Volker Schloendorff, Ulhzan (2007)
Ένας άνδρας που σκοτώθηκε η γυναίκα του και τα δυο παιδιά
του πηγαίνει στο Καζακστάν, σε ένα μέρος όπου πηγαίνουν οι καμήλες όταν είναι
να πεθάνουν, για να πεθάνει. Συναντάει κατά διαστήματα έναν περίεργο τύπο που
πουλάει λέξεις, ενώ η Ουλζάν, μια δασκάλα γαλλικών που συναντάει στην πορεία
του, τον ακολουθεί, μαντεύοντας το σκοπό του, σε μια προσπάθεια να τον
μεταπείσει. Το τέλος μου θύμισε την «Μπαλάντα του Ναραγιάμα» του Σοχέι
Ιμαμούρα. Στην κορυφή ενός χιονισμένου βουνού, περιμένει το θάνατο. Η Ουλζάν που
έχει φύγει με τα δυο άλογα γυρνάει πίσω, αφήνει σε απόσταση το δικό του με λίγο
σανό, δένοντάς το σε μια πέτρα. Αυτός γυρνάει και το κοιτάζει. Τα γράμματα
πέφτουν, χωρίς να είμαστε σίγουροι αν έχει μετανιώσει, και έχει γυρίσει να το
πάρει. Μια σπουδή της ανθρώπινης απελπισίας που οδηγεί στην αυτοκτονία, η οποία
τονίζεται περισσότερο από το εξωτικό περιβάλλον στο οποίο τοποθετείται η
ιστορία.
No comments:
Post a Comment