Μπάμπης Δερμιτζάκης

Book review, movie criticism

Thursday, October 16, 2025

Marcel Carné, Τα παιδιά του παραδείσου (Les Enfants du Paradis, 1945)

 Marcel Carné, Τα παιδιά του παραδείσου (Les Enfants du Paradis, 1945)

 


  Από σήμερα στο Ατενέ και στο Στούντιο

  Μια γυναίκα, δύο άντρες…

  Λάθος.

  Μια γυναίκα, τέσσερις άντρες.

  Ένας κακοποιός, ένας κόμης, ένας μίμος και ένας ηθοποιός.

  Όλοι είναι ερωτευμένοι μαζί της.

  Αυτή όμως είναι ερωτευμένη με τον μίμο που δεν θα πέσει στην αγκαλιά της, από δειλία του, ή ίσως από υπερβολικό έρωτα. Μάλλον θα ήθελε τα πράγματα να κυλήσουν πιο αργά.

  Αμέσως σεξ, πώς μπορείς να είσαι σίγουρος για τον έρωτα;

  Πριν προχωρήσω, να παραθέσω ένα απόσπασμα από το λήμμα της βικιπαίδειας.

  "I would give up all my films to have directed Les Enfants du Paradis", said nouvelle vague director François Truffaut. In Truman Capote's The Duke in His Domain (1957), actor Marlon Brando called it "maybe the best movie ever made"

  Προς τι η παράθεση;

  Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα μου άρεσε τόσο πολύ η ταινία. 8,3 η βαθμολογία της, εγώ δεν μπορούσα να βάλω κάτω από 10.

  Η πλοκή διαδραματίζεται το 1830. Οι περισσότερες σκηνές διαδραματίζονται μέσα σε ένα θέατρο, το θέατρο των σχοινοβατών. Αλλά και το όλο στήσιμο είναι θεατρικό, έχεις την εντύπωση ότι βλέπεις θέατρο και όχι κινηματογράφο. Σε αυτό σε παρασύρει και η εξαιρετική ερμηνεία των ηθοποιών. Η Αρλέτ εξαιρετική, και τόσο γλυκιά και γοητευτική με το μόνιμο χαμόγελο στα χείλη. Όμως εγώ σαν frame διάλεξα την Maria Casares, την ερωμένη του Αλμπέρ Καμύ. Διάβασα τόσα γι’ αυτήν στη βιογραφία του από τον Ολιβιέ Τοντ. (Άλλο ένα αρχείο που έχασα. Είχα αναρτήσει πριν 15 χρόνια στο Λέξημα που έκλεισε, χωρίς να αναρτήσω και στο blog μου. Ξεκίνησα να το κάνω αλλά κάποια στιγμή κουράστηκα, και είπα θα το συνεχίσω κάποια άλλη στιγμή. Ψάχνω τώρα το αρχείο μου και δεν βρίσκω την κριτική για να την αναρτήσω και να παραθέσω τον σύνδεσμο).

  Αντιγράφω δυο ατάκες:

  «Μια κλωτσιά στα οπίσθια, αν δοθεί σωστά, σίγουρα θα βγάλει γέλιο» και «Υπάρχει μια ολόκληρη σειρά, επιστήμη, ένα στυλ κλωτσιάς στα οπίσθια».

  Εγώ ήξερα μόνο δυο.

  «Αυτή ήτανε πλάκα, πού να φας και μπίκο» (με τη μύτη του παπουτσιού, πονάει περισσότερο, σε αντίθεση με την πλάκα, με το πλάι).

  Τάδε έφη ο καθηγητής μου ο… συγχωρεμένος να ’ναι, ας μη γράψω το όνομά του, σε συμμαθητή μου, αφού του έδωσε τη κλωτσιά και ο μαθητής έκανε ωχ!.

  Είναι μια ταινία που δεν πρέπει να τη χάσετε.  

Andres Veiel, Στην καρδιά του Γ΄ Ράιχ (Riefenstahl, 2024)

 Andres Veiel, Στην καρδιά του Γ΄ Ράιχ (Riefenstahl, 2024)

 


  Από σήμερα στους κινηματογράφους

  H Leni Riefenstahl ήταν μια εξαιρετική κινηματογραφίστρια, που το όνομά της συνδέθηκε με τους ναζί, γιατί δέχτηκε παραγγελίες να κινηματογραφήσει εκδηλώσεις τους, μαζικές συγκεντρώσεις κ.ά. Αυτό το πλήρωσε μεταπολεμικά, παρόλο που δεν καταδικάστηκε. Την κατηγόρησαν επανειλημμένα, και αυτή έκανε μηνύσεις σ’ αυτούς που την συκοφαντούσαν.

  Τις κέρδισε όλες.

  Δεν υπήρξε μέλος του κόμματος, όμως την κολάκευε το ότι την θεωρούσαν εξαιρετική κινηματογραφίστρια και της προσέφεραν δουλειά.

  Μπορούσε άραγε να αρνηθεί, ακόμη και αν ήθελε;

  Οι ναζί θα την έγραφαν στα μαύρα κατάστιχα.

  Στα ντοκιμαντέρ, συνήθως το ύφος υποχωρεί μπροστά στο θέμα. Μπορώ να πω ότι το ντοκιμαντέρ μου άρεσε, και έμαθα αρκετά πράγματα για την Riefenstahl την οποία ήξερα σαν όνομα.

  Στα βιογραφικά της να αναφέρουμε ότι ξεκίνησε σαν ηθοποιός, αργότερα γύρισε δικές της ταινίες, ο Γκαίμπελς της την έπεφτε αλλά δεν τον έκανε κέφι, νομίζω το 1960 πήγε σε μια αποστολή στο Σουδάν και έζησε για μήνες μέσα σε μια φυλή. Εκτός από κινηματογραφικές λήψεις έγραψε και ένα βιβλίο γι’ αυτή. Παντρεύτηκε, δεν θυμάμαι πώς χώρισε, και αργότερα τα έφτιαξε με έναν βοηθό της, σαράντα χρόνια νεότερο. Γεννήθηκε το 1902, ένα χρόνο πριν τον πατέρα μου, και πέθανε το 2003 (ο πατέρας μου το 1997), 101 χρονών.

  Γιατί πέθανε 101 χρονών και δεν έζησε περισσότερο;

  Γιατί κάποιος, αφηρημένος, όταν ήταν 99 χρονών της ευχήθηκε να τα εκατοστήσει, και φαίνεται η ευχή του έπιασε.

Καζαντζάκης

 

Καζαντζάκης

 Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ιεράπετρα 21ος αιών", 9-10-2025

Άφησα στη μέση την «Άννα Καρένινα» για να διαβάσω την αυτοβιογραφία μου και τα ημερολόγιά μου. Πριν πεθάνω ήθελα να τα διαβάσω. Όχι ότι ψυχανεμίζομαι το θάνατό μου, αλλά ποτέ δεν ξέρεις.

Στην αυτοβιογραφία μου διαβάζω ότι την ξαναδιάβασα το 1990, τότε που ξεκίνησα να γράφω «Το χωριό μου: από την αυτοκατανάλωση στην αγορά» (ΑΛΔΕ, 1995), πράγμα που το είχα ξεχάσει. Από αυτή έγραψα σε πιο αυθεντική εκδοχή, καθότι πρόσφατη, δυο πράγματα που είχα γράψει στο τελευταίο μου βιβλίο, ανέκδοτο, και μετέφερα δυο αποσπάσματα που άρεσαν. Το ένα ήταν πάλι για τον Καζαντζάκη, το άλλο ένα ερωτικό ποίημα.

Τέλειωσα την αυτοβιογραφία μου, τώρα διαβάζω τα ημερολόγιά μου, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων γράφηκε τα χρόνια που ήμουν φοιτητής. Βρίσκω πάλι κάτι για τον Καζαντζάκη.

Τρία «ανέκδοτα» θα παραθέσω. Τα δυο πρώτα τα είχα ξεχάσει, ενώ από το τρίτο δεν θυμόμουνα το τέλος. Τα άκουσα σε μια ομιλία που έκανε ο Κίμων Φράιερ (τον συνάντησα σπίτι του αργότερα) στην Παγκρήτια Ένωση. Ημερομηνία καταγραφής είναι η 9-4-1970.

Το πρώτο.

«Καζαντζάκης: Κοίτα, δεν με νοιάζει αν σκοτωθείς με τη βέσπα που πήρες ή μ’ όποιο άλλο τρόπο θέλεις, μα κοίταξε να τελειώσεις πρώτα τη μετάφραση της “Οδύσσειας”.

Το δεύτερο.

 Ο Φράιερ πηγαίνει στην Κρήτη για περιοδεία. Στο δρόμο φουρτούνα, και κατεβαίνει στ’ αμπάρι να κοιτάξει για τη βέσπα του.

  -Σε παρακαλώ, δέσε τη βέσπα μου μη στραπατσαριστεί με τη φουρτούνα.

  Ο ναύτης δεν δίνει σημασία.

  -Ξέρεις, του λέει, είμαι καθηγητής Πανεπιστημίου.

  -Ε, κι ε μπα να ’σαι, του απαντά ο ναύτης.

  -Ξέρεις, έρχομαι εκ μέρους της αμερικανικής και της ελληνικής κυβέρνησης.

  -Καρφί δεν μου καίγεται, λέει ο ναύτης πάλι.

  -Ξέρεις, έρχομαι για να μιλήσω για την πατριώτη σου τον Καζαντζάκη.

  -Υπέρ ή κατά; Τον ρωτάει αυτός ξαναμμένος.

  -Υπέρ.

  -Παιδιά, προσέξτε τη βέσπα του κυρίου μην πάθει το παραμικρό.

  Ο Καζαντζάκης όταν το άκουσε χάρηκε σαν παιδί.

  [Εδώ θα κάνω μια παρέκβαση. Γράφω πιο πάνω ότι το ακροατήριό του δεν ήταν κυρίως διανοούμενοι και άνθρωποι των γραμμάτων, αλλά απλοί κρητικοί που αγαπούσαν τον Καζαντζάκη και ήθελαν να ακούσουν γι’ αυτόν].

  Το τρίτο.

  Επίσης, κάτι που μ’ έκανε να νιώσω ιδιαίτερη ευχαρίστηση μια και αναφέρεται στον τόπο καταγωγής μου.

  Ο Φράιερ πηγαίνει στην Γεράπετρο, όπου πέθανε η μαντάμ Ορντάνς. Στην Επισκοπή σταμάτησε. Δυο χωριανοί στο καφενείο που τον πλησίασαν τον ρώτησαν τα συνηθισμένα, από πού είναι, τι κάνει, αν είναι παντρεμένος κ.λπ. Αυτός άρχισε να τους μιλάει για τον Καζαντζάκη. Σε λίγο ο ένας από τους δυο έφυγε και σε λίγο γύρισε φέρνοντας μαζί του πεντέξι. Μετά από λίγο δυο τρεις απ’ αυτούς έφεραν καμιά δεκαριά, και ούτω καθ’ εξής, μέχρις ότου τελικά έγιναν καμιά εκατοστή.

Όταν πήγε στην Ιεράπετρα βρήκε έτοιμο τον κόσμο να τον περιμένει.

-Είσαι ο Κίμων Φράιερ και θέλουμε να μας μιλήσεις για τον Καζαντζάκη.

-Καλά, πού το ξέρετε;

-Μας τηλεφώνησαν από την Επισκοπή.

Θαυμάσια, αλησμόνητη βραδιά [Μ’ αυτά τα λόγια κλείνω την καταγραφή].

Όμως, μια και ο λόγος για τον Καζαντζάκη, να παραθέσω αυτό που διάβασα στην αυτοβιογραφία μου.

[Ο πατέρας μου διάβασε το «Φτωχούλη του Θεού» και απομνημόνευσε αποσπάσματα. Αντιγράφω]:

«Έτσι προς μεγάλη μου έκπληξη τον άκουσα προ ημερών, όταν βγάζαμε τα μπάζα απ’ το πηγάδι μας, να απαγγέλνει στους εργάτες, ενώ τρώγαμε το κολατσό μας -σαλάτα, τυρί, ελιές, ψωμί- ένα απόσπασμα απ’ τον “Φτωχούλη του Θεού”, που μια και δεν έχω το κείμενο θα το παραφράσω, ενώ αυτός το είπε αυτολεξεί.

-Τυρί, ελιές, ψωμί, τι νομίζετε ότι είναι ο παράδεισος; Γιατί εγώ αυτά που λένε οι σοφοί θεολόγοι για φτερούγες και αγγέλους δεν τα καταλαβαίνω. Και ένα ψίχουλο να πέσει κάτω σκύβω και το προσκυνώ, γιατί είναι ένα κομμάτι του παραδείσου». 

 

Μπάμπης Δερμιτζάκης

 

Friday, October 10, 2025

Τεχνητή νοημοσύνη

 Τεχνητή νοημοσύνη

 

Είμαι φαν της τεχνητής νοημοσύνης, τη χρησιμοποιώ καθημερινά για διάφορα.

