Γιώργος Πολ.
Παπαδάκης, Λαξευτής τοπίων, Δίφρος 2017, σελ. 41
Η παρακάτω
βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Εξαιρετικά
πεζόμορφα ποιήματα, γεμάτα φιλοσοφία και ευαισθησία
Πολυσχιδής ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, το
συγγραφικό του έργο καλύπτει ένα ευρύ φάσμα: ποίηση, πεζογραφία, δοκίμια-μελέτες,
θέατρο-παραμύθι και… κόμικς , κάτι καθόλου συνηθισμένο. Έχουμε γράψει για εννέα
βιβλία του, και συγκεκριμένα: «Οι δρόμοι του φανταστικού», «Ακατονόμαστες εξομολογήσεις», «Ματωμένος έρωτας», «Μου είπαν… Συνεντεύξεις με 64 προσωπικότητες του
πνεύματος και της τέχνης»,
«Προσεγγίσεις στον ευρωπαϊκό πολιτισμό», «Νέα ατραπός» «Κώστας Δαβουρλής, ο Πελέ της Ευρώπης», «Ο Μανόλης Πρατικάκης στο φως της διαλεκτικής» και το συλλογικό «Οι ήρωες του Στέλιου Ανεμοδουρά».
Σειρά έχει σήμερα η ποιητική του συλλογή «Λαξευτής τοπίων».
Τα ποιήματα του Παπαδάκη είναι όλα τους
πεζόμορφα, και κανένα τους δεν υπερβαίνει τη μισή σελίδα. Το γεγονός ακριβώς
ότι είναι όλα τους πεζόμορφα με οδήγησε στην εξής συνειδητοποίηση: η πεζομορφία
είναι η ακραία συνέπεια της σύγχρονης ποίησης. Ο στίχος με το μέτρο, την
ομοιοκαταληξία και τα στιχουργικά σχήματα είναι χαρακτηριστικό της παραδοσιακής
ποίησης. Ο «ελεύθερος» στίχος της σύγχρονης ποίησης, χωρίς μέτρο και
ομοιοκαταληξία (εμφιλοχωρεί κάποιες φορές ασυνείδητα ο ιαμβικός
δεκαπεντασύλλαβος, αλλά και άλλα μέτρα) αποτελεί κατάλοιπο της παραδοσιακής,
κάτι σαν ποιητική σκωληκοειδή απόφυση. Η πεζομορφία τελικά είναι η ακραία
συνέπεια της σύγχρονης ποίησης. Ο Μανόλης Πρατικάκης για παράδειγμα καταφεύγει
όλο και συχνότερα σ’ αυτήν.
Η πυκνότητα, η τολμηρή εικονοποιία, η πρωτότυπη
μεταφορά και ο συμβολισμός, συχνά ο νεολογισμός, αποτελούν τα κυρίαρχα
χαρακτηριστικά της σύγχρονης ποίησης. Κάποιες φορές αφηγηματική, πολύ συχνότερα
όμως ενδοσκοπική, εξομολογητική και «δοκιμιακή», και αρκετά συχνά επίσης διακειμενική,
αποτελεί την ηφαιστειακή λάβα της ποιητικής έκρηξης. Είναι προϊόν κυρίως
αιφνίδιας έμπνευσης και όχι μιας προγραμματικής ενασχόλησης, όπως συμβαίνει με
την πεζογραφία.
Θα μείνουμε στο τελευταίο, τον διακειμενικό
της χαρακτήρα, που είναι ιδιαίτερα έντονος στα ποιήματα αυτά του Παπαδάκη. Όμως
δεν περιφρονεί τον μη επαρκή αναγνώστη ούτε κολακεύει τον επαρκή με το να τον
αφήσει να ανακαλύψει μόνος του τα διακείμενα. Σε κάθε διακειμενική αναφορά
παραθέτει και παραπομπή, και όλες μαζί βρίσκονται στο τέλος της συλλογής. Το
ίδιο κάνει και ο Τάσος Γουδέλης, στην πεζογραφία αυτός, όπως σημειώσαμε και
στην ανάρτησή μας για το τελευταίο του βιβλίο «Απόσταση αναπνοής». Όμως να δώσουμε το λόγο στην ποιητή. Θα
παραθέσουμε το δοκιμιακό «Η ζωή μας».
«Μια κλωστή η ζωή μας ευλύγιστη. Κάποτε στητή
και ρωμαλέα, παριστάνει το σκοινί. Σε δυο σταθερά δοκάρια της αβύσσου
ταλαντεύεται, χορδή κιθάρας που πάλλεται στου ανέμου το ρυθμό. Πρόσεξε, μην
παίζεις δυνατά την κιθάρα σου. Η χορδή μπορεί να σπάσει. Η άβυσσος διψάει για
μουσική, τα σωθικά της από μαύρο αχάτη κατοικούνται. Η άβυσσος η μαυροφόρα, με
τα ρεμβώδη μάτια και το πένθιμο παρελθόν, έχει λόγους να ποθεί το τέλειο
κρεσέντο» (σελ. 11).
