Book review, movie criticism

Saturday, November 22, 2025

Αιμιλία Βλαχογιάννη, παρουσίαση του βιβλίου ΤΟ ΓΑΝΤΙ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ της Σοφίας Παράσχου, εκδ. Όταν, Αθήνα 2025

 Αιμιλία Βλαχογιάννη Ph.D,

Σύμβουλος Εκπαίδευσης, Συγγραφέας. 

 


ΤΟ ΓΑΝΤΙ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ ( Σοφία Παράσχου, εκδ. Όταν, Αθήνα 2025).

 

  Η ζωή  φέρνει τυχαία κοντά τους ανθρώπους. Η αντοχή των συνδέσεων, όμως, στον χρόνο είναι πολυπαραγοντική.

  Με τη Σοφία γνωριστήκαμε προ εικοσαετίας, το μακρινό 2004, όταν γίναμε Σχολικοί  Σύμβουλοι Φιλολόγων, με μια φιλία ειλικρινή και πηγαία.

  Μας συνέδεσε η ίδια κοινή πορεία: Φιλοσοφική, Διδακτορικό, διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο, διευθυντική θέση σε Πρότυπα Σχολεία. H Σοφία στην Ευαγγελική, εγώ στο Βαρβάκειο. Όμως, αυτό που έπαιξε τον  καταλυτικό ρόλο για τη διάρκεια της φιλίας μας ήταν η αισθητική και οι κοινές αξίες. Η ουσιαστική επικοινωνία. Όταν, λοιπόν, μου ζήτησε να παρουσιάσω το βιβλίο της έδωσα carte blanche, που λένε και οι Γάλλοι, παρότι δεν το είχα διαβάσει ακόμη.

  Η παρουσίαση ενός βιβλίου έχει ρόλο κυρίως διαμεσολαβητικό. Επιχειρεί να δείξει ότι η λογοτεχνία δεν απορροφάται απλώς ως αισθητική απόλαυση, που είναι ο κύριος σκοπός της βεβαίως,  αλλά συμβάλλει στην καλλιέργεια της κοινωνικής συνείδησης και της  ηθικής ανάγνωσης του κόσμου.

  Το γάντι της σιωπής είναι το τρίτο μυθιστόρημα από μια τριλογία που  ανατέμνει ρόλους γυναικών. Της κόρης, της φίλης, της αδελφής. Φέρνει στην επιφάνεια ερωτήματα ταυτότητας,  βαθέων συναισθημάτων, ατομικής ευθύνης, ήθους.

  Αξία στη λογοτεχνία δεν έχει μόνο το κείμενο. Μηνύματα ηχηρά αποστέλλει και το παρακείμενο ή περικείμενο (co-text) στην κρίση, στην αισθητική, αλλά κυρίως στον ορίζοντα των προσδοκιών του αναγνώστη.  Ο  τίτλος «Το γάντι της σιωπής» συνιστά ευρηματικό περικείμενο. Δανεισμένος από έναν στίχο της Σονάτας του Σεληνόφωτος του Γιαννη Ρίτσου, που αφορά σε έναν σκηνικό μονόλογο, μια «εκ βαθέων» εξομολόγηση, μια  ικεσία για ζωή, για ελπίδα, μέσα από εικόνες και συμβολισμούς.
  Εδώ, στο μυθιστόρημα, όμως, υπάρχει ένας πολυπρόσωπος καμβάς. Καθε χαρακτήρας προσφέρει τροφή για αναμοχλεύσεις εσωτερικές, για αυτοπαρατήρηση, αυτοαντίληψη. Το δυναμικό κοινό στοιχείο με τη σονάτα είναι η σιωπή. Αδυσώπητη, βίαιη που διαταράσσει εύθραυστες ισορροπίες, αλλά και η ελπίδα που επέρχεται από την ειλικρίνεια , την αυθεντικότητα, το αίσθημα δικαιοσύνης.