Δεν είναι τέλεια, το ξέρετε. Δυο ή τρεις φορές τη διόρθωσα για κάτι ιρανικές ταινίες και με ευχαρίστησε.

Δεν είναι τέλεια, όμως γίνεται όλο και καλύτερη.

Και μια καινούρια μορφή εκμετάλλευσης:

Θέλεις να γίνεις συγγραφέας, αλλά πού να κάθεσαι τώρα να γράφεις, δεν έχεις και ταλέντο. Έχεις όμως μια ιδέα, την οποία μπορείς να την επεξεργαστείς με μια μικρή πλοκή. Την στέλνεις σε κάποιο από τα διαφημιζόμενα σάιτ, και με την τεχνητή νοημοσύνη σου την κάνουν μυθιστόρημα, και την αναρτούν για πώληση. Τα συγγραφικά δικαιώματα, 100% δικά σου. Όμως πρέπει να τους πληρώσεις 299 ευρώ.

Δεν χρειάστηκε να κάνω αυτή τη διαδρομή. Τους ρώτησα ποια θα είναι τα συγγραφικά μου δικαιώματα και μου έδωσαν την παραπάνω απάντηση.

Έλεγα να τη δοκιμάσω, δίνοντας την πλοκή του πρώτου επεισοδίου μιας μυθιστορηματικής βιογραφίας που ήθελα να γράψω.

Το αποτέλεσμα δεν με ικανοποίησε καθόλου. Το έγραψα μόνος μου, και για την ιστορία έβαλα μια πρόταση από το κείμενο που μου έστειλε. Ξαναδιαβάζω το επεισόδιο, ούτε που θυμάμαι τι ήταν αυτό που έβαλα.

Δεν μπορώ να το βρω, και ένας βασικός λόγος είναι ότι χρησιμοποιώ κάπου έξι τεχνητές νοημοσύνες, καθώς συχνά κτυπώ το hit the plus, οπότε καταφεύγω σε μια άλλη, έτσι δεν μπορώ να ξέρω σε ποια από όλες κατέφυγα για να μου το γράψει.

Thursday, October 9, 2025

Fayek Jarada, Ο Νάτζι Αλ-Αλί: Στην αγκαλιά του Χαντάλα (2014)

 Fayek Jarada, Ο Νάτζι Αλ-Αλί: Στην αγκαλιά του Χαντάλα (2014)

 


  Από σήμερα στο Στούντιο

  Δολοφονήθηκε το 1987, στα 49 του χρόνια, πιθανότατα από διπλούς πράκτορες της mossad που είχαν διειδύσει στη PLO. Αλλά για τη βιογραφία του και τη δολοφονία του μπορείτε να διαβάσετε λεπτομερειακά στη βικιπαίδεια.

  Ο Νάτζι Αλ-Αλί ήταν πολιτικός καρτουνίστας, που έγινε γνωστός από τον ήρωά του Χαντάλα, ένα παιδί στην ηλικία που ήταν και ο Νάτζι Αλ-Αλί όταν διώχτηκαν από την Παλαιστίνη το 1948 και κατέφυγαν στο Λίβανο. Η κριτική που ασκούσε, ακούω στο ντοκιμαντέρ, ήταν ιδιαίτερα δριμεία.

  Ελπίζω η 56λεπτη ταινία να προβληθεί με ελληνικούς υπότιτλους, γιατί σε μας τους δημοσιογράφους την έστειλαν με αγγλικούς. Ίσως κατά λάθος, και αργότερα μας έστειλαν και ελληνικούς, που εγώ δεν το πήρα χαμπάρι μπροστά στη σωρεία των διαφημιστικών e-mail και των e-mail απατεώνων (να επικαιροποιήσω τα στοιχεία μου στην τάδε τράπεζα κ.ά.). Και αυτό το λέω γιατί η ταινία απαρτίζεται σχεδόν ολόκληρη από συνεντεύξεις με άτομα που τον γνώρισαν και ξέρουν πολύ καλά για το έργο του. Για έναν μη αγγλομαθή θα ήταν αφόρητη.

