Γιάννης Ξανθούλης, Ο σόουμαν δεν θα ’ρθει απόψε
Ο "Σόουμαν δεν θα 'ρθει απόψε" (Καστανιώτης 1985) αποτελεί
μια εκπληκτική συναίρεση σκληρότητας και
τρυφερότητας. Τρυφερότητας η οποία είχε κάνει για πρώτη φορά
την εμφάνισή της στο προηγούμενο έργο. Όσο για τη
σκληρότητα, κυρίαρχη στα δυο πρώτα, θα εξαφανισθεί στο
αριστουργηματικό "Το πεθαμένο λικέρ", το επόμενο βιβλίο του
Ξανθούλη. Εδώ εμφανίζεται με τη μορφή εκδίκησης. Ο αφηγητής
σκοτώνει κτυπώντας με αμάξι την υποδιευθύντρια του
ορφανοτροφείου όπου μεγάλωσε.
Η τρυφερότητα του έργου ξεχύνεται μέσα από την αφήγηση του
κεντρικού ήρωα, η οποία έχει σαν αποδέκτη τον κουτσό
συγκάτοικο και φίλο του, σύντροφό του στο ορφανοτροφείο όπου
μεγάλωσαν, και ο οποίος σκοτώθηκε εκσφενδονιζόμενος πάνω από
τη μεγάλου κυβισμού γιαμάχα του, η οποία λειτουργούσε σαν
υποκατάστατο για το κουτσό του πόδι. Ο αφηγητής, πιο
τυχερός, θα σωθεί μισοκατασπαραγμένος από αδέσποτα σκυλιά από
το Σόουμαν, μια βεντέτα της εποχής στο χώρο του θεάματος.
Ο αφηγητής είναι γεμάτος καλλιτεχνικές ευαισθησίες, ακούει
κλασική μουσική, γράφει στίχους. Μέχρι τότε ζούσε τη ζωή του
περιθωριακού, πουλώντας το κορμί του. Θα ανασύρει το Σόουμαν
από την απελπισία όπου τον έριξε η θάνατος της μητέρας του
με την οποία είχε αιμομικτικές σχέσεις, θα παίξει το ρόλο της
λειτουργώντας σαν υποκατάστατό της, και στη συνέχεια θα του
γράφει στίχους και κείμενα για τα σόου του. Ο Σόουμαν ζηλεύει
όμως τη σχέση του με την τραγουδίστριά του, και θα της
καρφώσει ένα ψαλίδι στο λαιμό. Αυτή σώζεται, όμως ο αφηγητής
φεύγει ακολουθούμενος από την αγέλη των σκυλιών, τα οποία
περιμάζευε κατά καιρούς από τους δρόμους ο Σόουμαν, αμέσως
μόλις ξεψυχάει η Ευρύκλεια, η πιστή υπηρέτρια του σπιτιού.
Μετά τα ορφανά του ορφανοτροφείου, που τη μαύρη ζωή και
προοπτική τους περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα ο
αφηγητής, ο Σόουμαν είναι το πιο τραγικό πρόσωπο της ιστορίας,
καταδικασμένος στη μοναξιά. Μανιοκαταθλιπτικός, αγοραφοβικός,
απρόβλεπτος στη συμπεριφορά του, με συχνές εκρήξεις
οργής, στέκει περίπου σαν σύμβολο ή σαν ακραία εκδοχή του λίγο
πολύ ταραγμένου ψυχισμού των περισσότερων καλλιτεχνών.
Ομοφυλόφιλοι σαν αυτόν, ενός ανώτερου κοινωνικού
status, ζηλιάρηδες με τα τεκνά τους, όταν δεν δολοφονούνται
απ' αυτά, εγκαταλείπονται.
Η ποιητική γλώσσα του Ξανθούλη με αυτό τον οίστρο των πιο
απρόβλεπτων παρομοιώσεων, των πιο πρωτότυπων
προσωποποιήσεων, βρίσκεται εδώ σε μια κορύφωση που δίνει την
εντύπωση της εκζήτησης. Δεν είναι τυχαίο που η γλώσσα αυτή
υποχωρεί σημαντικά ήδη στο επόμενο έργο. Όσο για το
γκροτέσκ, ενώ ανοίγει την αυλαία (τα σκυλιά, όπως και τα σκυλιά
του Αλέξη Πανσέληνου στο "Θάνατο της Μπέτσυς" στη συλλογή
διηγημάτων "Ιστορίες με σκύλους", μιλάνε, και διηγούνται για
τον Σόουμαν στον κατασπαραγμένο αφηγητή που ψήνεται στον
πυρετό)στη συνέχεια εγκαταλείπεται. Θα ξανακάνει μόνο μια
μικρή εμφάνιση πάλι στο "Πεθαμένο λικέρ". Τα περίεργα όμως
ονόματα, με τα οποία έβριθαν τα προηγούμενα βιβλία του, θα
εξαφανισθούν οριστικά.
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment