Από σήμερα στους κινηματογράφους.
Η ταινία βρίσκεται σε μια
λίστα με τις δέκα καλύτερες ταινίες της χρονιάς. Είναι μεταφορά ενός
μυθιστορήματος του James Baldwin.
Όλοι οι συντελεστές της
ταινίας, με εξαίρεση τρεις λευκούς που έχουν οργανική σχέση με την πλοκή, είναι
μαύροι.
Γραμμένο το 1974
αναφέρεται, μέσω μιας ερωτικής ιστορίας, στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι
μαύροι, κυρίως με τους αστυνομικούς. Μη σε βάλλουν στο μάτι, δεν την γλιτώνεις
εύκολα, όπως ο Φόνι που κατηγορήθηκε για το βιασμό μιας πορτορικανής. Ένας
φίλος του θα υποχρεωθεί να ομολογήσει την κλοπή μιας BMW, για να μην κατηγορηθεί για το λίγο χασίσι που βρέθηκε πάνω του.
Θα καταδικαστεί σε δυο χρόνια φυλάκιση, και θα διεκτραγωδήσει στον Φόνι τις
συνθήκες της φυλακής. Θα απαγορεύσουν στο δικηγόρο του Φόνι να τον επισκεφθεί,
μήπως ανασκευάσει την κατάθεσή του στην οποία δηλώνει ότι ήταν μαζί με τον Φόνι
τη βραδιά του βιασμού.
Δεν είναι όλοι οι λευκοί
κακοί, υπάρχει ο καλός δικηγόρος, η καλή μανάβισσα…
Και δεν είναι όλοι οι
μαύροι άγγελοι.
Στην ταινία είδαμε μια
εκδοχή του μαύρου αντιφεμινισμού και αντικληρικαλισμού. Οι αδελφές του Φόνι
είναι κακές, ενώ η μητέρα του είναι μια φανατική θρησκόληπτοι. Όμως οι άνδρες;
Ε, τα μελλοντικά συμπεθεράκια θα πάνε να τα πιούνε μαζί, για να γιορτάσουν την
ανακοίνωση της κοπέλας ότι είναι έγκυος.
Στην ταινία βλέπουμε την
τρυφερότητα του έρωτα, την αλληλεγγύη των μειονοτήτων (ισπανόφωνοι, εβραίοι,
πορτορικανοί), και βέβαια πρώτα απ’ όλα τις αγριότητες της αστυνομίας τις
οποίες πληροφορούμαστε στον τύπο κατά καιρούς. Η εποχή που οι Αμερικανοί
ψηφοφόροι θα ψήφιζαν ένα μαύρο πρόεδρο βρίσκεται ακόμη πολύ μακριά.
Ναι, διάβασα και το μυθιστόρημα,
το οποίο ακολουθεί αρκετά πιστά η ταινία. Είχα γράψει νομίζω περισσότερα, ο
δαίμονας του word
μάλλον
τα έσβησε, βαριέμαι να ξαναγράψω. Σώθηκε αυτό που έγραψα για το τέλος του
βιβλίου.
Α, ναι, θυμήθηκα, το
έγραψα αυτό, στο βιβλίο το ζευγάρι, μαθητές ακόμη, τσακώθηκαν, αλλά μετά
κατέληξαν ερωτευμένοι, σε ένα γνωστό μοτίβο που το είδαμε πρόσφατα στην ταινία «Πρόσκληση σε γάμο».
Το έζησα κι εγώ σε μια
γενικότερη εκδοχή.
Με τον συγχωρεμένο τον
Τάκη που είχε ένα εστιατόριο στην Ιεράπετρα τσακωθήκαμε γιατί πάρκαρα μπροστά
του, χωρίς να έχω βέβαια σκοπό να φάω. Μετά όμως καταλήξαμε πρώτοι φίλοι.
Νομίζω ήταν το επόμενο
καλοκαίρι. Τρώμε με τη φίλη μου και φωνάζουμε τον σερβιτόρο να μας κάνει
λογαριασμό. Έρχεται. Τον κάνει. Πριν προλάβουμε να πληρώσουμε έρχεται ο Τάκης,
το αφεντικό. Τον κοιτάζει και σβήνει κάτι, μειώνοντάς τον για κάποια λίγα ευρώ.
Τον ρωτάω τι ήταν αυτό που έσβησε. «Άστο, αυτό το έχουμε για τους ξένους». Και
να σκεφτείτε ότι το παρατσούκλι του ήταν Μολιέρος, από τον «Φιλάργυρο», επειδή
είχε τη φήμη του τσιγκούνη. Σας είπα, μετά είχαμε γίνει πρώτοι φίλοι.
Το μόλις τριών γραμμών
τέλος μου φάνηκε αμφίσημο. Το μεταφράζω.
Ο Φόνι δουλεύει στο ξύλο,
στην πέτρα, σφυρίζοντας, χαμογελώντας. Και από μακριά, αλλά πλησιάζοντας, το
μωρό κλαίει, κλαίει, κλαίει, κλαίει, κλαίει, κλαίει σαν να θέλει να ξυπνήσει
τους νεκρούς.
Ήταν πραγματικότητα; Ο
Φόνι αθωώθηκε και δουλεύει στο εργαστήριό του, ενώ πλησιάζει η Τις με το μωρό;
Ή ήταν μια παραίσθηση της Τις τη στιγμή της γέννας; Η προηγούμενη παράγραφος,
από την οποία μεσολαβεί ένα κενό διάστημα μέχρι την τελευταία, τελειώνει: «Τότε
ούρλιαξα, και η ώρα μου ήλθε».
Ίσως ήθελε σκόπιμα ο Baldwin να δώσει ένα σύντομο, αμφίσημο τέλος,
για να μην μειώσει τη ζοφερή πραγματικότητα που ζούσε η μαύρη κοινότητα στην
Αμερική. Στην ταινία βέβαια τα πράγματα είναι αλλιώς.
Ποιος είναι ο James Baldwin;
Και εγώ πρώτη φορά τον
άκουσα. Έψαξα στη biblionet, δεν
υπάρχει κανένα βιβλίο του στα ελληνικά. Ίσως να φταίει το ότι είναι μαύρος. (Τελικά λάθος, όπως μου επεσήμανε ένας φίλος σε σχόλιο, υπάρχουν βιβλία του στα ελληνικά).
No comments:
Post a Comment