Πιέτρο Αρετίνο, Το σχολείο της πορνείας (μετ. Γιώργος Μπαρουξής), Το ποντίκι 2006, σελ. 110
Το αγοράσαμε από τις προσφορές της Πρωτοπορίας, 1.95 ευρώ. Έμεινε από τις επιστροφές του Ποντικιού, και πουλιέται τώρα, όπως και τόσες άλλες επιστροφές άλλων εφημερίδων, κοψοχρονιά.
Τον Πιέτρο Αρετίνο τον ήξερα σαν όνομα. Δεν υπάρχει ιστορία της λογοτεχνίας που να μην τον αναφέρει. Δεν είχα διαβάσει όμως τίποτα δικό του, και τώρα ήταν μια καταπληκτική ευκαιρία.
Διαβάζω την βιογραφία του στην τελευταία σελίδα. Γεννήθηκε τη χρονιά που ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική και ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα ολοκλήρωσαν την Reconquista, την ανάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου από τους άραβες (να μαθαίνουμε και λίγο ιστορία), δηλαδή το 1492. Πού; Στο Αρέτσο (δεν πιστεύω να ξέρετε πού βρίσκεται, και εγώ πρώτη φορά το ακούω). Από εκεί πήρε και το όνομά του. Πότε και πού πέθανε; Το 1556, στη Βενετία (πίσσα στα κόκαλά της, 450 χρόνια περάσαμε κάτω από τη γόβα της-γόβα στιλέτο-εμείς οι κρητικοί). Και να σκεφτείς ότι υπάρχουν ακόμη γονείς που δίνουν αυτό το όνομα στις κόρες τους. Μια διακεκριμένη πανεπιστημιακός έχει αυτό το όνομα, αλλά δεν φταίει αυτή, φταίνε οι γονείς της.
Το έργο είναι μια απολαυστικότατη σάτιρα. Αυτή άλλωστε μου έφτιαξε τη διάθεση ώστε να ξεκινήσω με αυτό τον τρόπο τη βιβλιοκριτική μου. Ο Αρετίνο, σατιρικός συγγραφέας, λίγο έλειψε να πληρώσει με τη ζωή του τις σάτιρές του. Διαβάζω στη σύντομη βιογραφία: «…το 1527 υποχρεώθηκε να φύγει μόνιμα από τη Ρώμη, όταν ένας πληρωμένος δολοφόνος του επισκόπου Τζιοβάνι Τζιλμπέρτι, που είχε γίνει στόχος της σάτιράς του, τον μαχαίρωσε και κόντεψε να τον σκοτώσει» (σελ. 109). (Κοίτα πάλι σύμπτωση: στην προηγούμενη ανάρτησή μου έγραψα για τους πληρωμένους δολοφόνους της οικογένειας του Ταρίκ Αλί.)
Η αφηγηματική τεχνική της σάτιράς του σ’ αυτό το έργο θα μπορούσε να ονομαστεί: Τα λέω της πεθεράς για να τ’ ακούει η νύφη. Και όχι μόνο η νύφη.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η νύφη είναι η κόρη, και η πεθερά δεν είναι πεθερά, αλλά η μητέρα της. Η οποία είναι πουτάνα. Και ενώ ακούμε συχνά για περιπτώσεις που η μητέρα εκδίδει το αθώο κορίτσι, εδώ, το όχι και τόσο αθώο κορίτσι, θερμοπαρακαλάει τη μητέρα του, «παλιά πουτάνα», να το συμβουλεύσει πως θα βγει και αυτό στο κουρμπέτι. Σε μισή μόλις σελίδα την έχει καταφέρει, και στις υπόλοιπες σελίδες ακούμε τις συμβουλές της μαμάς της για το πώς να γίνει μια επιτυχημένη πουτάνα, και να βγάζει πολλά λεφτά.
Δεν πρόκειται όμως για πουτάνα του μπουρδέλου ή των ροζ τηλεφώνων (τέλος πάντων, τότε δεν υπήρχαν τηλέφωνα) με τις στάνταρ τιμές. Εδώ πρόκειται για πουτάνα υψηλής κοινωνίας, σαν την Μανόν Λεσκώ και τη Μαργαρίτα Γκωτιέ (πιο γνωστή σαν κυρία με τας καμελίας και, χάρη στον Βέρντι, και σαν Τραβιάτα, δηλαδή γυναίκα που τραβιέται με τον ένα και με τον άλλο). Και το πόσα χρήματα θα τραβήξουν από τον εραστή τους δεν γίνεται ούτε καν με διαπραγμάτευση, αλλά με μαλαγανιές. Αυτές τις μαλαγανιές διδάσκει η μάνα στην κόρη.
Εξωκειμενικός αποδέκτης είναι ο αναγνώστης, που όμως μπορεί να είναι και κάθε πουτάνα και κάθε εραστής (εκτός των καθώς πρέπει αναγνωστών, εννοείται). Μπορεί λοιπόν η πουτάνα να μαθαίνει κόλπα, αλλά και ο εραστής, που τα διαβάζει, θα παίρνει τα μέτρα του για να προφυλάσσεται. Ο Αρετίνο το επισημαίνει, και με πολύ έξυπνο τρόπο αποφεύγει την σύμφυρση των δύο επιπέδων, του εξωκειμενικού και του ενδοκειμενικού. Αξίζει να παραθέσω το σχετικό απόσπασμα.
ΝΑΝΑ:Σκέφτομαι…
ΠΙΠΑ: Τι;
ΝΑΝΑ: …ότι ενώ σε διδάσκω όλους τους τρόπους για να φτάσεις εκεί που θέλω, καθοδηγώ επίσης εκείνους που θα έχουν δοσοληψίες μαζί σου, αφού, γνωρίζοντας αυτά που σου λέω, να είσαι σίγουρη ότι θα ξέρουν επίσης πότε χρησιμοποιείς τις πονηριές σου. Έτσι η διδασκαλία μου είναι σαν εκείνους τους πίνακες που σε κοιτάζουν από όποια πλευρά κι αν τους δεις.
ΠΠΠΑ: Ποιος πιστεύεις ότι θα το έκανε αυτό, να διαδώσει τι μου μαθαίνεις;
ΝΑΝΑ: Αυτό το δωμάτιο, αυτό το κρεβάτι εκεί, οι καρέκλες που καθόμαστε, εκείνο το μικρό παράθυρο εκεί κι αυτή η μύγα που θέλει να τσιμπήσει τη μύτη μου• που να την πάρει ο διάβολος» (σελ. 39).
«… είναι σαν εκείνους τους πίνακες…». Ένα υφολογικό στοιχείο που χαρακτηρίζει το έργο είναι η χρήση άφθονων παρομοιώσεων, μεταφορών, συγκρίσεων. Ας δώσουμε ακόμη μια, που εικονογραφεί το αλισβερίσι της πουτάνας με τον εραστή.
ΝΑΝΑ: Θέλω να πω ότι αν βρεθεί στα πόδια σου ένας πλούσιος, μην τον τρομάξεις ζητώντας τον ουρανό με τ’ άστρα, αλλά πάρε αυτά που σου δίνει. Μετά, αφού πέσει στην παγίδα, γδάρ’ τον ζωντανό-όπως ένας χαρτοκλέφτης προσποιείται ότι χάνει και αφήνει τον αντίπαλό του να κερδίσει μερικές παρτίδες, και μετά τον κλέβει όσο θέλει (σελ. 101).
Φυσικά οι συμβουλές που της δίνει δεν είναι μόνο τέτοιου είδους. Τη συμβουλεύει και πώς να φέρεται στο κρεβάτι. Αλλά ας μην εκχυδαῒσουμε αυτή τη βιβλιοκριτική παραθέτοντας σχετικό απόσπασμα.