  Πρόκειται, λοιπόν, για ένα αστικό μυθιστόρημα που θυμίζει Ξενόπουλο. Η γραφή είναι απλή, αλλά όχι απλοϊκή. Συνειδητή επιλογή της συγγραφέως για να φτάσουν τα μηνύματα και οι προβληματισμοί  του έργου στο ευρύ κοινό. Άλλωστε και η σονάτα του σεληνόφωτος του Ρίτσου απλή, αλλά σημειολογική, θεωρείται. Ακόμη πιο απλή  στα μέσα της πραγματοποίησής της, όμως, κατά τους ειδήμονες  μελετητές, η διάσημη σονάτα του σεληνόφωτος του Μπετόβεν, που συνιστά μια συγκλονιστική μουσική ψυχογραφία, όπως λέγεται, για τον άτυχο έρωτά του προς την δεκαεπτάχρονη μαθήτριά του, την κοντέσα Τζουλιέτα Γκουιτσιάρντι. Από  αυτή τη διάσημη, σε όλον τον κόσμο, σονάτα εμπνεύστηκε ο Γιάννης Ρίτσος.

(Mondscheinensonate, σταγερμανικά, Moonlight Sonata, στα αγγλικά και Claire de lune, στα γαλλικά).

  Το μυθιστόρημα αναφέρεται στην ιστορία μιας οκογένειας, ορμώμενης από την Ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας, η οποία μένει ακέφαλη από τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα. Μια μάνα, η Ηρώ, με δύο  κόρες, την Ελβίρα και την Μυρσίνη και ένα γιο με νευροαναπτυξιακή διαταραχή, με δυσκολία στην επικοινωνιακή αλληλεπίδραση, τον Μάρκο. Η οικονομική ανέχεια που ακολουθεί,  αναγκάζει τη μεγάλη κόρη, την όμορφη Ελβίρα, σε μια προσωπική θυσία χάριν της οικογένειας. Να παντρευτεί έναν πλούσιο εισαγωγέα βάμβακος, τον Σωκράτη Χατζησωκράτη, με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, εις δεύτερο γάμο, χωρίς παιδιά, και να μετακομίσουν στον Πειραιά.

  Δύο καταγωγές από την Ανατολή που ασκούν γοητεία και από την ιστορία που κουβαλούν.

  Η νοσταλγική Αλεξάνδρεια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το σπουδαίο  κέντρο του ελληνιστικού πολιτισμού, γνωστή για τη Βιβλιοθήκη και τον Φάρο της, που  αναβίωσε με άνθιση στις τέχνες και τα γράμματα ξανά τον 19ο και 20ο αιώνα. Και η βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη, κέντρο διασταύρωσης του Ρωμαϊκού και του Βυζαντινού  πολιτισμού, με διάχυτο το ελληνικό στοιχείο, ευαίσθητες μνήμες και ποικίλα αρώματα.

  Στο κάδρο των γοητευτικών πόλεων μπαίνει και το Παρίσι, όπου κατοικεί η θεία Ρωξάνη, η αδελφή του χαμένου πατέρα της οικογένειας.

  Σταδιακά, γνωρίζουμε και τα άλλα πρόσωπα και πληροφορούμαστε τα γεγονότα από μια μη γραμμική αφήγηση κι αυτό είναι εξόχως γοητευτικό, μία αφηγηματική τεχνική που  εξάπτει το ενδιαφέρον.  Διότι η συγγραφέας παίζει με τις μεταπτώσεις,  τις παύσεις. Δημιουργεί χρονικά πρωθύστερα, δίνει τόση έμφαση στις στιγμές των διαλόγων, όσο και σε όλα εκείνα που συντελούνται εντός και εκτός αφηγηματικής δράσης (εσωτερικοί μονόλογοι), τα οποία  επεξηγούν συμπεριφορές, ερμηνεύουν χαρακτήρες ή  προδιαγράφουν τα όσα θα εκτυλιχθούν. Ως μία προοικονομία ή ως μία προυπόθεση που γνωρίζει ο αναγνώστης ως ένα σημείο, αλλά δεν γνωρίζουν όλοι οι ήρωες. Κάτι σαν τραγική ειρωνεία. 