Ο επαρκής αναγνώστης (καμιά φορά είμαι
τέτοιος) μπορεί να κάνει τους δικούς του συνειρμούς, ίσως ερήμην του ποιητή-συγγραφέα.
Διαβάζοντας τα παραπάνω θυμήθηκα την τρίτη προσευχή της ψυχής στον «Φτωχούλη
του θεού», που ο Καζαντζάκης την παρομοιάζει με χορδή, όμως όχι μουσικού
οργάνου αλλά τόξου: «παρατέντωσέ με κι ας σπάσω». Η άβυσσος, που στο ποίημα
αυτό τη συναντάμε τρεις φορές, είναι από τις αγαπημένες λέξεις του Καζαντζάκη.
«Μια έκρηξη του Όλου η Αλήθεια με μυριάδες
πτυχώσεις» (σελ. 12) καταλήγει αποφθεγματικά στο ποίημα «Η αλήθεια».
Να παραθέσουμε και αυτό το εξαιρετικό, που
βρίσκεται στο τέλος του ποιήματος «Σημάδι ζωής»:
«Αυτό θα πει ανδρεία. Να συνεχίζεις έχοντας τα
πάντα χάσει» (σελ. 17).
Όταν προβλέπουν…
Η μνήμη στοιχειώνει τους ποιητές, και συχνά
γράφουν γι’ αυτήν. «Το σεντούκι» τελειώνει με δυο εξαίσιες μεταφορές: «Η κάμαρα
παλιό ιστιοφόρο και το μπαούλο άγκυρα στις μνήμες».
Το «εφέ τέλους» για το οποίο έχω γράψει
κάποιες φορές σπάνια είναι συνειδητό. Βλέπω εδώ ότι έχω υπογραμμίσει άλλη μια
τελευταία πρόταση, από το ποίημα «Οργασμός». «Μια σειρά από οργασμούς οι
ελπίδες μας» (σελ. 28). Και οι δυο πρώτες προτάσεις του ποιήματος: «Μετά από
κάθε οργασμό σβήνει ένα όνειρο. Μόνη ελπίδα ο επόμενος». Post coitum omnia animalia trista sunt έλεγαν οι ρωμαίοι. Μετά τον οργασμό όλα τα ζώα είναι
μελαγχολικά. Αλλά αυτά εκεί, δεν το βάζουν κάτω, αναζητούν τον επόμενο.
Διαβάζω: «Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που
εύχεσαι να πεθάνεις να δεις ποιοι θα σε κλάψουν» (σελ. 25).
Και θυμήθηκα: «Άχι και ας επόθαινα κι ο
θάνατός μου να ’το/ κι ύστερα να ’ναι ψόματα να δω ποιος μ’ ελυπάτο». Το
δίστιχο αυτό το έλεγε πολλές φορές η συγχωρεμένη η γιαγιά μου.
Εξαιρετική και αυτή η ποιητική του Παπαδάκη,
ίσως η καλύτερή του, όπως και ο «Λιθοξόος» του Μανόλη Πρατικάκη (αυτός λαξεύει
πέτρες, του Γιώργου τοπία) για την οποία κάποιοι αποφαίνονται το ίδιο, ότι
είναι η καλύτερή του· του ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδη.
Και οι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι που λέγαμε:
Με το κεφάλι
ελαφιού που με καθοδηγούσε (σελ. 15).
Εκεί που ο ήλιος
δεν περνά και το γεράκι φεύγει (σελ. 22)
Στοχάζεται τα
νιάτα του. Χυμός από σταφύλι (σελ. 23)
Κατάλαβα όταν
σκόνταψα στο μαύρο της φουστάνι (σελ. 24)
Το σώμα μου
λικνίζεται σαν μεθυσμένη θλίψη (σελ. 31)
Όπως είπαμε, παρεισφρέουν συχνά και άλλα
μέτρα, όπως οι τέσσερις τροχαίοι που έπεσαν στην αντίληψή μας: «έχει λόγους να
ποθεί το τέλειο κρεσέντο (σελ. 11), «Πόση μνήμη σε μια πέτρα» (σελ. 14), «Στη
γωνιά του καφενείου ένας γέροντας μονάχος» (σελ. 23) και τέλος «άλλα πάντα
συναντώνται, στο κατέβασμα της σκάλας» (σελ. 39).
Μπάμπης
Δερμιτζάκης
No comments:
Post a Comment