Και η σάτιρα πού βρίσκεται; Προφανώς ο στόχος του βιβλίου δεν είναι μόνο να απολαύσει ο αναγνώστης τις συμβουλές της πουτάνας στο επίδοξο πουτανάκι. Η πουτάνα στολίζει με χίλια όσα όλες τις κατηγορίες των εραστών: τους πλούσιους, τους αριστοκράτες, τους λόγιους, τους καλόγερους, τους παπάδες, τους στρατιωτικούς, αλλά και τους Ισπανούς, τους Γερμανούς, τους Γάλλους, τους Φλωρεντίνους, τους Σιενέζους, τους Βενετούς, κ.λπ.
Πριν κλείσουμε, πιστεύω ότι αξίζει να αναφέρω κάποια πράγματα που διάβασα στο βιβλίο, που τα αγνοούσα και σίγουρα τα αγνοείτε κι εσείς. Ξέρετε ποια είναι η αγία Ναφίσα; Είναι η προστάτιδα των πορνών. Όχι, στην περίπτωση αυτής της αγίας δεν πρόκειται για νταβατζιλίκι.
Η Νανά μιλάει σε κάποιο σημείο για την πραμάτεια ενός μαγαζάτορα, και ανάμεσα στα άλλα αναφέρει και για κάποια «σκόνη της Κύπρου». Αν ξέρει κανείς τι είναι αυτή, ας αφήσει σχόλιο.
Αυτά για τον Αρετίνο. Ίσως υπάρχει ακόμη κανένα αντίτυπο στην Πρωτοπορία. Τρέξτε να το προλάβετε.
(Συμπλήρωση μετά από 5 ώρες: υπάρχουν πολλά, το τσέκαρα πριν λίγο. Ήμουν στον εκδότη μου και φέραμε την κουβέντα στο βιβλίου, και αγαπητή φίλη που ήταν εκεί σκέφτηκε ότι θα μπορούσε ίσως να το ανεβάσει ως θεατρικό έργο. Έτσι πεταχτήκαμε να το αγοράσει).
Το αγοράσαμε από τις προσφορές της Πρωτοπορίας, 1.95 ευρώ. Έμεινε από τις επιστροφές του Ποντικιού, και πουλιέται τώρα, όπως και τόσες άλλες επιστροφές άλλων εφημερίδων, κοψοχρονιά.
Τον Πιέτρο Αρετίνο τον ήξερα σαν όνομα. Δεν υπάρχει ιστορία της λογοτεχνίας που να μην τον αναφέρει. Δεν είχα διαβάσει όμως τίποτα δικό του, και τώρα ήταν μια καταπληκτική ευκαιρία.
Διαβάζω την βιογραφία του στην τελευταία σελίδα. Γεννήθηκε τη χρονιά που ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική και ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα ολοκλήρωσαν την Reconquista, την ανάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου από τους άραβες (να μαθαίνουμε και λίγο ιστορία), δηλαδή το 1492. Πού; Στο Αρέτσο (δεν πιστεύω να ξέρετε πού βρίσκεται, και εγώ πρώτη φορά το ακούω). Από εκεί πήρε και το όνομά του. Πότε και πού πέθανε; Το 1556, στη Βενετία (πίσσα στα κόκαλά της, 450 χρόνια περάσαμε κάτω από τη γόβα της-γόβα στιλέτο-εμείς οι κρητικοί). Και να σκεφτείς ότι υπάρχουν ακόμη γονείς που δίνουν αυτό το όνομα στις κόρες τους. Μια διακεκριμένη πανεπιστημιακός έχει αυτό το όνομα, αλλά δεν φταίει αυτή, φταίνε οι γονείς της.
