Τίτλος, Η πόλη του έρωτα και της φωτιάς
Συγγραφέας, Γιουσούφ Ιντρίς
Μετάφραση, Πέρσα Κουμούτση
Εκδόσεις, Ψυχογιός 2000
Σελ. 269
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Μια ιστορία αγάπης με φόντο το φλεγόμενο Κάιρο από τις φλόγες της εξέγερσης ενάντια στην αγγλική αποικιοκρατία
Αλήθεια, πώς θα σας φαινόταν να βρίσκατε ένα μυθιστόρημα στον πάγκο ενός βιβλιοπωλείου με τον τίτλο «Ιστορία αγάπης»; Θα το αγοράζατε ποτέ; Δεν θα το βλέπατε με την ίδια δυσπιστία που βλέπετε ένα Άρλεκιν, και πιο παλιά ένα Βίπερ Νόρα; Ποιον ενδιαφέρουν σήμερα, στην Ελλάδα του 2006, ιστορίες αγάπης; Ιστορίες σεξ, ναι, αλλά αυτές τις βλέπεις καλύτερα σε ταινία με μεγαλύτερη ή μικρότερη δόση τσόντας, ή άντε κομεντί, να γελάσουμε και λίγο. Οι εκδόσεις Ψυχογιός τα ήξεραν όλα αυτά, γι αυτό και το μυθιστόρημα του μεγάλου αιγύπτιου συγγραφέα Γιουσούφ Ιντρίς με τίτλο Qisssat hubb, που μεταφράζεται σε Ιστορία αγάπης (το πώς το ξέρω, αν και δεν ξέρω αραβικά, είναι κι αυτό μια ιστορία αγάπης) το μετέφρασαν με τον τίτλο «Η πόλη του έρωτα και της φωτιάς».
Η πόλη του έρωτα και της φωτιάς είναι το Κάιρο. Του έρωτα, γιατί εκεί διαδραματίζεται η ερωτική ιστορία που αφηγείται ο Ιντρίς. Της φωτιάς, γιατί διαδραματίζεται στα πλαίσια του αγώνα για την αποτίναξη του αγγλικού αποικιακού ζυγού, το 1952. Τέσσερα χρόνια μόλις πιο ύστερα ο Νάσερ θα εθνικοποιήσει τη διώρυγα του Σουέζ.
Το έργο δομείται πάνω στο σασπένς, τις ανατροπές και την περιπέτεια. Και όπως κάθε τριτοκοσμικό αγωνιστικό μυθιστόρημα, έχει happy end. Υποχρεωτικά. Στο δικό μας κόσμο μια ερωτική ιστορία με happy end είναι ύποπτη. Ακόμη και χωρίς happy end, όπως τα έργα της Μάρως Βαμβουνάκη. Αν και είναι ύποπτα μόνο για τους ειδικούς του χώρου που διαμορφώνουν τον «κανόνα», βιβλιοκριτικούς κ.λπ., και όχι για τους αναγνώστες. Αναρωτιέμαι μόνο πόσο θα πουλούσαν αν ήταν «Ιστορίες με καλό τέλος».
Ο ήρωας είναι μέλος της αιγυπτιακής αντίστασης. Η κοπέλα τον ερωτεύεται, θαυμάζοντας τον ήρωα. Του παρουσιάζεται κι αυτή σαν αγωνίστρια. Αυτός την ερωτεύεται. Όταν της αποκαλύψει τον έρωτά του, αυτή θα σοκαριστεί και προς στιγμή θα τον αποφύγει. Την επομένη όμως θα του παρουσιαστεί, και σε ένα γράμμα θα του αφηγηθεί όλη την αλήθεια, για το δικό της έρωτα. Και οι δυο μαζί θα προχωρήσουν στο εξής στον αγώνα.
Οι σελίδες που περιγράφουν τον έρωτα των δυο ερωτευμένων είναι από τις ωραιότερες που έχω διαβάσει σε μυθιστόρημα, θα τολμούσα να πω εφάμιλλες μ’ αυτές του Σταντάλ, στο «Μοναστήρι της Πάρμας». Νεαρός συγγραφέας ο Γιουσούφ Ιντρίς (1927-1992, το έργο εκδίδεται το 1956), έχει πρόσφατα ή συγχρονικά τα βιώματα, και σαν ικανότατος συγγραφέας που είναι μπορεί να τα αρθρώσει με τον πιο θαυμάσιο τρόπο.
«Γιατί στεγνώνει ο φάρυγγας και χτυπάει τόσο άρρυθμα η καρδιά κάθε φορά που περνάει αυτή η γυναίκα (η Φαουζία) από τη φαντασία του, ακούει το όνομά της ή φαντάζεται πώς ακούει το όνομά της; Ακόμα και όταν ο Μπαντίρ αναφέρει μια λέξη που περιέχει μέσα της το Φι και το Ζήτα, ή ακόμα και μόνο το Φι, συγκλονίζεται, γιατί; Και γιατί χωρίς να το καταλάβει συνέκρινε μαζί της κάθε γυναίκα που συνάντησε στο δρόμο του εκείνη την ημέρα στο ταξίδι του προς το Μπαμπ ελ Ουαζίρ κι έβγαινε πάντα εκείνη νικήτρια;» (σελ. 83).
Αυτές οι ρητορικές ερωτήσεις είναι ένας ανεξάντλητος «τόπος» της έκφρασης του έρωτα στη λογοτεχνία. Μου θύμισαν ανάλογες από τη δική μας;
Αμ είντα κάμνω;.. Γιαντ' αργώ;.. Τι πράμα μπλιο ανιμένω;...
Φοβούμαι ακόμη;.. Ή αγαπώ τον τόσο αγαπημένο;...
Είναι η Αρετούσα από το «Βασιλιά το Ροδολίνο» της Κρητικής Αναγέννησης, καθώς ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει από ερωτική απελπισία.
Ένας άλλος «τόπος» της αιγυπτιακής λογοτεχνίας φαίνεται ότι είναι το νεκροταφείο. Σε ένα μνήμα κρύβεται ο ήρωας όταν δεν έχει πού αλλού να πάει. Σε νεκροταφείο επίσης σκοτώνεται ο καταδιωκόμενος στο «Ο κλέφτης και οι σκύλοι» (1961) του μεγάλου αιγύπτιου νομπελίστα Ναγκίμπ Μαχφούζ.
Θα ήθελα να σημειώσω μιαν αντιστροφή. Ενώ στη λογοτεχνία, με κύριο εκπρόσωπο τον Καζαντζάκη και κύριο έργο τον «Τελευταίο Πειρασμό», η γυναίκα μπαίνει πάντα εμπόδιο στην υψηλή αποστολή του ήρωα, εδώ η γυναίκα όχι μόνο δεν μπαίνει εμπόδιο, αλλά σύρεται και η ίδια από τον ήρωα στην υψηλή αποστολή του.
Ο Σοφοκλής, για να αναδείξει το ηθικό ύψος της Αντιγόνης, τοποθετεί απέναντί της την Ισμήνη. Ο Ιντρίς, για να αναδείξει την αγωνιστικότητα του Χάμζα, τοποθετεί απέναντί του τον Μπαντίρ. Πλούσιος, συμβιβασμένος, θα διώξει το φίλο του από το σπίτι σε μια έκρηξη ζηλοτυπίας. Όμως, όπως και η Ισμήνη, μετανοιωμένος αργότερα θα βάζει αγγελίες στην εφημερίδα ζητώντας του να επιστρέψει. Με καλυμμένο τρόπο βέβαια, δήθεν ο πατέρας που αναζητά τον άσωτο υιό που έδιωξε από το σπίτι του, ζητώντας του συγνώμη.
Στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης, ταξιδεύοντας στη λογοτεχνία, καλό είναι να μην αποζητούμε οικεία τοπία. Και η λογοτεχνία του τρίτου κόσμου προσφέρει ανοίκεια τοπία. Η ανοικείωση δεν είναι εξάλλου το κύριο χαρακτηριστικό της λογοτεχνικότητας κατά τους Ρώσους φορμαλιστές;
Συγγραφέας, Γιουσούφ Ιντρίς
Μετάφραση, Πέρσα Κουμούτση
Εκδόσεις, Ψυχογιός 2000
Σελ. 269
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Μια ιστορία αγάπης με φόντο το φλεγόμενο Κάιρο από τις φλόγες της εξέγερσης ενάντια στην αγγλική αποικιοκρατία
Αλήθεια, πώς θα σας φαινόταν να βρίσκατε ένα μυθιστόρημα στον πάγκο ενός βιβλιοπωλείου με τον τίτλο «Ιστορία αγάπης»; Θα το αγοράζατε ποτέ; Δεν θα το βλέπατε με την ίδια δυσπιστία που βλέπετε ένα Άρλεκιν, και πιο παλιά ένα Βίπερ Νόρα; Ποιον ενδιαφέρουν σήμερα, στην Ελλάδα του 2006, ιστορίες αγάπης; Ιστορίες σεξ, ναι, αλλά αυτές τις βλέπεις καλύτερα σε ταινία με μεγαλύτερη ή μικρότερη δόση τσόντας, ή άντε κομεντί, να γελάσουμε και λίγο. Οι εκδόσεις Ψυχογιός τα ήξεραν όλα αυτά, γι αυτό και το μυθιστόρημα του μεγάλου αιγύπτιου συγγραφέα Γιουσούφ Ιντρίς με τίτλο Qisssat hubb, που μεταφράζεται σε Ιστορία αγάπης (το πώς το ξέρω, αν και δεν ξέρω αραβικά, είναι κι αυτό μια ιστορία αγάπης) το μετέφρασαν με τον τίτλο «Η πόλη του έρωτα και της φωτιάς».
Η πόλη του έρωτα και της φωτιάς είναι το Κάιρο. Του έρωτα, γιατί εκεί διαδραματίζεται η ερωτική ιστορία που αφηγείται ο Ιντρίς. Της φωτιάς, γιατί διαδραματίζεται στα πλαίσια του αγώνα για την αποτίναξη του αγγλικού αποικιακού ζυγού, το 1952. Τέσσερα χρόνια μόλις πιο ύστερα ο Νάσερ θα εθνικοποιήσει τη διώρυγα του Σουέζ.
Το έργο δομείται πάνω στο σασπένς, τις ανατροπές και την περιπέτεια. Και όπως κάθε τριτοκοσμικό αγωνιστικό μυθιστόρημα, έχει happy end. Υποχρεωτικά. Στο δικό μας κόσμο μια ερωτική ιστορία με happy end είναι ύποπτη. Ακόμη και χωρίς happy end, όπως τα έργα της Μάρως Βαμβουνάκη. Αν και είναι ύποπτα μόνο για τους ειδικούς του χώρου που διαμορφώνουν τον «κανόνα», βιβλιοκριτικούς κ.λπ., και όχι για τους αναγνώστες. Αναρωτιέμαι μόνο πόσο θα πουλούσαν αν ήταν «Ιστορίες με καλό τέλος».
Ο ήρωας είναι μέλος της αιγυπτιακής αντίστασης. Η κοπέλα τον ερωτεύεται, θαυμάζοντας τον ήρωα. Του παρουσιάζεται κι αυτή σαν αγωνίστρια. Αυτός την ερωτεύεται. Όταν της αποκαλύψει τον έρωτά του, αυτή θα σοκαριστεί και προς στιγμή θα τον αποφύγει. Την επομένη όμως θα του παρουσιαστεί, και σε ένα γράμμα θα του αφηγηθεί όλη την αλήθεια, για το δικό της έρωτα. Και οι δυο μαζί θα προχωρήσουν στο εξής στον αγώνα.
Οι σελίδες που περιγράφουν τον έρωτα των δυο ερωτευμένων είναι από τις ωραιότερες που έχω διαβάσει σε μυθιστόρημα, θα τολμούσα να πω εφάμιλλες μ’ αυτές του Σταντάλ, στο «Μοναστήρι της Πάρμας». Νεαρός συγγραφέας ο Γιουσούφ Ιντρίς (1927-1992, το έργο εκδίδεται το 1956), έχει πρόσφατα ή συγχρονικά τα βιώματα, και σαν ικανότατος συγγραφέας που είναι μπορεί να τα αρθρώσει με τον πιο θαυμάσιο τρόπο.
«Γιατί στεγνώνει ο φάρυγγας και χτυπάει τόσο άρρυθμα η καρδιά κάθε φορά που περνάει αυτή η γυναίκα (η Φαουζία) από τη φαντασία του, ακούει το όνομά της ή φαντάζεται πώς ακούει το όνομά της; Ακόμα και όταν ο Μπαντίρ αναφέρει μια λέξη που περιέχει μέσα της το Φι και το Ζήτα, ή ακόμα και μόνο το Φι, συγκλονίζεται, γιατί; Και γιατί χωρίς να το καταλάβει συνέκρινε μαζί της κάθε γυναίκα που συνάντησε στο δρόμο του εκείνη την ημέρα στο ταξίδι του προς το Μπαμπ ελ Ουαζίρ κι έβγαινε πάντα εκείνη νικήτρια;» (σελ. 83).
Αυτές οι ρητορικές ερωτήσεις είναι ένας ανεξάντλητος «τόπος» της έκφρασης του έρωτα στη λογοτεχνία. Μου θύμισαν ανάλογες από τη δική μας;
Αμ είντα κάμνω;.. Γιαντ' αργώ;.. Τι πράμα μπλιο ανιμένω;...
Φοβούμαι ακόμη;.. Ή αγαπώ τον τόσο αγαπημένο;...
Είναι η Αρετούσα από το «Βασιλιά το Ροδολίνο» της Κρητικής Αναγέννησης, καθώς ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει από ερωτική απελπισία.
Ένας άλλος «τόπος» της αιγυπτιακής λογοτεχνίας φαίνεται ότι είναι το νεκροταφείο. Σε ένα μνήμα κρύβεται ο ήρωας όταν δεν έχει πού αλλού να πάει. Σε νεκροταφείο επίσης σκοτώνεται ο καταδιωκόμενος στο «Ο κλέφτης και οι σκύλοι» (1961) του μεγάλου αιγύπτιου νομπελίστα Ναγκίμπ Μαχφούζ.
Θα ήθελα να σημειώσω μιαν αντιστροφή. Ενώ στη λογοτεχνία, με κύριο εκπρόσωπο τον Καζαντζάκη και κύριο έργο τον «Τελευταίο Πειρασμό», η γυναίκα μπαίνει πάντα εμπόδιο στην υψηλή αποστολή του ήρωα, εδώ η γυναίκα όχι μόνο δεν μπαίνει εμπόδιο, αλλά σύρεται και η ίδια από τον ήρωα στην υψηλή αποστολή του.
Ο Σοφοκλής, για να αναδείξει το ηθικό ύψος της Αντιγόνης, τοποθετεί απέναντί της την Ισμήνη. Ο Ιντρίς, για να αναδείξει την αγωνιστικότητα του Χάμζα, τοποθετεί απέναντί του τον Μπαντίρ. Πλούσιος, συμβιβασμένος, θα διώξει το φίλο του από το σπίτι σε μια έκρηξη ζηλοτυπίας. Όμως, όπως και η Ισμήνη, μετανοιωμένος αργότερα θα βάζει αγγελίες στην εφημερίδα ζητώντας του να επιστρέψει. Με καλυμμένο τρόπο βέβαια, δήθεν ο πατέρας που αναζητά τον άσωτο υιό που έδιωξε από το σπίτι του, ζητώντας του συγνώμη.
Στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης, ταξιδεύοντας στη λογοτεχνία, καλό είναι να μην αποζητούμε οικεία τοπία. Και η λογοτεχνία του τρίτου κόσμου προσφέρει ανοίκεια τοπία. Η ανοικείωση δεν είναι εξάλλου το κύριο χαρακτηριστικό της λογοτεχνικότητας κατά τους Ρώσους φορμαλιστές;
No comments:
Post a Comment