Η ταινία είναι
μεταφορά δυο μυθιστορημάτων που αναφέρονται σε πραγματικό γεγονός. Το γεγονός
αυτό που συνέβη σε ένα μοναστήρι ήταν ένας εξορκισμός που οδήγησε στο θάνατο
μια κοπέλα και στη καταδίκη του ηγούμενου και τεσσάρων καλογριών. Αυτά, το
2005.
Ο αντικληρικαλισμός
είναι έντονος σ’ αυτό το έργο. Κι εγώ ένιωσα έκπληξη μαθαίνοντας ότι στον 21ο
αιώνα γίνονται ακόμη τέτοιου είδους εξορκισμοί. Η κοπέλα έπασχε από
σχιζοφρένεια (ο πατέρας της, χωρισμένος, είχε αυτοκτονήσει και η ίδια με τον
αδελφό της μεγάλωσαν σε ορφανοτροφείο), έτσι απεφάνθη το τοπικό νοσοκομείο στο
οποίο στάλθηκε από το μοναστήρι μετά από μια υστερική κρίση που την έπιασε.
Είχε έλθει από τη Γερμανία να επισκεφθεί μια φίλη της καλόγρια που μεγάλωσαν μαζί στο ορφανοτροφείο. Σκοπός
της όμως ήταν να την πείσει να έλθει μαζί της στη Γερμανία, όπου είχε βρει
δουλειά και για τις δυο τους σε ένα κρουαζιερόπλοιο. Θα συναντήσει την άρνησή της.
Το νοσοκομείο, χωρίς
να την έχει αποθεραπεύσει, την ξανάστειλε πίσω στο μοναστήρι για να την
φροντίσουν οι καλόγριες. Όχι, δεν είναι σχιζοφρενής, είναι δαιμονισμένη, ο
σατανάς είναι μέσα της και πρέπει να τον βγάλουμε οπωσδήποτε· αυτό
«διέγνωσε» ο ηγούμενος. Οι καλόγριες φυσικά συμμερίσθηκαν την άποψή του.
Δεν ήξερα ότι η
ταινία βασιζόταν σε πραγματικό γεγονός παρά μόνο αφού την είδα, διαβάζοντας το σχετικό
λήμμα στη βικιπαίδεια. Αναρωτιόμουνα τι νόημα μπορεί να έχει μια τέτοια ταινία
στην εποχή μας. Μετά κατάλαβα.
Το άλλο θέμα βέβαια,
που χωρίς να είναι κεντρικό θίγεται όμως, είναι η ανεπάρκεια των ιατρικών υπηρεσιών.
Η κοπέλα έπρεπε να σταλεί σε ένα ίδρυμα, όμως το νοσοκομείο αποφάσισε να τη
στείλει πίσω στο μοναστήρι. Και βέβαια το συναισθηματικό κλίμα της ταινίας,
πέρα από τον αποτροπιασμό για τέτοιου είδους εξορκισμούς, είναι ο «έλεος», με
την αριστοτελική σημασία του όρου, για αυτή την κοπέλα, που η δυστυχισμένη
παιδική της ηλικία αποτέλεσε σίγουρα τον βασικό αιτιακό παράγοντα της
ψυχασθένειάς της.
Εγώ μπορεί να νιώθω
αποτροπιασμό για τέτοιου είδους πρακτικές, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι συμβαίνει
το ίδιο με κάθε θεατή. Η βικιπαίδεια στο τμήμα «κριτική ανταπόκριση» παραθέτει
μόνο το παρακάτω απόσπασμα:
Spare, unadorned and strikingly shot, Cristian
Mungiu's film is an unusual rendering of a Romanian exorcism case and is bound
to split both audience and critical opinions, some considering it a major
achievement and others blaming it for overlong pretentious sensationalism. But it will certainly not pass unnoticed.
Το ότι θα διχάσει και θεατές και κριτικούς αυτό είναι σίγουρο, όμως όχι σε αυτούς που θα την θεωρήσουν πολύ καλή ταινία και σε εκείνους που θα της καταλογίσουν ένα επιτηδευμένο συναισθηματισμό (τον έλεο για τον οποίο μίλησα πιο πάνω) αλλά σε εκείνους που θα καταδικάσουν τέτοιου είδους πρακτικές και σε εκείνους που θα τις υπερασπιστούν, όπως διχάσθηκε και η κοινή γνώμη με το πραγματικό γεγονός.
Το ότι θα διχάσει και θεατές και κριτικούς αυτό είναι σίγουρο, όμως όχι σε αυτούς που θα την θεωρήσουν πολύ καλή ταινία και σε εκείνους που θα της καταλογίσουν ένα επιτηδευμένο συναισθηματισμό (τον έλεο για τον οποίο μίλησα πιο πάνω) αλλά σε εκείνους που θα καταδικάσουν τέτοιου είδους πρακτικές και σε εκείνους που θα τις υπερασπιστούν, όπως διχάσθηκε και η κοινή γνώμη με το πραγματικό γεγονός.
Δεν είμαι κατά των
εξορκισμών εφόσον αυτοί είναι ακίνδυνοι, δεν κοστίζουν και μπορεί να
λειτουργήσουν θεραπευτικά σαν υποβολή, όχι όμως όταν δένουν τον φουκαρά τον
άρρωστο πάνω σε μια σανίδα με αλυσίδες και του βουλώνουν το στόμα για να μη
φωνάζει.
Δεν μου αρέσουν έργα
με σκηνικό μοναστήρια. Η κακή μετάφραση δεν ήταν ο μόνος λόγος που δεν μου
άρεσε το «Κοιμητήριο της Πράγας» του Έκο, ήταν και το μεσαιωνικό σκηνικό του.
Και ίσως η απροθυμία μου να διαβάσω το «Όνομα του ρόδου» να μην οφείλεται μόνο
στη «φιλοδοξία» μου να το διαβάσω στο πρωτότυπο. Όμως, ενώ άρχισα να βλέπω την
ταινία με σκεπτικισμό, τελικά με απορρόφησε. Έκανα πολύ καλά που αποφάσισα να
δω και όσα έργα του Mungiu δεν είχα δει.
Η προηγούμενη ταινία
του Mungiu, η δεύτερη
ταινία του, ήταν η «Τέσσερις
μήνες, τρεις βδομάδες και δυο μέρες», για την οποία κάναμε ανάρτηση πριν
τέσσερις μήνες, δυο βδομάδες και τρεις μέρες. Η προηγούμενη ανάρτησή μας που
έγινε σήμερα ήταν για την πρώτη ταινία του «Δύση».
No comments:
Post a Comment