Γιάννης Οικονομίδης, Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς (2020)
Παίζεται στο Αττικό άλσος
Έχω δει πακέτο τον Οικονομίδη. Στο τέλος της ανάρτησης γράφω: «Ο εξαιρετικός σκηνοθέτης που έπασχε σεναριακά έχει βρει πια τον εαυτό του. Περιμένουμε με ανυπομονησία την καινούρια του ταινία».
Μάλλον έλεγα ψέματα. Η φοβερή βωμολοχία δεν μου άρεσε. Δεν πήγα να τη δω στη δημοσιογραφική προβολή. Διάβασα μετά ότι και αυτή η ταινία είναι γεμάτη βωμολοχία.
Ο λόγος που την είδα είναι για τις αναμνήσεις. Όπως πήγα και είδα το «Tenet» που μετά το «Inception» δεν είχα καμιά διάθεση να το δω, για τον απλό λόγο ότι παιζόταν στη γειτονιά μου, στο cine Γαλάτσι, ένα σινεμά που με γεμίζει με αναμνήσεις, για τον ίδιο λόγο πήγα και είδα την «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», γιατί παιζόταν στο «Αττικό», στο αττικό άλσος όπου περπάταγα για χρόνια.
Η πλοκή μού ήταν ιδιαίτερα μπερδεμένη. Θα έλεγα λόγω ηλικίας, αλλά νομίζω πως όχι. Θα εξηγήσω το γιατί.
Διάβασα την πλοκή στη βικιπαίδεια και πάλι δεν κατάλαβα πολλά πράγματα. Αν την διάβαζα βέβαια πεντέξι φορές θα έβγαζα άκρη, αλλά δεν είχα τέτοια διάθεση.
Βγαίνοντας από το σινεμά άκουσα κάποιον πίσω μου να λέει «Δεν κατάλαβες ρε μαλάκα; Η γκόμενα πήρε τελικά τα λεφτά».
Παρεμπιπτόντως, τη λέξη μαλάκα στην ταινία την ακούμε πάμπολλες φορές. Αν είχα το σενάριο, βάζοντας στο «εύρεση» του word τη λέξη «μαλάκα» θα σας έλεγα ακριβώς πόσες.
Τελικά εγώ κατάλαβα το τέλος καλύτερα από ό,τι ο τύπος. Κρίμα που δεν κοίταξα πίσω μου να δω πόσο χρόνων ήτανε. Δεν πήρε τα χρήματα η γκόμενα, αυτό το κατάλαβα. Τα πήρε βέβαια στην αρχή, όμως μετά τα πήρε ο δολοφόνος, και μετά απ’ αυτόν...
Η ταινία κατά τα πρώτα δύο τρίτα ήταν κωμωδία και κατά το τελευταίο τρίτο αστυνομική.
Το Kyogen είναι ένας κωμικός διάλογος που παίζεται ανάμεσα στις δυο πράξεις του θεάτρου Νο. Εδώ έχουμε κωμικούς μονόλογους με τη χυδαία γλώσσα με την οποία μας έχει συνηθίσει ο Οικονομίδης, ενώ ο απέναντι ακούει μόνο. Επειδή έχω εύκολο το γέλιο, αν έβλεπα μόνος στο σπίτι την ταινία θα αναρωτιόμουνα μήπως μόνο εγώ εύρισκα αυτούς τους μονόλογους κωμικούς, όμως στο σινεμά πάρα πολλοί άλλοι γέλαγαν επίσης.
Λίγες οι περιπτώσεις που έχουμε πραγματικό διάλογο. Θα αναφέρω μια.
Τσακώνονται δύο. Ο ένας λέει «Θέλω να ξέρω». Ο άλλος λέει «Εγώ δεν θέλω να ξέρω». Όλο και περισσότερο αρπάζοναι επαναλαμβάνοντας αυτές τις δυο φράσεις σε όλους τους τόνους, προκαλώντας το γέλιο.
Και μόνο αυτό το γέλιο δικαιώνει στη συνείδησή μου την ταινία.
Το δεύτερο μέρος είναι το αστυνομικό μέρος, στο οποίο δεν γελάμε καθόλου. Πληρωμένοι δολοφόνοι σκορπούν το θάνατο, ο τόπος γεμίζει πτώματα. Αναρωτιέμαι αν θα μείνει κανείς τελικά.
Θα το κάνω το σπόιλερ, αφού το κάνει η βικιπαίδεια: Η γκόμενα τη γλιτώνει. Στην τελευταία σκηνή τη βλέπουμε να κουβαλάει τις βαλίτσες της και να πηγαίνει στο ταξί που θα τη μεταφέρει στην Πάτρα, κοντά στους γονείς της, για μια καινούρια ζωή. Ο Μάνος που είχε αρνηθεί να την ακολουθήσει θα το πληρώσει με τη ζωή του.
Χωρίς να πολυκαταλαβαίνω την πλοκή απόλαυσα τα επεισόδια, περισσότερο βέβαια του πρώτου μέρους μια και νάμπερ ουάν στις προτιμήσεις μου είναι οι κωμωδίες.
Όσοι αποφασίσετε να τη δείτε και είστε κοντά στο Αττικό άλσος, δείτε την στο Αττικό. Είναι ένα πραγματικά ειδυλλιακό σινεμά. Στο Αθηνόραμα διάβασα ότι αρχίζει έντεκα παρά δέκα, όμως άρχισε τουλάχιστον ένα τέταρτο αργότερα, καθώς είχε αργήσει να τελειώσει η προβολή της ταινίας «Με κομμένη την ανάσα».
Τελικά ξανακοιτάζοντας το Αθηνόραμα βλέπω ότι δεν έχετε επιλογή, μόνο εκεί παίζεται.
No comments:
Post a Comment