Carl Dreyer, Vampyr (1932)

 Carl Dreyer, Vampyr (1932)

 


  Από σήμερα στο Ατενέ

  Στα horror λέμε όχι αλλά όταν πρόκειται για μεγάλο σκηνοθέτη που δεν σκοπεύω να τον δω πακέτο αλλά όμως ένα έργο του παίζεται σε επανέκδοση, θα το δω. Στην περίπτωση αυτή είχα και την περιέργεια, αφού μόλις είχα δει και τις «Μέρες οργής» που προβλήθηκε την εβδομάδα που μας πέρασε.

  1932 η χρονιά που προβλήθηκε, δεν χρειάστηκε να δω πολύ για να καταλάβω ότι είχε γυριστεί σαν να είναι βωβή ταινία. Τα λίγα λόγια που ακούμε θα μπορούσαν να είχαν γραφεί σε μεσότιτλους, ενώ υπάρχουν πλάνα με εκτενή αφήγηση. Αυτά τα επιβεβαίωσα αργότερα από τη βικιπαίδεια. Είναι η πρώτη ομιλούσα ταινία του Ντράγιερ, και αυτό που διαπίστωσα ήταν κατανοητό.

  Το σενάριο βασίστηκε, όπως διαβάζω στη βικιπαίδεια, σε μια συλλογή με ιστορίες με βρικόλακες ενός Sheridan Le Fanu που εκδόθηκε το 1872.

  Την ταινία χρηματοδότησε ένας πλούσιος βαρόνος, υποθέτω με αντάλλαγμα να πρωταγωνιστήσει στην ταινία.

  Μέσα από το στόρι, εντελώς απλό, μαθαίνουμε για τους βρικόλακες, πράγματα τα οποία ήξερα και φαντάζομαι οι περισσότεροί σας θα ξέρετε. Θα κάνω το spoiler, το τέλος είναι happy. Το γράφω αυτό γιατί σε πολλά horror το τέλος δεν είναι happy (Θυμηθείτε τη «Νύχτα βρικολάκων» του Πολάνσκι). H κοπέλα που παραλίγο να γίνει βρικόλακας σώζεται, ενώ στο βρικόλακα καρφώνουν ένα καρφί στην καρδιά, ώστε να πεθάνει για καλά.

  (Γράφοντας την παραπάνω περίοδο θυμήθηκα την ατάκα από, δεν θυμάμαι ποια ταινία, σίγουρα όμως από την χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου, τη δεκαετία του ’60: «πέθανε πολύ;»).

  Αξίζει να τη δείτε, έστω και μόνο σαν ταινία μετάβασης, ίσως η πιο χαρακτηριστική, από τον βωβό στον ομιλούντα κινηματογράφο.

Wednesday, October 8, 2025

Του στρατού

 

Του στρατού

 


  Έλεγα να μην τα γράψω, είναι κακά ποιήματα, όμως δίνουν το ιδεολογικό μου στίγμα. Και καθώς από τότε δεν ξανάγραψα ποιήματα, μόνο μαντινάδες, είπα να τα περισώσω στο διαδίκτυο, γιατί τα ημερολόγιά μου θα χαθούνε.

«Αθάνατοι» (25-9-1973, 23.00-23.20)

Στους αδικοσφαγμένους πατριώτες της Χιλής, στον Νερούντα, στον Allende

 

Ας μην κλάψουμε· τα δάκρυα

Θα σβήσουνε τη φλόγα που άναψε μέσα μας η αδικία.

Προς θεού, σώστε τη μνήμη, αυτή συντηρεί την ιστορία.

(Η χούντα, ο Νερούντα, ο Αλλέντε), ξανά να θρέψουμε όνειρα

Για τη χαμένη ελευθερία

 

Ας μην κλάψουμε· ύστατη τιμή στους ήρωες η αγάπη

Που αντριώνει τα στήθη μας για τον αγώνα

Δεν θα ξεχάσουμε. Εδώ στα ριζά του Παρθενώνα

Ορκιζόμαστε να πολεμήσουμε για ένα καινούριο αιώνα

 

Ελευτεριάς. Συντροφικά όλοι οι λαοί, σηκώστε

Τις δάδες για τη λαμπαδηφορία του θριάμβου

Βάλτε φωτιά στα κάστρα, τα παλάτια του τυράννου

Με αίμα θρέφεται η ελευτεριά· σκοτώστε

 

Το μαύρο το θεριό· και γδικηθείτε

Τον άδικο χαμό των αδελφών μας

Πατριώτες της Χιλής, Νερούντα, Αλλιέντε,

Σιμά θε να ’ναι η ώρα· αφουκραστείτε.

 

  Βλέπω μια στιχουργική επιδεξιότητα με τους διασκελισμούς.

 

Black Friday

To Allende

(Επειδή ένα άλλο το ανάρτησα αμετάφραστο και μια φίλη μου ζήτησε να το μεταφράσω, έβαλα τώρα το chatgpt και μου το μετάφρασε)

That was the day when the wheel started going backwards.
Over the country, a black cloud covered everything.

Πάνω στη χώρα απλώθηκε ένα μαύρο σύννεφο·
ήταν η μέρα που ο τροχός άρχισε να γυρίζει προς τα πίσω.

How else could that day be called but “Black Friday”?
Everybody will remember it — Christ was crucified a week after Greece.

Πώς αλλιώς θα μπορούσε να ονομαστεί εκείνη η μέρα, παρά «Μαύρη Παρασκευή»;
Όλοι θα τη θυμούνται — ο Χριστός σταυρώθηκε μια βδομάδα μετά την Ελλάδα.

Love, peace — that was what he preached.
The enemies of liberty, of love, of peace will always crucify those who long for them.

Αγάπη, ειρήνη — αυτό ήταν το κήρυγμά του.
Οι εχθροί της ελευθερίας, της αγάπης, της ειρήνης πάντα θα σταυρώνουν εκείνους που τις ποθούν.

But with the Resurrection ever renewed,
we shall triumph at last —
in the near future; but it doesn’t matter if it will be distant.

Μα με την Ανάσταση που πάντα ανανεώνεται,
στο τέλος θα νικήσουμε —
είτε σύντομα, είτε κι αν αργήσει, δεν έχει σημασία.

The moment of victory shall come to crown her heroes and martyrs,
here, in our poor, long-tortured country.

Η ώρα της νίκης θα ’ρθει να στεφανώσει τους ήρωες και τους μάρτυρές της,
εδώ, στη φτωχή μας, βασανισμένη πατρίδα.

Joy and happiness will reign ever since.
Under a cloudless sky we shall build a new Greece —
Liberty, Equality, Justice, and above all Peace.

Από τότε θα βασιλεύουν χαρά και ευτυχία.
Κάτω από ουρανό ανέφελο θα χτίσουμε μια καινούρια Ελλάδα —
Ελευθερία, Ισότητα, Δικαιοσύνη και πάνω απ’ όλα Ειρήνη.

These will be the materials, together with our fiery souls.
And do not forget: we need you.

Αυτά θα είναι τα υλικά, μαζί με τις φλογερές ψυχές μας.
Και μην ξεχνάς: σε χρειαζόμαστε.


 

Άσμα ηρωικό και πένθιμο

 

Ήταν ωραία παιδιά

Με το φωτοστέφανο της νιότης γύρω στο πρόσωπό τους

Με το μέλλον να καθρεφτίζεται μέσα στα μάτια τους.

Σφίγγοντας λίγο γαλάζιο μεσ’ στις χούφτες τους

Στάθηκαν μπροστά στα τανκς

 

Ήταν ωραία παιδιά

Θωρακίσανε τα στήθη τους με την απόφαση

Ζυμώσανε την καρδιά τους με την ελπίδα

Με τις λευκές φτερούγες στους ώμους τους σαν αρχάγγελοι

Σταθήκανε μπροστά στα τανκς

 

Οι ερπύστριες πέρασαν πάνω απ’ τα πρώιμα κορμιά

Αφήνοντας ανέπαφη την ελπίδα, που μ’ αυτή ζυμώσανε την καρδιά τους

Την απόφαση, που μ’ αυτή θωρακίσανε τα στήθια τους

Αφήνοντας ανέπαφη την ΙΔΕΑ

Που βάφτηκε πιο κόκκινη στο αίμα τους

 

Το Πολυτεχνείο στάθηκε οι τελευταίες Θερμοπύλες

Το αίμα που χύθηκε δεν μπόρεσαν να το ξεπλύνουν απ’ τη μνήμη μας

Σαν καταλύτης δρα μέσα στη σκέψη και τη δράση μας

Που ζυμώνουν τους καινούριους καιρούς

 

Ήσασταν ωραία παιδιά

Αδέλφια μας, ήσασταν ωραία παιδιά

Ήταν Παρασκευή που σας σταυρώσανε.

Αύριο, Σάββατο, θ’ αναστηθείτε.