Το έργο είναι μια απολαυστικότατη σάτιρα. Αυτή άλλωστε μου έφτιαξε τη διάθεση ώστε να ξεκινήσω με αυτό τον τρόπο τη βιβλιοκριτική μου. Ο Αρετίνο, σατιρικός συγγραφέας, λίγο έλειψε να πληρώσει με τη ζωή του τις σάτιρές του. Διαβάζω στη σύντομη βιογραφία: «…το 1527 υποχρεώθηκε να φύγει μόνιμα από τη Ρώμη, όταν ένας πληρωμένος δολοφόνος του επισκόπου Τζιοβάνι Τζιλμπέρτι, που είχε γίνει στόχος της σάτιράς του, τον μαχαίρωσε και κόντεψε να τον σκοτώσει» (σελ. 109). (Κοίτα πάλι σύμπτωση: στην προηγούμενη ανάρτησή μου έγραψα για τους πληρωμένους δολοφόνους της οικογένειας του Ταρίκ Αλί.)
Η αφηγηματική τεχνική της σάτιράς του σ’ αυτό το έργο θα μπορούσε να ονομαστεί: Τα λέω της πεθεράς για να τ’ ακούει η νύφη. Και όχι μόνο η νύφη.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η νύφη είναι η κόρη, και η πεθερά δεν είναι πεθερά, αλλά η μητέρα της. Η οποία είναι πουτάνα. Και ενώ ακούμε συχνά για περιπτώσεις που η μητέρα εκδίδει το αθώο κορίτσι, εδώ, το όχι και τόσο αθώο κορίτσι, θερμοπαρακαλάει τη μητέρα του, «παλιά πουτάνα», να το συμβουλεύσει πως θα βγει και αυτό στο κουρμπέτι. Σε μισή μόλις σελίδα την έχει καταφέρει, και στις υπόλοιπες σελίδες ακούμε τις συμβουλές της μαμάς της για το πώς να γίνει μια επιτυχημένη πουτάνα, και να βγάζει πολλά λεφτά.
Δεν πρόκειται όμως για πουτάνα του μπουρδέλου ή των ροζ τηλεφώνων (τέλος πάντων, τότε δεν υπήρχαν τηλέφωνα) με τις στάνταρ τιμές. Εδώ πρόκειται για πουτάνα υψηλής κοινωνίας, σαν την Μανόν Λεσκώ και τη Μαργαρίτα Γκωτιέ (πιο γνωστή σαν κυρία με τας καμελίας και, χάρη στον Βέρντι, και σαν Τραβιάτα, δηλαδή γυναίκα που τραβιέται με τον ένα και με τον άλλο). Και το πόσα χρήματα θα τραβήξουν από τον εραστή τους δεν γίνεται ούτε καν με διαπραγμάτευση, αλλά με μαλαγανιές. Αυτές τις μαλαγανιές διδάσκει η μάνα στην κόρη.
Εξωκειμενικός αποδέκτης είναι ο αναγνώστης, που όμως μπορεί να είναι και κάθε πουτάνα και κάθε εραστής (εκτός των καθώς πρέπει αναγνωστών, εννοείται). Μπορεί λοιπόν η πουτάνα να μαθαίνει κόλπα, αλλά και ο εραστής, που τα διαβάζει, θα παίρνει τα μέτρα του για να προφυλάσσεται. Ο Αρετίνο το επισημαίνει, και με πολύ έξυπνο τρόπο αποφεύγει την σύμφυρση των δύο επιπέδων, του εξωκειμενικού και του ενδοκειμενικού. Αξίζει να παραθέσω το σχετικό απόσπασμα.
ΝΑΝΑ:Σκέφτομαι…
ΠΙΠΑ: Τι;
ΝΑΝΑ: …ότι ενώ σε διδάσκω όλους τους τρόπους για να φτάσεις εκεί που θέλω, καθοδηγώ επίσης εκείνους που θα έχουν δοσοληψίες μαζί σου, αφού, γνωρίζοντας αυτά που σου λέω, να είσαι σίγουρη ότι θα ξέρουν επίσης πότε χρησιμοποιείς τις πονηριές σου. Έτσι η διδασκαλία μου είναι σαν εκείνους τους πίνακες που σε κοιτάζουν από όποια πλευρά κι αν τους δεις.
ΠΠΠΑ: Ποιος πιστεύεις ότι θα το έκανε αυτό, να διαδώσει τι μου μαθαίνεις;
ΝΑΝΑ: Αυτό το δωμάτιο, αυτό το κρεβάτι εκεί, οι καρέκλες που καθόμαστε, εκείνο το μικρό παράθυρο εκεί κι αυτή η μύγα που θέλει να τσιμπήσει τη μύτη μου• που να την πάρει ο διάβολος» (σελ. 39).
«… είναι σαν εκείνους τους πίνακες…». Ένα υφολογικό στοιχείο που χαρακτηρίζει το έργο είναι η χρήση άφθονων παρομοιώσεων, μεταφορών, συγκρίσεων. Ας δώσουμε ακόμη μια, που εικονογραφεί το αλισβερίσι της πουτάνας με τον εραστή.
ΝΑΝΑ: Θέλω να πω ότι αν βρεθεί στα πόδια σου ένας πλούσιος, μην τον τρομάξεις ζητώντας τον ουρανό με τ’ άστρα, αλλά πάρε αυτά που σου δίνει. Μετά, αφού πέσει στην παγίδα, γδάρ’ τον ζωντανό-όπως ένας χαρτοκλέφτης προσποιείται ότι χάνει και αφήνει τον αντίπαλό του να κερδίσει μερικές παρτίδες, και μετά τον κλέβει όσο θέλει (σελ. 101).
Φυσικά οι συμβουλές που της δίνει δεν είναι μόνο τέτοιου είδους. Τη συμβουλεύει και πώς να φέρεται στο κρεβάτι. Αλλά ας μην εκχυδαῒσουμε αυτή τη βιβλιοκριτική παραθέτοντας σχετικό απόσπασμα.
Και η σάτιρα πού βρίσκεται; Προφανώς ο στόχος του βιβλίου δεν είναι μόνο να απολαύσει ο αναγνώστης τις συμβουλές της πουτάνας στο επίδοξο πουτανάκι. Η πουτάνα στολίζει με χίλια όσα όλες τις κατηγορίες των εραστών: τους πλούσιους, τους αριστοκράτες, τους λόγιους, τους καλόγερους, τους παπάδες, τους στρατιωτικούς, αλλά και τους Ισπανούς, τους Γερμανούς, τους Γάλλους, τους Φλωρεντίνους, τους Σιενέζους, τους Βενετούς, κ.λπ.
Πριν κλείσουμε, πιστεύω ότι αξίζει να αναφέρω κάποια πράγματα που διάβασα στο βιβλίο, που τα αγνοούσα και σίγουρα τα αγνοείτε κι εσείς. Ξέρετε ποια είναι η αγία Ναφίσα; Είναι η προστάτιδα των πορνών. Όχι, στην περίπτωση αυτής της αγίας δεν πρόκειται για νταβατζιλίκι.
Η Νανά μιλάει σε κάποιο σημείο για την πραμάτεια ενός μαγαζάτορα, και ανάμεσα στα άλλα αναφέρει και για κάποια «σκόνη της Κύπρου». Αν ξέρει κανείς τι είναι αυτή, ας αφήσει σχόλιο.
Αυτά για τον Αρετίνο. Ίσως υπάρχει ακόμη κανένα αντίτυπο στην Πρωτοπορία. Τρέξτε να το προλάβετε.
(Συμπλήρωση μετά από 5 ώρες: υπάρχουν πολλά, το τσέκαρα πριν λίγο. Ήμουν στον εκδότη μου και φέραμε την κουβέντα στο βιβλίου, και αγαπητή φίλη που ήταν εκεί σκέφτηκε ότι θα μπορούσε ίσως να το ανεβάσει ως θεατρικό έργο. Έτσι πεταχτήκαμε να το αγοράσει).
No comments:
Post a Comment