Cary Joji Fukunaga, No time to die (2021)
Εξακολουθεί να παίζεται στους κινηματογράφους.
Τα χριστιανόπουλα θα πάμε με χαρά/ να δούμε πράκτορα 007.
Δεκαετία του εξήντα, τότε που πράκτορας 007 ήταν ο Σον Κόνερι.
Έχω μείνει εκεί. Δεν θυμάμαι να έχω δει τον Ρότζερ Μουρ. Ούτε και το «No time to die» θα έβλεπα, τα κατασκοπευτικά και τα περιπετειώδη έργα δεν είναι το γούστου μου αν και τα βλέπω κάποιες φορές για χαλάρωση, αλλά είπα να κάνω μια ακόμη εξαίρεση, παίζεται τόσες βδομάδες, να ξεφύγω λίγο από τα σινεφίλ και τα drama που μου αρέσουν.
Δεν έχει νόημα να πω την υπόθεση. Έχουμε και εδώ το γνωστό μοτίβο, ο σουπερήρωας που θα σώσει τον κόσμο από τον κακό. Τα υλικά είναι γνωστά, κυνηγητό με αυτοκίνητα, γρονθοκοπήματα και άφθονο πιστολίδι. Ευτυχώς εδώ τα πυρά ήταν άσφαιρα.
Ενώ στα έργα του είδους υπάρχει ο απόλυτος μανιχαϊσμός, ο καλός αντιμετωπίζει τον κακό ο οποίος είναι απόλυτα κακός, εδώ ο κακός έχει τα δίκια του. Επιπλέον έκανε μια πολύ καλή πράξη.
Μου άρεσε πολύ ο έρωτας, που εδώ προβάλλεται πάρα πολύ σε σχέση με άλλα παρόμοια έργα που έχω δει. Και η Λεά Σεϊντού έχασε κάποια κιλά, την θυμάμαι παχουλούτσικη στην «Αδελφή» (2012), μια ταινία που μου άρεσε πολύ.
Υπάρχει κάτι που δεν μου άρεσε, όμως δεν θα σας πω ποιο είναι αυτό. Εγώ δεν κάνω σπόιλερ, είμαι σαν τον Ποκοπίκο, τάφος στα μυστικά. Μπορώ μόνο να σας πω ότι αν ακούσω ότι γυρίζεται πάλι ταινία με τον Τζέημς Μποντ θα καραφλιάσω. Μια φορά μόνο έγινε το θαύμα, με το Λάζαρο.
Καθώς έβλεπα την ταινία μου ήλθε στο μυαλό μια ξεχασμένη ανάμνηση. Αλλά πρώτα να παραθέσω ένα απόσπασμα από μια πρόσφατη ανάρτησή μου.
«“Ωρέ Δερμιτζάκη, ωρέ πληρωμένο να σ’ έχανε δεν θα μου ’γραφες τέτοια πράματα”. Σχόλιο του καθηγητή μου, θεολόγου που μας έκανε φιλολογικά μαθήματα στην πρώτη γυμνασίου, για την έκθεσή μου για την αποταμίευση. Είχα γράψει ότι όποιος αποταμιεύει είναι βλάκας, αντί να αποταμιεύει θα πρέπει να επενδύει.
Σε εργασία για τον Διγενή Ακρίτα, τρία χρόνια πιο ύστερα, πρώτη λυκείου, έγραψα ότι ο Τζέημς Μποντ είναι καλύτερος, γιατί δεν χρησιμοποιεί μόνο τη σωματική του δύναμη αλλά και το μυαλό του. Δημοκρατικότατος ο φιλόλογός μου, ο Δημήτρης Παπαδάκης, δεν θυμάμαι να θύμωσε που έθιξα αυτό το ιερό σύμβολο του έθνους μας. Αλλά σε εκείνη την ηλικία ήμουν πνεύμα αντιλογίας. Επίσης στην πρώτη λυκείου ήταν που διάβασα στην τάξη αποσπάσματα από το «Λυκόφως των ειδώλων», στα οποία ο Νίτσε κατακεραυνώνει τον Σωκράτη.
Αν ζούσα την εποχή της εικονομαχίας, σίγουρα θα ήμουν με τους εικονοκλάστες.
Έχω μανία με τις συμπτώσεις. Μάλιστα ένα αυτοβιογραφικό μου κείμενο το τιτλοφορώ «Οι ρίζες της σύμπτωσης», με υπότιτλο «Ο έρωτας». Μια και αναφέρθηκα στον φιλόλογό μου τον Δημήτρη τον Παπαδάκη (γράφω περισσότερα γι’ αυτόν στην ανάρτησή μου για το «Λυκόφως των ειδώλων»), θα γράψω μια ακόμη σύμπτωση απ’ αυτές που μου έχουν συμβεί, αν και, για την ακρίβεια, η σύμπτωση που θα αναφέρω συνέβη σ’ αυτόν και με πήρε τηλέφωνο να μου την πει.
Ποια ήταν η σύμπτωση αυτή;
Να παραθέσω όμως πιο πρώτα ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου «Η λαϊκότητα της κρητικής λογοτεχνίας» (Δωρικός, 1991).
«Όμως στο άρθρο του φιλόλογού μου στο γυμνάσιο Δημήτρη Παπαδάκη «Το κρυφό σχολειό της μονής Φανερωμένης Ιεράπετρας και η Κριτσοτοπούλα Ροδάνθη (Κρητική Εστία, Ιαν. - Φεβρ. 1981)…».
Βλέπει στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου στο Ηράκλειο το βιβλίο μου. Πηγαίνει μέσα, το παίρνει, το ανοίγει, και το μάτι του πέφτει πάνω στη σελίδα που γράφει το όνομά του.
Ξεστρατίσαμε από τον Τζέημς Μποντ. Να κλείσουμε λέγοντας ότι για τους λάτρεις του είδους είναι μια πολύ καλή ταινία. Το δείχνει εξάλλου και η βαθμολογία της στο IMDb, 7,5.
No comments:
Post a Comment