες, Σάββατο) γιατί την Παρασκευή έβρεχε, και το διάβασα μονορούφι.
Είπα να κάνω ξεχωριστή ανάρτηση, αλλά σκέφτηκα ότι καλύτερα είναι να κάνω αυτό που κάνω πάντα, ή τσόντα στην ανάρτηση για την ταινία, ή η ταινία τσόντα στην ανάρτηση για το βιβλίο.
Εδώ μπορεί κανείς να δει πιο καθαρά τη διαφορά της λογοτεχνίας από τον κινηματογράφο.
Οι ερωτικές σκηνές στον κινηματογράφο είναι πιο διεγερτικές από ό,τι στο μυθιστόρημα, όπου περισσότερο θαυμάζεις τη λογοτεχνικότητα της γραφής. Βέβαια πριν τον κινηματογράφο για να «απολαύσει» κανείς ερωτικές σκηνές, η λογοτεχνία, είτε ροζ είτε υψηλή, ήταν μονόδρομος. Το ίδιο συνέβη και με την ταξιδιωτική λογοτεχνία, όπου τα διάφορα ταξιδιωτικά ντοκιμαντέρ την έχουν υποκαταστήσει. Συντηρείται μόνο χάρη στη λογοτεχνικότητα της γραφής, όπως π.χ. στα ταξιδιωτικά του Γιώργου Βέη.
Υπάρχουν αναπόφευκτα οι διαφορές με το μυθιστόρημα. Το τέλος (που δεν θα το μαρτυρήσουμε) δεν υπάρχει στο μυθιστόρημα.
Οι αφηγηματικοί «τάκοι» για τους οποίους μιλάει ο Ουμπέρτο Έκο στη λογοτεχνία συχνά απουσιάζουν τόσο πολύ στον κινηματογράφο ώστε δημιουργείται μια αφηγηματική ασάφεια. Κάποια πράγματα θα τα είχα κατανοήσει καλύτερα αν είχα διαβάσει πρώτα το μυθιστόρημα, αλλά δυστυχώς μόνο στο τέλος της ταινίας είδα ότι πρόκειται για κινηματογραφική μεταφορά μυθιστορήματος.
Τέλος, η ταινία είναι πιο «σεξουαλική» από το μυθιστόρημα, καθώς κάποιες σκηνές που δεν είναι σεξουαλικές, απλά τρυφερά ερωτικές, ο Μαζάνης τις κάνει σεξουαλικές. Προσθέτει και σκηνές που δεν υπάρχουν στο βιβλίο, όπως το τρίο ανάμεσα στη Βιβή, τη Μελίνα και την Ουρανία.
Δεν θυμάμαι να είδα στην ταινία το λόγο που χώρισε η Μελίνα από τη Βιβή. Τους είδε ο αδελφός της, την κάρφωσε στους γονείς τους, και ποιος είδε τον θεό και δεν τον φοβήθηκε. Ο πατέρας της άρχισε να τα σπάζει από την οργή του, μη φειδόμενος ούτε την τηλεόραση. Και την απείλησε ότι «θα της κόψει τα πόδια» αν την ξαναδεί με αυτή τη βρωμιάρα.
Αν κάποιος αποφασίσει να δει την ταινία, θα του συνιστούσα να αγοράσει το μυθιστόρημα. Στην Πρωτοπορία ήταν εξαντλημένο, το βρήκα στην Πολιτεία με 3,5 ευρώ αντί για 5.
Όμως θέλω να γράψω και άλλα για το μυθιστόρημα.
Τους ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους που έπεσαν στην αντίληψή μου, και ήταν κάμποσοι, δεν θα τους παραθέσω, όπως κάνω όταν πρόκειται για ανεξάρτητη ανάρτηση για ένα μυθιστόρημα.
Ο βιαστής ξέρουμε από την ταινία ότι είχε άσχημη παιδική ηλικία. Αυτό που δεν θυμάμαι είναι ότι είναι ναρκομανής και σατανιστής.
Θα προχωρήσω σε κάποια αποσπάσματα, σχολιάζοντάς τα.
Α, ναι, συνάδελφοί μου και οι τρεις. Αγγλική φιλολογία τέλειωσαν, το ίδιο και ο Αντρέας που απουσιάζει στην ταινία, αυτός που αντικατέστησε τη Βιβή. Για δέκα χρόνια δίδασκα αγγλικά, σε φροντιστήρια κυρίως και μια φορά σε ένα ιδιωτικό. Την «καριέρα» μου όμως την έκανα με το δεύτερο πτυχίο μου, φιλοσοφίας (τότε που υπήρχε στο ΕΚΠΑ αμιγώς τμήμα φιλοσοφίας και όχι ΦΠΨ όπως έγινε αργότερα), σαν φιλόλογος.
Ο βιαστής είναι φανατικός ολυμπιακός. Και εγώ ολυμπιακός είμαι, αλλά όχι φανατικός. Δεν δίστασα να αγοράσω μια υπέροχη μπλούζα από ένα bazaar του lidl με σήμα του παναθηναϊκού, μόνο ένα ευρώ. Τη φοράω στο σπίτι. Μια φορά τη φόρεσα και πήγα στο φαρμακείο του φίλου μου του Νίκου, φανατικού ολυμπιακού για να τον πειράξω. Δεν σοκαρίστηκε ιδιαίτερα, όμως με προειδοποίησε ότι κινδυνεύω να κυκλοφορώ έξω μ’ αυτή την μπλούζα.
Έχει δίκιο, τη φοράω όπως είπα μόνο στο σπίτι, να μην πάθω αυτό που λένε «εξ ιδίων τα βέλη».
«Μια φορά η Έρικα μεσολάβησε για να τα χαλάσει μια κοπέλα μ’ ένα αγόρι» (σελ. 49).
Η Έρικα είναι μάγισσα, καμιά σχέση με την Έρικα που ξέρω εγώ. Πρέπει να περάσω κάποια μέρα να δω τι κάνει, έχει προβλήματα με τα αρθριτικά της. Της έδωσα κάποια παυσίπονα, να τη ρωτήσω αν είναι αποτελεσματικά.
«Αυτό το ανάποδο Α είναι το σχήμα του διαβόλου» (σελ. 50).
Να κάτι που δεν ήξερα.
«…έφτασε στο σημείο να χώσει σχεδόν ολόκληρη την παλάμη της στον κόλπο της Βιβής…» (σελ. 98).
Διαβάζοντάς το θυμήθηκα το ανέκδοτο.
-Βάλε την παλάμη σου μέσα στον κόλπο μου.
-Την έβαλα.
-Βάλε τώρα και την άλλη σου παλάμη.
-Την έβαλα.
-Παίξε τώρα παλαμάκια.
-Δεν μπορώ.
-Είδες τι στενή που είμαι;
Διαβάζοντας το παραπάνω θυμήθηκα τις περιγραφές που κάνει ο Ραπτόπουλος, όχι και λίγες, για τα γλωσσόφιλα που αντάλλασσαν οι δυο κοπέλες. Άντε τώρα να το δείξεις αυτό κινηματογραφικά, λιγάκι δύσκολο.
«Μήπως, εκεί έξω, υπάρχουν ουσιαστικά όχι μόνο δύο ή τρία, αλλά τόσα εκατομμύρια φύλα όσα και οι άνθρωποι;» (σελ. 111).
Για την βάσκα σκηνοθέτιδα Estabaliz Urresola Solaguren υπάρχουν 20.000. Η ταινία της «20.000 είδη μελισσών» ήταν να προβληθεί αλλά τελικά δεν προβλήθηκε, δεν ξέρω αν θα προβληθεί αργότερα.
Διαβάζω τη γνωστή παροιμία «Εκεί που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα ’ρθεις» (σελ. 113). Όμως πρώτη φορά έκανα τη σκέψη ότι μόνο το πρώτο είναι σίγουρο.
Λέω να αναρτήσω σήμερα, Κυριακή, μήπως τελικά κάποιος θελήσει να δει την ταινία και να διαβάσει πιο πρώτα το μυθιστόρημα, για να προλάβει.
No comments:
Post a Comment