Μανόλης Πρατικάκης, Ο αρχέγονος φρουρός, Κέδρος 2021, σελ. 464
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα.
Είναι η δεύτερη φορά που η ποίηση συναντάει την πεζογραφία με τόσο μεγαλειώδη τρόπο. Η πρώτη ήταν «Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά» της Ρέας Γαλανάκη. Τώρα είναι το καινούριο μυθιστόρημα του Μανόλη Πρατικάκη.
Το μυθιστόρημα αυτό μπορεί να θεωρηθεί από πολλές απόψεις μια από τις καλύτερες εκδοχές του μεταμοντερνισμού. Σ’ αυτό βλέπουμε μια αλληλοδιαδοχή ειδών (genre) και υφών, ή καλύτερα μια διαπύδηση μεταξύ τους. Δεν έχουμε μόνο την παρείσφρηση καθαρών στίχων, κυρίως στο τέλος, αλλά και την ποιητική έκφραση μέσα σε κείμενα που μόνο στην πεζογραφία θα μπορούσαν να καταταγούν.
Υπερβαίνοντας τον μοντερνισμό, ο Πρατικάκης τού αποτίει φόρο τιμής με ένα εκτενές απόσπασμα που είναι μια «ροή συνείδησης» (Stream of consciousness) σαν αυτά που συναντήσαμε στον «Οδυσσέα» του Τζόις. Η μόνη τελεία που συναντάμε είναι στο τέλος του, όπως και στο «Φθινόπωρο του Πατριάρχη» του Μάρκες.
Το δοκιμιακό στοιχείο κατέχει μια σημαντική θέση, που όμως δεν είναι το κλασικό δοκιμιακό, είναι το επιστημονικό επενδυμένο ποιητικά. Ο Μανόλης μιλάει πάρα πολύ συχνά με την ιδιότητά του ως ψυχιάτρου, και το στόρι βέβαια είναι μια ψυχοπαθολογική περίπτωση. Ακόμη περιγράφει χοντρικά ένα τρόπο θεραπείας της σεξουαλικής ανικανότητας.
Όμως ο Μανόλης δεν μιλάει μόνο σαν ψυχίατρος, αλλά και σαν μύστης της Ανατολής. Η ανατολική φιλοσοφία τον έχει επηρεάσει βαθύτατα, όπως και οι δικοί μας προσωκρατικοί με πρώτο και καλύτερο τον Ηράκλειτο, στον οποίο αναφέρεται πολύ συχνά. Ο πολιτισμός είναι πηγή δυστυχίας, μας λέει ο Φρόιντ. Η εγωπάθεια είναι η πηγή δυστυχίας του σύγχρονου «πολιτισμένου» ανθρώπου, μας λέει ο Πρατικάκης.
Παραμυθάς όπως και ο Κάφκα, εγκιβωτίζει κατά διαστήματα ιστορίες οι οποίες τοποθετούνται στην Κίνα κυρίως. Νόμιζα ότι τις είχε αντλήσει από κάποια διαβάσματά του και ένιωσα έκπληξη όταν με διαβεβαίωσε ότι είναι δικές του πρωτότυπες ιστορίες, ιστορίες που εικονογραφούν τις αντιλήψεις του για το ανώτερο ήθος που πρέπει να μας διακρίνει στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Κάποιοι αφορισμοί του θα φωτίσουν επίσης ιδιαίτερα τις αντιλήψεις του. Από τις καλύτερες σελίδες του μυθιστορήματος είναι οι ταξιδιωτικές για τη Βομβάη. Τέλος έχει τέσσερις εκδοχές για την ιστορία του, ακριβώς όπως και ο Ακίρα Κουροσάβα στην ταινία του «Ρασομόν». Τρεις εκδοχές της ιστορίας βλέπουμε και στο «Τρέξε Λόλα, τρέξε» του Tom Tykwer και δυο εκδοχές στον «Απρόσμενο έρωτα» του Peter Howitt.
Όμως να μιλήσουμε για την πλοκή.
Ένας είναι ο κεντρικός ήρωας, σε τέσσερις εκδοχές της ιστορίας του όπως είπαμε.
Στην πρώτη τον βλέπουμε απλώς να μαζεύει σκόρπιες βαλίτσες. Έχει μαζέψει τόσες που δεν χωράει πια να μείνει ο ίδιος στο διαμέρισμά του. Θα νοικιάσει και δεύτερο, και τρίτο, όμως επειδή η μικρή του σύνταξη δεν επαρκεί για τέταρτο θα τη βγάζει στα παγκάκια.
«Όταν πήγε σπίτι την περιεργάστηκε σαν αναπάντεχο πολύτιμο δώρο της τύχης και της σύμπτωσης. Αφού τη σκούπισε σχολαστικά, την έβαλε πάνω στο τραπέζι με μεγάλη προσοχή. Δεν βιάστηκε να την ανοίξει. Είχε την παράξενη αίσθηση ότι μέσα της έκρυβε κάτι μοναδικό. Ίσως έναν μηχανισμό που ξεκλείδωνε το ίδιο το αναπάντεχο της ζωής. Εκείνη την αδιάβροχη ζώνη που χωρίζει τα μεγάλα θεωρήματα από τις ζωντανές εφαρμογές και πραγματώσεις. Με συγκινημένη προσοχή τράβηξε το κεντρικό φερμουάρ. Η επένδυση ήταν ολοκαίνουργια. Εκεί μέσα χωρούσε ολόκληρο νοικοκυριό. Η ολιγάρκειά του την έκανε να φαντάζει πελώρια. Tην ένιωθε να μεγαλώνει και να εκπτύσσεται τόσο που του φάνηκε σαν να μίκρυνε και να συμπτύχτηκε το σπίτι. Άσε τις θήκες από δω κι από κει, σαν τσέπες πλάγιες για τυχόν μικροπράγματα του ταξιδιού».
Γιατί τις μαζεύει τις βαλίτσες;
Αποτελούν σύμπτωμα μιας βαθιάς του επιθυμίας να ταξιδέψει –η ίδια σύμπτωμα άλυτων συγκρούσεων μέσα του – η οποία ταυτόχρονα ακυρώνεται από το φόβο του ταξιδιού. Μηχανεύεται τρόπους να το ματαιώνει, την τελευταία φορά ενώ βρίσκεται μπροστά στον γκισέ των εκδοτηρίων. Αυτή είναι η δεύτερη εκδοχή.
Και η τρίτη;
Θα τα καταφέρει επί τέλους να ταξιδέψει. Θα πάει στην Ινδία, για να συνειδητοποιήσει εκεί το καβαφικό «Είπες· Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα/ Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ’ αυτή».
Όχι, η Βομβάη δεν ήταν καθόλου καλύτερη, γέμισε φρίκη βλέποντας πόση δυστυχία μπορεί να υπάρχει στον κόσμο, και επέστρεψε.
Η μεγαλύτερη και η ωραιότερη κατά τη γνώμη μου είναι η τέταρτη εκδοχή. Πρόκειται για ένα ποιητικό ρομάντζο, όπου δυο ταλαιπωρημένος ψυχές, αυτός και μια κοπέλα που σπρώχτηκε στην πορνεία από τον ίδιο τον πατέρα της, θα ενώσουν τις ζωές τους. Κορυφαίες είναι οι λυρικές περιγραφές των ερωτικών τους συνευρέσεων.
Όχι, η πόλη δεν τους ακολούθησε όταν κατέφυγαν στην επαρχία για να ζήσουν την απλή ζωή των χωρικών, σε ένα αρκαδικό ιδεώδες που έχει άφθονους απόηχους από το «Walden» του Θορώ.
Μου αρέσουν τα happy end και συχνά παραθέτω το τέλος. Έτσι θα κάνω και τώρα, για να δώσουμε επί πλέον και ένα δείγμα γραφής.
«Τον αγκαλιάζει· ο Στέφανος τυλίγεται σ’ εκείνο το πτυσσόμενο βελούδο των χαδιών. Της λέει «Πάρε με, αλμυρή θάλασσα, στα βάθη σου· τα ωραία σου στήθη συμπυκνώνουν του πυθμένα το πλαγκτόν· μέσα στη λάμψη τους απορροφούν όλο το μαύρο. Κι όλη τη λαχτάρα των παιδιών που έρχονται από το μέλλον μας κι απ’ όλο μας το παρελθόν. Έλα εσύ των κυμάτων η Δονούμενη. Η Δεξαμένη και η Αψευδής. Η του Λεβάντε Ανεμόεσσα στη μεγάλη
μαΐστρα. Η Κυμοθόη και η παράφορη Αλμύρια.
Είσαι ένα παρθένο δάσος με πουλιά. Σε ξεφυλλίζω φύλλο φύλλο και πέταλο το πέταλο. Οι κραυγές σου είναι δρόσος. Το κορμί μου σε διαπερνά σαν ένα χάραμα. Γιατί η ώρα της αγάπης είναι ο μοναδικός τρόπος να ξημερώνει».
Και τώρα να παραθέσουμε κάποια ακόμη αποσπάσματα. Και πρώτα πρώτα ένα απόσπασμα από ποίημα. Τα ποιήματα κοσμούν σαν ιντερμέτζα το πεζόμορφο μυθιστόρημα· πεζόμορφο, γιατί στην ουσία είναι και αυτό ποίημα.
Να το πάλι ξεπροβάλλει το περιπλανώμενο πένθος μας
απ’ το τροπικό μονοπάτι που ποτέ δεν πήραμε.
Ξεπροβάλλει ένα πέτρινο άνθος που ήταν κάποτε
το λουλούδι του νου μας.
Λες και δε μας το ’χαν ειπωμένο: προσέξτε·
το αγκάθι είναι το φάντασμα του λουλουδιού του.
Η λήθη του. Ο λίθος του. Που πετρώνει
θάλασσες και βουνά…».
Και ένα ακόμη, με το οποίο αποτίει φόρο τιμής στην παραδοσιακή ποίημα. Ανισόμετροι οι στίχοι, όμως ομοιοκαταληκτούν σε ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία.
Πού πήγαν τόσοι αιώνες καθωσπρεπισμού·
δεν θα φύγει από μέσα μας ποτέ εκείνη η μαϊμού;
Λίγο να τραβηχτούνε οι ποινές κι οι επιπτώσεις
θα δούμε αγεληδόν των αξιών μας τις εκπτώσεις!
Το εφέ του ομοιοτέλευτου το συναντάμε συχνά στο μυθιστόρημα. Να δώσουμε δυο χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
« Ήταν γνωστό πως ήταν κούφιος. Ο άξονάς του άκουγες του κενού μικρές κραυγές –σαν βαλσαμωμένες προσταγές».
Το ομοιοτέλευτο εδώ είναι κραυγές-προσταγές
Και:
«στον μεγάλο λιμένα –οϊμένα».
«Αν και οι δικοί μας ποτέ τους δεν μας άφησαν να κατεβούμε στο μηχανουργείο. Τόσο μας είχανε τρομάξει· σαν εκεί να παραμόνευαν θαλάσσια τέρατα, τυφώνες, αρπάγες, στρόφιγγες κι ιμάντες που σε τραβούν σαν σκοτεινοί μαγνήτες. Για θερμαστές και δόκιμους μηχανικούς μας έλεγαν πως έχουν προσληφθεί φαντάσματα. Μια ζωή με πανουργίες δεν μας άφηναν ν’ αντιληφθούμε πως ζούσαμε χρόνια σε ένα μεταμφιεσμένο σε σπίτι ναυάγιο. Μας λέγανε πως πάμε ν’ ανασύρουμε χαμένους θησαυρούς ναυαγισμένων καραβιών. Όπως οι χρυσοθήρες που τρέχουνε στα πέρατα του κόσμου ενώ η πιο ακριβή φλέβα χρυσού είναι θαμμένη στην αυλή τους».
Αυτή είναι μια από τις πιο ξεχωριστές παραγράφους του βιβλίου.
«Ό,τι εκβιάζεις δαιμονίζεται και σ’ εκδικείται. Σε κυνηγά σαν φάντασμα αυτό που θάβεις. Σε χλευάζει. Καθώς με τη φρικτή σου τάξη του έχεις στερήσει το απρόβλεπτο. Δηλαδή τη θερμότερη φωλιά της ζωής».
Υπάρχουν και συνειδητές απωθήσεις, όχι μόνο ασυνείδητες, οι οποίες εκδικούνται.
«Αν δεν μας κατοικούσε η Εγωπάθεια η ζωή μας δεν θα ’ταν τόσο αξιοθρήνητη. (Δεν επιτρέπει ούτε ένα δευτερόλεπτο δικού μας χρόνου που να μην αποφασίζει, αγνοώντας μας.) Μόνο λόγω συνθηκών υπάρχει η διαφορά εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. Ο εξουσιαζόμενος υποφέροντας πασχίζει σε όλη του τη ζωή να γίνει εξουσιαστής. Και όταν το κατορθώσει γίνεται πιο βάναυσος πάνω σ’ αυτούς που εξουσιάζει, για να κάνει απόσβεση των επιπλέον δεινών που έχει υποστεί. Παναπεί ότι ο βασανιστής και ο βασανιζόμενος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. Ο βασανιζόμενος εμπεριέχει εν δυνάμει έναν βασανιστή κι αντιστρόφως. Το καταλαβαίνουν όμως μόνο όταν αυτοί οι δύο άνθρωποι αλλάξουν ρόλους: Ο βασανιστής πλανάται γιατί φαντάζεται ότι δεν έχει μερίδιο στα βάσανα του άλλου, τα οποία εκλογικεύει κι απωθεί στο κελάρι. Από την άλλη ο βασανιζόμενος επίσης πλανάται γιατί πιστεύει πως δεν έχει μερίδιο στην ευθύνη, ενώ είναι ήδη καταστατικά ένας εν δυνάμει βασανιστής. Η παράλογη και μαύρη απόλαυση του ενός να βασανίζει, συσκοτίζοντας τις πράξεις του, αντιστοιχεί με την παράλογη οδύνη του άλλου ο οποίος έχει υποστεί το μαρτύριο. Έτσι οι άνθρωποι είναι δεμένοι με έναν σκοτεινό όρκο που δεν λύνεται όσο κυβερνά η Εγωπάθεια. Η οποία μας προετοιμάζει αιώνια για κάποια σκοτεινή ρεβάνς».
Στην εγωπάθεια θα αναφερθεί και παρακάτω:
«Και Βάρβαροι δεν πρόκειται ποτέ να ’ρθούνε. Κι ούτε ποτέ υπήρξαν Βάρβαροι, πέρα εκείθε στη Μηδία. Γιατί οι μόνοι Βάρβαροι είμαστε εμείς. Και το μόνο χρέος μας είναι να εξοντώσουμε τους μέσα μας της Εγωπάθειας Βαρβάρους…».
Όπως έλεγε και ο Καζαντζάκης, να εξοντώσουμε τον μέσα τούρκο.
«Στον ψυχισμό του ανθρώπου υπάρχει μια απίστευτη πολυπλοκότητα. Ένα μυστηριώδες βάθος γεμάτο αντιφάσεις και αλληλοσυγκρουόμενες, εν δυνάμει ροπές. Οι οποίες δρουν πάνω στο ίδιο σημείο για τις τελικές αποφάσεις, στη μάχη του συνειδητού με το ασυνείδητο. Το σημείο αυτό έχει παρομοιαστεί με ένα “άστρο που συστέλλεται από τις δυνάμεις βαρύτητας και ταυτόχρονα διαστέλλεται από την πίεση της ακτινοβολίας”. Δεν υπάρχει ολική συμφιλίωση, δηλαδή ολική περάτωση των άπειρων αντιφάσεων. Γύρω από το συνειδητό επικρατεί ένας αδιάκοπος συνωστισμός, ένα ακατάπαυστο στριμωξίδι (για να μην πω ένας συνεχής ορυμαγδός). Και το συνειδητό δεν είναι καθόλου ο ανώτατος, ατάραχος και κυρίαρχος κυβερνήτης όλων των τάσεων και των νοητικών φαινομένων· αλλά μάλλον μια φωταγωγημένη σημαδούρα που επιπλέει πάνω στα ταραγμένα κύματα· μια σημαδούρα της οποίας η ανώτερη ιεραρχική θέση δεν σημαίνει καθόλου και κυριαρχία πάνω σ’ αυτά τα κύματα».
Μια εξαιρετική ποιητική περιγραφή του φροϋδικού δίπολου συνειδητό-ασυνείδητο, με εύστοχες μεταφορές και παρομοιώσεις.
Θα μπορούσα να παραθέσω και άλλα χαρακτηριστικά αποσπάσματα, όμως φοβάμαι μη σας κουράσω. Σταματάω εδώ με την ελπίδα ότι, με αυτά τα δείγματα γραφής, νιώσατε πως πρόκειται για ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, το οποίο σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να αγοράσετε.
Και οι πέντε πρώτοι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι που συναντήσαμε.
Πανέτοιμο σε κλάσματα να βγει από το θηκάρι
μην όλα ετούτα που κρατούν στην αυστηρή τους τάξη
Οι Άλλες που είναι μέσα τους και κρυφακούνε, ξέρουν
μαραίνονται και γέρνουνε στο χώμα σαν κι εκείνα
με τόσους ύπουλους εχθρούς σε μόνιμο καρτέρι!
No comments:
Post a Comment