  Ένα παράδειγμα χρονικού πρωθύστερου,  το πρώτο φλας μπακ, ξεκινά με μια εικόνα ευρηματική/ θεατρική, σε κάποια στιγμή που ο σκοτεινός χαρακτήρας  του Σωκράτη Χατζησωκράτη  αρχίζει να  διαφαίνεται. Εκνευρισμένος χτυπά το χέρι του με δύναμη στο γραφείο και  ρίχνει την κορνίζα με τη  φωτογραφία της γυναίκας του. Την κοιτάζει, δηλώνουν παρουσία όλα τα περασμένα γεγονότα στο νου και τότε αρχίζει η αναδρομή  στην ιστορία της οικογένειας μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ενώ βρισκόμαστε in media res.

  Η ζωή στην Αθήνα κυλάει ήρεμα στην αρχή. Από τον Πειραιά μέσα σε δύο χρόνια η οικογένεια μετακομίζει στο Παλαιό Φάληρο, αγαπημένο τόπο για τους Κωνσταντινουπολίτες, σε μια ιδιόκτητη  πολυτελή μονοκατοικία με υπέροχο κήπο που έχτισε  ξοδεύοντας αφειδώς χρήματα ο Σωκράτης. Ζήτα  ό,τι θες, ψυχή μου από τους μηχανικούς, μην τυχόν και σκεφτείς τα έξοδα, ό, τι θέλεις εσύ, αυτό θα γίνεται, δήλωνε στην όμορφη Ελβίρα ο ερωτευμένος σύζυγος.

  Αυτό μέγαρο σε λίγα χρόνια θα ζήσει τη γείωση του ονείρου.

Τοῦτο τό σπίτι δέ μέ σηκώνει πιά.
Δέν ἀντέχω νά τό σηκώνω στή ράχη μου

  Παραλληλίζω  με στίχους από τη σονάτα του Γιάννη Ρίτσου.

  Στη γεωμετρία των σχέσεων παίζουν σπουδαίο ρόλο και τα δευτρεύοντα πρόσωπα. Ένα από αυτά είναι  η αρχετυπική μορφή της Ευμορφίας.

  Ετυμολογικά το «Ευ» προσδιορίζει επακριβώς το συγκεκριμένη άτομο.

Κατά τον ψυχίατρο Κάρλ Γιουνγκ, ένα αρχετυπικό σύμβολο είναι η σοφή γηραιά γυναίκα με την εμπειρία και την αγαθή προαίρεση, που εμφορεί τη γνώση και την καθοδήγηση. Βλέπεις ετούτα δω τα τριαντάφυλλα, Βούλα; Είναι όμορφα, μα έχουν αγκάθια. Να ξέρεις, όμως, πως, όποιος αγαπά τα τριαντάφυλλα, πρέπει να δέχεται και τα αγκάθια τους. Έτσι είναι και με τους ανθρώπους..., νουθετεί τη μικρή ψυχοκόρη, που τη βοηθάει στις δουλειές (σελ.37).

  Αναπόσπαστο μέλος στην οικογένεια του  Σωκράτη από μικρό παιδάκι, στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με τη μητέρα του. Ήταν παρούσα σε όλες τις δύσκολες στιγμές και, όταν έμεινε ορφανός, δεν έφυγε στιγμή από κοντά του. Τώρα ώριμη πια έχει τα ηνία του καινούργιου σπιτιού στο Φάληρο.

  Ήταν δεκαεφτά χρονών μαθητής στη  Μεγάλη του Γένους. Σε ένα διάλειμμα τσακώθηκε με έναν Αρμένη συμμαθητή του που πέταξε μια κουβέντα, ότι, δήθεν, η ελληνική εκστρατεία στη Μικρά Ασία έγινε η αιτία της καταστροφής της Σμύρνης. Παίξανε ξύλο, εκείνος ήταν πιο δυνατός. Την άλλη μέρα ο διευθυντής κάλεσε τους γονείς του να  τους ανακοινώσει την τιμωρία του: Αποβολή εφτά μέρες.

  Γυρνώντας σπίτι, ο πατέρας του του έδωσε ένα χαστούκι. «Καλά έκανες και τον έδειρες, αλλά ήταν ανάγκη, ρε χαïβάνι, να τον δείρεις μέσα στο σχολείο; Δεν μπορούσε να τον πιάσεις κάπου έξω;», του είπε.

  Η μητέρα του ήρθε το βράδυ να τον βρει στο δωμάτιό του. «Ό,τι και να είπε ο συμμαθητής σου, δεν έπρεπε να τον χτυπήσεις, Σωκράτη μου, η βία κάνει τον άνθρωπο κακό. Υποσχέσου μου, γιε μου, ότι εσύ δεν θα γίνεις κακός άνθρωπος», του είχε ζητήσει. Της το υποσχέθηκε. Και ήταν η μοναδική υπόσχεση που της είχε δώσει. Δύο μήνες αργότερα πέθανε (σελ. 83).

  Δυστυχώς ο όρκος καταπατήθηκε. Δεν εξελίχθηκε απλώς σε κακό άνθρωπο. Έγινε αποτρόπαιος, ασεβής.

  Άραγε, μέσα από το απόσπασμα, μέσα από αυτές τις  αναμνήσεις, αποτολμάται μια ψυχοπαιδαγωγική ερμηνεία για τη συμπεριφορά του;

  Οι αντίρροπες  γονεϊκές συμβουλές προκαλούν σύγχυση ή το DNA έχει τη δική του ροπή, αν ο άνθρωπος δεν έχει την πειθαρχία και την ευφυία να το τιθασεύσει;

Πως έχει «δύο ψυχές μέσα στα στήθια του», τόσο οξύμωρα συντεταγμένες, θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης. Η μια αμοραλιστική, στυγνή, ενστικτώδης, χωρίς οίκτο για μια νέα ευαίσθητη γυναίκα και η άλλη τρυφερή προς ένα παιδί υιοθετημένο, την Κοράλλη, που φέρει, βέβαια, το DNA του, ως μυστικό παιδί του, εκτός γάμου, ως καρπός της διαστροφικής του βούλησης.

  Περσόνα και σκιά. Η σκιά, κατά τον Καρλ Γιουνγκ, ενσαρκώνει το χάος και την αγριάδα του χαρακτήρα.

  Σε όλους ενυπάρχουν και τα δύο. Οι ευφυείς, οι δεκτικοί αντιλαμβάνονται τα σκοτεινά σημεία και τα  δουλεύουν, έρχονται αντιμέτωποι  με τους αθέατους  δαίμονες του εαυτού τους. Προσπαθούν το φαίνεσθαι να το κάνουν είναι, να ενσωματώσουν αρμονικά την περσόνα με την σκιά, να πλησιάσουν το διαυγές cogito. Αποδόμηση κι επαναδόμηση. Δεν μπορεί να συμβεί 100%. Μπορείς να δεις την αθέατη πλευρά του φεγγαριού;

  ...κι ἄν κάνεις νά κοιτάξεις σ' αὐτόν ἤ στόν ἄλλον καθρέφτη,
πίσω ἀπ' τή σκόνη καί τίς ραγισματιές,
διακρίνεις πιό θαμπό καί πιό τεμαχισμένο τό πρόσωπό σου,
τό πρόσωπό σου πού ἄλλο δέ ζήτησες στή ζωή παρά νά τό κρατήσεις
καθάριο κι ἀδιαίρετο...,
γράφει ο Ρίτσος στη σονάτα.

  ...πόσες και πόσες μάσκες

πάνω από το πρόσωπο της ψυχής φοράμε..., λέει ο Πεσσόα.

  Άλλο δευτερεύον πρόσωπο η αδελφή του Σωκράτη, η Μαριάνθη. Με ίντριγκες, ιδιοτελείς προθέσεις και ύπουλες παρεμβάσεις. Στον αντίποδα ο γιος της ο Άρης. Ένα βασικό  πρόσωπο με ήθος που θα παίξει καταλυτικό ρόλο στην ιστορία, το δεξί χέρι του Σωκράτη στην επιχείριση.

  Η ανθρώπινη ψυχολογία και οι αδιόρατες εντάσεις των σχέσεων διαχέονται, χωρίς να προσδιορίζονται. Μια βαριά ενέργεια διαπερνά τους αρμούς, ποτίζει τους τοίχους, οι σχέσεις γίνονται επιφανειακές. Η σιωπή καλύπτει τα συναισθήματα και μεγαλώνει τις αποστάσεις.

  Ο έρωτας παραδίδεται στον Άρη σε μια  πρώτη μοιραία συνάντηση, όταν η Μυρσίνη διαβάζει τη σονάτα του σεληνόφωτος.

  ...μια όμορφη γυναίκα, ένα ερωτικό πλάσμα που έκανε το αίμα να κυλά στις φλέβες του με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Η αλήθεια ήταν ότι την είχε ερωτευθεί κεραυνοβόλα από την πρώτη στιγμή που την είδε στο εξοχικό σπίτι της Ραφήνας. Εκεί, μέσα στον ανθισμένο όλο ευωδιές κήπο, ξαπλωμένη στη σεζ λογκ, με το ποίημα του Ρίτσου στα χέρια της, με τον ήλιο να φωτίζει τα σμαραγδένια μάτια της, με τα μαύρα μαλλιά της να πλαισιώνουν ένα κατάλευκο πρόσωπο, με το κοντό σορτσάκι της να αφήνει ακάλυπτα δυο θεσπέσια πόδια και με την ετοιμόλογη που δεν χαρίζει κάστανα γλώσσα της, εκεί του αποκαλύφθηκε με σάρκα και οστά η απόλυτη ερωτική φαντασίωσή του (σελ.54).

 

  Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Θά καθήσουμε λίγο στό πεζούλι, πάνω στό ὕψωμα,

κι ὅπως θά μᾶς φυσάει ὁ ἀνοιξιάτικος ἀέρας

μπορεῖ νά φανταστοῦμε κιόλας πώς θά πετάξουμε.., γράφει ο Ρίτσος.

  Αυτός ο συμπαντικός φτερωτός έρωτας, από την επιθυμία περνά στη στέρηση, κάτω από επιλογές σιωπής και εκδίκησης. Η ερωτευμένη ψυχή πληγώνεται, νοσταλγεί, υποθέτει.

  Η ανθρώπινη μύχια  αναζήτηση κραυγάζει για νόημα και σύνδεση, οικειότητα, εμπιστοσύνη. Η λαχτάρα να αγαπηθούμε και να αγαπήσουμε, η αγωνία να αφήσουμε ίχνη δικά μας μέσα στον χρόνο, η ανασφάλεια της απώλειας κυριαρχεί.
Σύγχυση γύρω από τις έννοιες της εκδίκησης, της  δικαιοσύνης, της ύβρεως.
Έχουμε μάθει το «μη μιλάς, άστο να περάσει» ότι αποτελεί μια γειωμένη, συμφιλιωτική αντίληψη. Αυτό, όμως ισχύει για θέματα ασήμαντα. Στα σημαντικά υποχρέωση απαράβατη είναι η ειλικρινής επικοινωνία.

  Συναίσθημα και διαπροσωπικές σχέσεις οφείλουν να  εμπλέκονται σε μια στενή διαλεκτική, να έχουν διέξοδο. Η  σιωπή ενέχει βία, δε συνιστά ωριμότητα, αλλά άμυνα, ψυχικό έλλειμμα .Ο άνθρωπος που δεν εκφράζεται, χάνει σταδιακά την ικανότητα να νιώθει. Αποσύρεται.

  Ο άνθρωπος δεν έλαβε το δώρο της λέξης για να κρύψει τις σκέψεις του, λέει ο Ζοζέ  Σαραμάγκου. Ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει, γράφει και ο Τάσος Λειβαδίτης.

  Και ο Μάρκος, η παρουσία της ετερότητας, ποιο ρόλο παίζει; πώς επινόησε η συγγραφέας ένα παιδί με ιδιαίτερο, εγγενές νευροαναπτυξιακό πρόβλημα, που ζει στο περιθώριο;

  Αυτό το παιδί, που ο Σωκράτης το υποτιμά σε κάθε του ενέργεια, με την αθωότητά του και τη διαίσθησή του αποκαλύπτει μια αλήθεια - κλειδί, σωτήρια για την εξέλιξη της υπόθεσης που έχει φτάσει σε αδιέξοδο.  Ένας από  μηχανής θεός προικονομήθηκε, κατά τα πρότυπα του αρχαίου δράματος και ενσαρκώθηκε από  μία οντότητα, που για κάποιους «προνομιούχους» είναι αποβλητέα από την κοινωνία.

  Καθημερινοί χαρακτήρες. Άλλοι με αθώες, ειλικρινείς προθέσεις, ήθος και άλλοι, υπόγειοι, με ιδιοτελείς διαθέσεις και κρυψίνοια, που επιδιώκουν να τροποποιήσουν βουλήσεις ύπουλα.
  Ευρηματικές και οι πληροφορίες αισθητικής οπτικής. 

  Χαρακτηρίζουν τους ήρωες και μεταφέρουν την κουλτούρα της Αλεξάνδρειας και της Κωνσταντινούπολης. Συνιστούν φορείς του κοινωνικοπολιτισμικού πλαισίου, αντιλήψεων, αξιών, στάσεων, ταυτοτήτων, ρόλων (context of culture).

  Επιχειρείται μια αστική περιδιάβαση στην Αθήνα της εποχής των νεαρών μαμάδων μας. Στον Καλυβιώτη, τον Τσούχλο, τα ποιοτικά υφάσματα, σε όλη την ιεροτελεστία της ραφής ενός φορέματος, που τώρα έχει ξεφτίσει. Σε τοπόσημα και σε σημεία αναφοράς μιας πρωτεύουσας της δεκαετίας του 50.

  Περιγραφές της διακόσμησης του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου του σπιτιού.

Περιγραφές από την ετοιμασία του δείπνου μιας πρωτοχρονιάς, που αισθάνεσαι τις μυρωδιές των  εδεσμάτων να ξεπηδούν από το κείμενο και να σου γαργαλούν την όσφρηση. Να νιώθεις λάθρα τις τερψιλαρρύγγιες απολαύσεις. Να ζείς τη χλιδή των δεξιώσεων επί Φαρούκ στην Αλεξάνδρεια. Αλλά και τα παρασκήνια της γυναικείας ομορφιάς με αύρα Ανατολής.

  Η Ευμορφία στολίζει με τη βοήθεια της Βούλας και της Μυρσίνης τις πιατέλες των κρύων ορεκτικών. Απλώνει το λεπτοκομμένο παστρουμά ανάμεσα σε καρύδια και δαμάσκηνα, στοιβάζει τα μικροσκοπικά ντολμαδάκια πάνω σε φέτες λεμόνι και τακτοποιεί τους δίσκους με τα θαλασσινά...

  Έτοιμα να ψηθούν στην ώρα τους ήταν και τα ζεστά ορεκτικά, μυτσβέρι πολίτικο, μπουγιουρντί, τζερκέζ  ταβούκ και λογιών μπουρέκια...στην κουζίνα του αρχοντικού σιγοψήνονταν τα κεμπάπ, τα σουτζουκάκια και το ιτς πιλάφ...

  Εκτός από την παραδοσιακή βασιλόπιτα με το μαχλέπι, η Ευμορφία είχε βάλει όλη την τέχνη της στο καζάν ντιμπί, το γαλακτομπούρεκο, τα μπακλαβαδάκια και το κιουνεφέ...Μέχρι αριάνι είχε ετοιμάσει...

  Η Μυρσίνη πάνω από τα γεμάτα τραπέζια της κουζίνας τσιμπολογάει...

  -Πεντανόστιμα είναι όλα,Ευμορφία μου! Γεια στα χέρια σου!

  Η Ελβίρα μπήκε στην κουζίνα εκείνη τη στιγμή. Είχε τα μαλλιά της τυλιγμένα σε ρόλλευ, σε μια ώρα θα ερχόταν η κομμώτρια να τη χτενίσει, και στο πρόσωπό της ήταν απλωμένη μια παχύρευστη κρέμα, δημιουργία και αυτή της Ευμορφίας, η οποία, σαν γνήσια Σμυρνιά που ήταν, εκτός από το μαγείρεμα καταπιανόταν και με την Παρασκευή καλλυντικών και φαρμάκων (σελ.94).

  Οι συνήθειες, και δη από την καθημερινότητα,  συνιστούν κουλτούρα  απ’ αυτές που διαμορφώνουν λίγο-λίγο τη ζωή. Οι απλές καθημερινές χαρές είναι το τελευταίο καταφύγιο των πολυσύνθετων ανθρώπων, λέει ο  Όσκαρ Ουάιλντ.

  Σε όλο αυτό το μωσαïκό των χαρακτήρων εύλογα τίθεται το ερώτημα, πού τελειώνει η ζωή και πού αρχίζει η αναπαράστασή της.

  Ο έρωτας  ο φόβος, ο χρόνος, το άρρητο τραύμα  της έλλειψης εμπιστοσύνης στους σημαντικούς άλλους γύρω μας.
  Μία ανατομία του καλού, αλλά και του κακού, εισχωρεί στα ενδότερα της ανθρώπινης φύσης. Αναρωτιέται ο αναγνώστης ποια είναι  η ηθική του ήθους τελικά;
  Η συγγραφέας δίνει τα εναύσματα και ο αναγνώστης καλείται να τα αποκωδικοποιήσει, να τα δεξιωθεί, σύμφωνα με τις δικές του ηθικές αξίες, τις εμπειρίες, τα βιώματά του, τις πεποιθήσεις του.

  Όσες οι αναγνώσεις τόσες και οι προσλήψεις λέει ο Jauss. Και όχι μόνο διαφορετικών αναγνωστών. Αλλά και του ίδιου αναγνώστη σε διαφορετικές χρονικές περιοδους. Γιατί, αν δεν αλλάζει η ματιά με την εμπειρία και τη γνώση, τότε ο άνθρωπος βουλιάζει στις εμμονές του.

Γράφω σε ένα ποίημά μου:

 

  Την ίδια κατάφορτα πυρωμένη ροδιά

κοιτάς κι εσύ κι εγώ.

Βλέπεις κόκκινα άνθια,

αντικρύζω  άλικο έρωτα.


     «Η ερμηνεία κάθε έργου είναι ερμηνεία του εαυτού μας, όχι εκείνου πού το δημιούργησε, αλλά εκείνου πού το διαβάζει, το βλέπει ή το ακούει, θέλω να πώ του εαυτού μας αν δεν του δώσουμε μιάν υπερβολικά στενόχωρη έννοια, αν τον ονομάσουμε-έστω-τον «πρώτο μας εαυτό», κατά τη διδασκαλία του Σικελιανού», λέει ο Γιώργος Σεφέρης.

  Ελβίρα και Μυρσίνη, οι δύο αδελφές, σε όλο το μυθιστόρημα είναι αντιμέτωπες σιωπηρά. Περνά η κάθε μία από τις  δικές της Συμπληγάδες. Θα  διασωθούν;

  Πάνω σε ποια θεμέλια θα διάλεγε να χτίσει την ευτυχία της; Στη δυστυχία της αδερφής της ή στη δική της ένοχη σιωπή; Ποια επιλογή ήταν λιγότερο καταστροφική, η καταδίκη των άλλων ή η καταδίκη του εαυτού;

  Ένας από τους εσωτερικούς μονολόγους της μιας αδελφής, δε σας αποκαλύπτω ποιας, σε τριτοπρόσωπη αφήγηση.

  Ανατρέχω στο νόημα των λόγων  του αμερικανού συγγραφέα Ρέιμοντ Κάρβερ: Ο αναγνώστης καλείται ν’ ανακαλύψει το ικρίωμα αυτό του ανθρώπινου νου, που είναι σε θέση να επιλέγει, ανάμεσα στα εκπεφρασμένα συναισθήματα και στα άρρητα, βαθιά κρυμμένα κίνητρα. Και ο συγγραφέας είναι σε θέση να ναρκοθετεί τη συνείδηση των ηρώων, δικαιώνοντας τη διαφορετικότητα καθενός, οικοδομώντας την αμέριστη συμπάθεια του αναγνώστη και επιτρέποντας, παράλληλα, τη σκηνοθεσία της τελικής τους πτώσης ή της δικαίωσης τους, της κάθαρσης συμπληρώνω εγώ.

  Υπάρχει, άραγε, η στιγμή που περιέχει τα πάντα; Το μάτι, η καρδιά κι ο νους θα βρεθούν στην ίδια ευθεία;

  Πώς η Μυρσίνη θα επιλέξει την «εξιλέωση»; Με όπλο τις δόλιες, εκδικητικές δυνάμεις που  υπαγορεύει το πεπρωμένο, η τακτοποίηση της κοινωνικής ηθικής, ο πληγωμένος ψυχισμός;

  Και πώς η Ελβίρα θα οδεύσει σε ξέφωτο, προσπαθώντας να ξεπεράσει τα ψέματά της, τη δυστυχισμένη μελαγχολική ζωή της, παρόλα τα πλούτη, με ένα μωρό υιοθετημένο στην αγκαλιά; Άραγε θα γίνει ποτέ αποκλειστικά δικό της;

  Θα ήταν άξια λόγου μια συνάντηση, μετά από μία εσωτερική διεργασία ανάγνωσης, από τη συνομιλία με το κείμενο, για ανταλλαγή απόψεων με το δικό μας υποκειμενικό κριτήριο, τις δικές ψυχογραφικές ερμηνείες, τη γνώση ότι κάθε κείμενο ποτέ δεν εξηγείται οριστικά. Ποια από τις δύο γυναίκες κατανοούμε περισσότερο; ποια έχει αντικειμενικά το υπέρτερο δίκαιο με το μέρος της; εμείς πώς θα αντιδρούσαμε; Μια καταβύθιση στο υποσυνείδητο, μια περιδιάβαση στις ενοχές, στα απωθημένα μας, στις θυσίες και τα ατοπήματά μας. Θα δίναμε το ίδιο τέλος με τη συγγραφέα;

  Οι ανθρώπινες σχέσεις στηρίζουν, προδίδουν, θεραπεύουν, πληγώνουν. Ένας αγώνας ισορροπίας ανάμεσα στην εγγύτητα και την αποξένωση, την απώλεια.
  Τελειώνοντας, αναρωτιέμαι, αν ακραία, ο ψυχίατρος, ψυχαναλυτής, Ζακ Λακάν, μιλάει για την "υπεροχή" του σημαίνοντος σε σχέση με το σημαινόμενο; Θεωρώ πως όχι. Ο κάθε  λόγος μπορεί να  ενέχει συναισθηματική φόρτιση, η επιλογή των λέξεων να παρέχει μία ερμηνεία του ασυνειδήτου. Βρίσκουμε την ισορροπία μας χάρη τη γλώσσα. ‘Ενας λόγος  μπορεί να μας κάνει να ταλαντευόμαστε ή να αλλάξει εκ  βάθρων τη ζωή μας.

  Γέφυρες, λοιπόν, τα λόγια των ανθρώπων που ενώνουν ψυχές, είτε ως βαθιά επικοινωνία είτε ως παραμυθία.

  Κι όπως λέει και το πιο ψυχωφελές ανάγνωσμα του λαού μας:

  Απ' ό,τι κάλλη έχει άθρωπος, τα λόγια 'χουν τη χάρη
να κάνουσι κάθε καρδιά παρηγοριά να πάρει
κι όπου κατέχει να μιλεί με γνώση και με τρόπο
κάνει και κλαίσιν και γελού τα μάτια των αθρώπω.

Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος (Α, στ. 888 - 890) εκδόσεις της Εστίας.

No comments: