Από σήμερα στους κινηματογράφους.
Σαν φαν του ιρανικού κινηματογράφου που είμαι έχω
δει τις τελευταίες πέντε ταινίες του Μοχάμαντ Ρασούλοφ, και συγκεκριμένα: «Το σιδερένιο νησί», «Head wind» «The white meadows», «Αντίο» και «Manuscripts don’t burn».
Η ταινία «Ένας ακέραιος άνθρωπος» είναι η
έκτη του που είδαμε στη δημοσιογραφική προβολή.
«Το σιδερένιο νησί» είναι μια συγκινητική ταινία,
γεμάτη ανθρωπιά. «Τα άσπρα λιβάδια» μια ταινία φαντασίας που με άφησε αμήχανο.
Οι υπόλοιπες τρεις είναι ταινίες που στέκονται κριτικά απέναντι στο καθεστώς. Το
«Head wind», ντοκιμαντέρ, έχει σαν θέμα τη λογοκρισία. Το
«Αντίο» έχει σαν θέμα την προσπάθεια των ιρανών να φύγουν από τη χώρα τους, ενώ
η ταινία «Τα χειρόγραφα δεν καίγονται», βασισμένη σε πραγματικό γεγονός, αναφέρεται
στις διώξεις που υφίστανται οι αντικαθεστωτικοί συγγραφείς στο Ιράν.
Η ταινία «Ένας ακέραιος άνθρωπος» έχει σαν
θέμα τη διαφθορά.
Και εδώ βλέπω το δίπολο συμβιβασμός/μη
συμβιβασμός, που είδα μόλις προχθές στην ταινία «The room». Συνήθως οι δυο στάσεις ζωής ενσαρκώνονται από διαφορετικά πρόσωπα, και ενώ
προβάλλεται σαν αξία ο μη συμβιβασμός, ο μη συμβιβασμένος καταλήγει να
συντριβεί «ένδοξα». Στο «Δωμάτιο» είδα για πρώτη φορά τον μη συμβιβασμό να
απαξιώνεται, και στο «Ένας ακέραιος άνθρωπος» ο μη συμβιβασμός και ο
συμβιβασμός να ενσαρκώνονται από το ίδιο πρόσωπο. Ο τελικός συμβιβασμός του
ήρωά του εκφράζει την απαισιοδοξία του Ρασούλοφ, τόσο για την πολιτική
κατάσταση στην πατρίδα του όσο και για τις προσωπικές του περιπέτειες με τη
λογοκρισία.
Και όχι μόνο.
Την ανάρτηση την έκανα στις 7 Δεκεμβρίου. Ήταν μια έκκληση για υπογραφές για την
απελευθέρωση του Μοχάμαντ Ρασούλοφ, που βρίσκεται στη φυλακή, μάλλον
προφυλακισμένος.
Ψάχνοντας τώρα στο διαδίκτυο, διαβάζω σε ένα
μεταγενέστερο σύνδεσμο ότι κινδυνεύει να καταδικαστεί ακριβώς γι’ αυτή
την ταινία.
Ο ήρωάς του αρνείται να δωροδοκήσει. Αυτό τον
έμπλεξε σε μεγάλες περιπέτειες. Στο τέλος θα συμβιβαστεί. Ο σκηνοθέτης όμως, αντίθετα
με τον ήρωά του, δεν δείχνει να συμβιβάζεται. Ελπίζουμε να γλιτώσει την
καταδίκη.
Σε μας η δίωξη για αυτή την ταινία μας φαίνεται
ακατανόητη. Οι αμερικάνοι κάνουν συνέχεια ταινίες που καταγγέλλουν τη διαφθορά,
που ξεκινάει από την αστυνομία και φτάνει σε ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια, και
κανείς δεν τους διώκει. Αυτή είναι και η υπεροχή της δημοκρατίας, το να μπορείς
να στηλιτεύεις τα κακώς κείμενα χωρίς να νιώθεις ότι βάζεις το κεφάλι σου στον
ντρουβά (το γράφω στα κρητικά).
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο θέμα που και
αυτό είναι ασυγχώρητο για το καθεστώς, γιατί το εκθέτει: η μη ανοχή στις
θρησκευτικές μειονότητες. Δεν μαθαίνουμε τι θρησκεύματος ήταν η μαθήτρια που
διώχτηκε από το σχολείο, όπως και οι γονείς της που αντιμετώπισαν προβλήματα
στην επαγγελματική τους ζωή. Η αποβολή της αυτή όμως της στοίχισε, και της
κόστισε (όμως ας μην κάνουμε σπόιλερ, τι και πώς).
Στην ταινία αυτή του Ρασούλοφ αντιμετώπισα
το ίδιο πρόβλημα που αντιμετώπισα και στα «Γαλάζια λιβάδια»: το τέλος μου ήταν
αφηγηματικά ασαφές, από το σημείο που ο ήρωας άρχισε να μεταστρέφεται και να
συμβιβάζεται. Δεν κατάλαβα λεπτομέρειες, όμως ο συμβιβασμός του φαίνεται
σαφέστατα στις τελευταίες σκηνές.
Το έχω αντιμετωπίσει και με άλλες ταινίες,
και είναι μια εγγενής αδυναμία της κινηματογραφικής αφήγησης. Πολλές φορές δεν
μπορείς να συνδέσεις τα επεισόδια και τις σκηνές, γιατί απουσιάζει η σύνδεση
που υπάρχει στη γραπτή αφήγηση. Στο μυαλό του σκηνοθέτη υπάρχει η σύνδεση γιατί
έχει όλη την πλοκή στο μυαλό του, συχνά όμως «ξεχνά» το θεατή.
Πολλές φορές, πραγματικά, ο θεατής πρέπει να
έχει μαντικές ικανότητες.
Παρά την ένστασή μου αυτή, η ταινία μου άρεσε
πάρα πολύ.
No comments:
Post a Comment