Book review, movie criticism

Monday, August 13, 2018

Nicolas Ségur, Το συζυγικό κρεβάτι (μετ. Γ. Τσουκαλά), Αθήνα χχ, σελ. 182 και Αντρέ Μωρουά, Κλίματα.


Nicolas Ségur, Το συζυγικό κρεβάτι (μετ. Γ. Τσουκαλά), Αθήνα χχ, σελ. 182 και Αντρέ Μωρουά, Κλίματα.


  Ένα ακόμη βιβλίο που μου θύμισε τα μαθητικά μου χρόνια. Και, όπως και την «Παρθένα των δεκαοχτώ καρατιών», το πιο πιθανό είναι ότι το αγόρασα χρόνια μετά, από κάποιο πάγκο με μεταχειρισμένα.
  Αρπακολατζίδικες αρκετές εκδόσεις εκείνης της εποχής. Στο βιβλίο δεν αναγράφεται χρονολογία έκδοσης. Και, το πιο σημαντικό, ακολουθεί ένα μυθιστόρημα που όμως δεν αναφέρεται στο εξώφυλλο. Είναι το «Ζητώντας την ευτυχία» του Αντρέ Μωρουά σε μετάφραση Πολύβιου Βοβολίνη. Το «Συζυγικό κρεβάτι» με τις 56 σελίδες του, μόνο σαν νουβέλα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
  Θυμόμουνα ότι το όνομα ήταν ψευδώνυμο αλλά είχα ξεχάσει ποιος κρύβεται πίσω από αυτό. Διαβάζοντας τη νουβέλα σκέφτηκα ότι μάλλον κρύβεται γυναίκα. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο βλέπω με έκπληξη ότι πρόκειται για άντρα, και μάλιστα Έλληνα.
  Νικόλαος Επισκοπόπουλος (1874-1944) το όνομά του. Ξεκίνησε να γράφει ελληνικά, αλλά συνέχισε στη Γαλλία με το ψευδώνυμο Νικολά Σεγκύρ.
  Λίγα πράγματα βρήκα στα ελληνικά στη βικιπαίδεια όπου με παρέπεμψε το google ψάχνοντας με το γαλλικό του ψευδώνυμο. Λήμμα στα γαλλικά δεν βρήκα. Μπορώ όμως να υποθέσω από ενδοκειμενικές ενδείξεις ότι το έργο γράφηκε το μεσοπόλεμο.
  Ενδιαφέρον έχει αυτό που διαβάζω στην τρίτη εσωτερική σελίδα: «Για το βιβλίο τούτο κατηγορήθηκε ο εκδότης του, αλλά αθωώθηκε με την υπ’ αριθ. 34)53 απόφαση του Εφετείου Αθηνών».
  Τι σκανδάλισε αυτούς που τον έσυραν στα δικαστήρια;
  Όχι προφανώς το μοτίβο, «μια γυναίκα δύο άντρες», αλλά το τέλος του μυθιστορήματος, με το οποίο διαψεύδεται η παροιμία ότι δεν μπορείς να έχεις και την πίττα σωστή και το σκύλο χορτάτο.
  Η γυναίκα αγαπάει τον εραστή της, έχουν κάνει αίτηση για διαζύγιο, αλλά μπροστά στη μεγαλοψυχία του συζύγου (το κάνουν και δυο φορές μετά), διαπιστώνει ότι τον αγαπάει ακόμη. Παρά το ότι κυοφορεί το παιδί του εραστή, αποφασίζει να φύγει μακριά τους. Αλλά, ξάφνου, σκέφτεται μια καλύτερη λύση: τους αγαπάει και τους δυο. Αν την αγαπούν και οι δυο, μπορούν να την έχουν και οι δυο ταυτόχρονα. Τι λένε, συμφωνούν;
  Τους το προτείνει επιχειρηματολογώντας. Και η νουβέλα τελειώνει:
  «Οι δυο άντρες έμεναν σιωπηλοί».
  -Θα κάνω ό,τι νομίζω εγώ καλό, εξακολούθησε, και θα ιδούμε αν θάχετε τη δύναμη να μ’ ακολουθήσετε. Αν αποτύχουμε, θάρθουν άλλοι μετά από μας. Αλλ’ οπωσδήποτε, μια μέρα η γυναίκα θάναι ίση με τον άντρα στον έρωτα.
  Και, ρίχνοντάς τους μια τελευταία ματιά, γεμάτη τρυφερότητα, σίγουρη για την επιτυχία της, βγήκε από το δωμάτιο, με την καρδιά πλημμυρισμένη από ελπίδα».
  Πώς διάβολο ήταν τόσο σίγουρη για την επιτυχία της δεν μπορώ να καταλάβω. Έχω την υποψία ότι την παράτησαν και οι δυο.
  Θα παραθέσω ένα απόσπασμα, στο οποίο νομίζω ότι έχει δίκιο.
  «Μήπως μ’ αγάπησες για να φέρεις ένα παιδί στον κόσμο; τον ρώτησε. Το πρόβλεπες αυτό το παιδί; Το ευχόσουν, έστω, όταν μ’ έσφιγγες στην αγκαλιά σου; Έφτανε να πάρω εγώ μερικές προφυλάξεις, για να μην έρθει στον κόσμο. Ο μόνος σου σκοπός, τότε, ήταν η ευχαρίστηση, το ρίγος της ηδονής, που ένοιωθες. Κι αυτό είναι ακριβώς το σημείο που ο πατέρας είναι κατώτερος από τη μητέρα. Αυτός δεν ζητάει παρά μια στιγμή ηδονής, κι έπειτα φεύγει, ή τουλάχιστον μπορεί να φύγει, χωρίς να κρατήσει ούτε ίχνος, ούτε ανάμνηση απ’ αυτό που έκανε. Η μητέρα όμως έχει μέσα της το παιδί, είναι σαν αλυσοδεμένη μαζί του, με το ιερό και τρομερό βάρος μιας καινούργιας ύπαρξης, που μεγαλώνει μέσα της. Του δίνει το αίμα της, την τρυφερότητά της και τις σκέψεις της» (σελ. 57).
  Ολότελα φεμινιστικό από έναν άντρα συγγραφέα, και γι’ αυτό αξιοθαύμαστο. Και την δικαιώνει κατά κάποιο τρόπο για την απιστία της με το να βάζει τον άντρα της να την απατάει με μια μαροκινή, ονόματι Λολίτα Βαμπέθ, στην αρχή της νουβέλας.

  Και πάμε στο «Ζητώντας την ευτυχία» του Αντρέ Μωρουά.
  Εδώ έκανα μια μικρή έρευνα και βρήκα κάποια στοιχεία για το μυθιστόρημα.
  Κατ’ αρχάς για την έκδοση.
  Το οπισθόφυλλο με τις αναγραφόμενες εκδόσεις μού ήταν γνωστό από πολλά βιβλία. Βρήκα πρόχειρη την «Αυγή» του Νίτσε και είδα ότι έχει το ίδιο οπισθόφυλλο. Ως εκδοτικός οίκος της «Αυγής» φέρεται η «Πηγή Γνώσεων».
  Ψάχνοντας στο λήμμα της βικιπαίδειας για τον συγγραφέα είδα ότι τα «Κλίματα» είναι το πιο γνωστό του έργο («Climats», 1928), με δυο ελληνικές μεταφράσεις, η μια του Γιάννη Κουχτσόγλου ως «Κυνηγώντας την ευτυχία» (Μορφωτική επιστημονική Εταιρία, 1952) και η άλλη του Μανώλη Γιαλουράκη, πιθανόν με τον πρωτότυπο τίτλο (Πανεπιστημιακός τύπος-Φοντάνα, χχ). Γκουγκλάροντας τον γαλλικό τίτλο βρήκα ότι πρόκειται ακριβώς για αυτό το μυθιστόρημα που εδώ δίνεται με τον τίτλο «Ζητώντας την ευτυχία». Τώρα, γιατί δεν αναγράφεται ούτε εκδοτικός οίκος ούτε και αυτό το έργο στο εξώφυλλο, η μόνη εικασία που μπορώ να κάνω είναι ότι πρόκειται για πειρατική έκδοση.
  Μια σπουδή πάνω στη ζήλεια είναι τα «Κλίματα» (θυμήθηκα τα «Κλίματα αγάπης» του Nuri Bilge Ceylan, όπως μεταφράστηκε στα ελληνικά η ταινία του «Iklimler»).
  Ο Φίλιππος αφηγείται την ιστορία της ζωής του. Δεν πρόκειται για πρωτοπρόσωπη αφήγηση της οποίας αποδέκτης είναι ο αναγνώστης, αλλά για πρωτοπρόσωπη αφήγηση της οποίας αποδέκτης είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται άμεσα κάποιες φορές, όπως: «Θα προσπαθήσω να σου εξηγήσω τα αισθήματα που με ωδηγούσαν, γιατί θα σε βοηθήσουν να καταλάβεις αργότερα τον παράξενο ρόλο που έπαιξε η Μίζα στη ζωή μου. Αν επιθυμούσα νάμαι μόνος με την Οντίλ…» (σελ. 90).
  Ποιο είναι αυτό το πρόσωπο; Το μαθαίνουμε αργότερα: είναι η δεύτερη γυναίκα του, η Ιζαμπέλ. Της γράφει αυτό το εκτενές αυτοβιογραφικό κείμενο για να τον γνωρίσει καλύτερα. Πολύ ειλικρινές εκ μέρους του, μια και πρόκειται να παντρευτούν και δεν θέλει να της κρύψει τίποτα από τη ζωή του, και κυρίως βέβαια για τον μεγάλο του έρωτα, την Οντίλ, την πρώτη του γυναίκα.
  Εξαιρετικές οι προσωπογραφίες που δίνει ο Μωρουά, τόσο του ίδιου όσο και της Οντίλ. Με οξυδέρκεια παρατηρεί και περιγράφει τη ζήλεια στις πιο λεπτές της αποχρώσεις. Όμως δεν πρόκειται για ζήλεια κατά φαντασίαν. Κάποια στιγμή αποδεικνύεται ότι η ζήλεια του είναι βάσιμη, και βέβαια πέραν πάσης αμφιβολίας όταν η Οντίλ του ζητάει να χωρίσουν γιατί είναι ερωτευμένη με τον Φρανσουά και σκοπεύουν να παντρευτούν.
  Χωρίζουν φιλικά, και αυτός φέρεται ολότελα μεγαλόψυχα απέναντί της, όπως και ο σύζυγος στη νουβέλα του Σεγκύρ.
  Το αποτέλεσμα;
  Ο Φρανσουά δεν ήταν ιδιαίτερα ερωτευμένος μαζί της, σε αντίθεση με αυτή. Της φερόταν με σκαιότητα κάποιες φορές. Στο τέλος η Οντίλ, απογοητευμένη, θα αυτοκτονήσει. Σκεφτόταν άραγε τον Φίλιππο που έχασε; Σημασία λοιπόν δεν έχει μόνο να αγαπάς (Τίτλος ταινίας του «Αντρέι Ζουλάφσκι», έχουμε γράψει γι’ αυτήν) αλλά και να αγαπιέσαι.
  Το δεύτερο μέρος είναι η αφήγηση της Ιζαμπέλ. Απευθύνεται στον Φίλιππο, όμως συχνότερα αναφέρεται σ’ αυτόν στο τρίτο πρόσωπο. Πρόκειται λοιπόν για μια αποστροφή in absentia, μια και στο τέλος μαθαίνουμε ότι είναι νεκρός. Έχει πεθάνει από πνευμονία.
  Στην αφήγησή της, μικρότερη σε σχέση με την αφήγηση του Φιλίππου στο πρώτο μέρος, μαθαίνουμε για τη δική της ζήλεια. Εδώ βλέπουμε μια ακόμη πλευρά της ζήλειας, εκτός βέβαια από τη γυναικεία: η φιλενάδα του άντρα της κάποια στιγμή τον παρατάει και αυτός βυθίζεται σε απελπισία.
  Ενώ η ζήλεια του με την Οντίλ ήταν τεκμηριωμένη, στην αφήγηση αυτή της Ιζαμπέλ φαίνεται να υπάρχει και κάτι το παθολογικό σ’ αυτήν, εκτός πια και αν η ζήλεια δεν είναι κάτι το παθολογικό αλλά η συνήθης κατάσταση ενός ζευγαριού. Γιατί τη ζηλεύει κι αυτήν. Διαβάζουμε:
  «Βγήκαμε μαζί και περάσαμε τ’ απόγευμα θαυμάσια. Σ’ αυτό το διάστημα μου αποκάλυψε κάτι αισθήματα που ως αυτή τη στιγμή δεν τα είχα μαντέψει τόσο μεγάλα. Τον καταλάβαινα που ζήλευε. Η ζήλεια του όμως αυτή είταν κουτή. Απ’ τη μέρα του γάμου μου με τον Φίλιππο, είχα γίνει ανίκανη να «ιδώ» άλλον άνδρα. Αλλά ο Φίλιππος είταν έτσι πλασμένος. Τον βασάνιζε πάντα η αμφιβολία. Ήξερα πως είταν γι’ αυτόν μια ιδέα έμμονη. Είχα διαβάσει την ιστορία της προηγούμενης ζωής του. Είταν πάντα χαρακτήρας ανήσυχος. Εγώ περίμενα το παιδί μου ύστερ’ από τέσσερις μήνες και σκεφτόμουνα μόνο το παιδί μου κι αυτόν. Αυτός όμως δεν το έβλεπε» (σελ. 171).
  Εξαιρετικό το έργο αυτό του Αντρέ Μωρουά, που όπως είπαμε είναι αυτό που διαβάστηκε πιο πλατιά, ενός συγγραφέα που είναι περισσότερο γνωστός για τις βιογραφίες του. Τελικά έκανα πολύ καλά να διαβάσω αυτό το βιβλίο. Πιτιγκρίλι, Νικολά Σεγκύρ, Αντρέ Μωρουά, ποιος τους διαβάζει σήμερα; Ανασκαλεύοντας τα βιβλία των μαθητικών μου χρόνων τους βρήκα και τους γνώρισα. Και άξιζε πραγματικά τον κόπο.


No comments: