Book review, movie criticism

Wednesday, January 11, 2023

Cheng Bugao (程步高), Spring silkwarms (春蚕 1933)

Cheng Bugao (程步高), Spring silkwarms (春蚕 1933)

 


  Σταματήσαμε τον Sun Yu που τον βλέπουμε πακέτο για να δούμε τους «Ανοιξιάτικους μεταξοσκώληκες» του Cheng Bugao, γιατί στην ταινία αυτή παίζει η Aisha που αυτοκτόνησε στα 21 της χρόνια. Ο Cai Chusheng (έχει σειρά) εμπνεύστηκε από την αυτοκτονία της την ταινία του «Νέες γυναίκες» (1935) στην οποία πρωταγωνιστεί η Ruan Lingyu η οποία αυτοκτόνησε την ίδια χρονιά, στα 25 της αυτή. Την Ai Xia την είδαμε και στην ταινία του Zhang Shichuan, «Cosmetics» (1933)

  Και βέβαια διάβασα το ομώνυμο διήγημα του Mao Dun του οποίου αποτελεί μεταφορά. Του Mao Dun έχω διαβάσει και το μυθιστόρημά του «Τα Μεσάνυχτα», σε reader. Μην πάει το μυαλό σας, το διήγημα δεν το διάβασα στα κινέζικα, το διάβασα σε αγγλική μετάφραση.

  32 σελίδες, όχι μικρό, το μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη ο Cheng Bugao χωρίς να χρειαστεί να παραγεμίσει την ταινία του.

  Ο Μάο Ντουν σ’ αυτό του το διήγημα διεκτραγωδεί τη μοίρα φτωχών χωρικών, που είναι έρμαια αφενός των εξελίξεων στην οικονομία αφετέρου των προλήψεών τους.

  Οι χωρικοί εδώ είναι σηροτρόφοι.

  Τι σημαίνει σηροτρόφος;

  Αυτός που «καλλιεργεί» μεταξοσκώληκες.

  Είδα μικρός, στο δημοτικό σχολείο, πώς γίνεται η σηροτροφία, η οποία είχε εγκαταλειφθεί πριν πολλά χρόνια στο χωριό μου, όπως και η καλλιέργεια του λιναριού, μορφές αυτοκατανάλωσης. Θυμάμαι τον πατέρα μου που έλεγε «Ο που τρώει το λιναρόσπορο τρώει τα ρούχα του». Με το λινάρι έφτιαχναν νήμα το οποίο ύφαιναν. Ο μεταξοσκώληκας όμως δεν τρώγεται.

  Η καλλιέργεια του λιναριού δεν άφησε ίχνη στο χωριό μου, όπως και τα βόδια που εγκαταλείφθηκαν, το οποία χρησιμοποιούσαν παλιά για όργωμα. Όμως η σηροτροφία άφησε ίχνη, τις μουριές. Δυο μουριές υπήρχαν επί δεκαετίες στο μονοπάτι που πάει στο σπίτι μου. Γλυκά τα μούρνα, αλλά πού να τα φτάσουμε. Βέβαια φτάναμε μερικά και τα τρώγαμε. Τα περισσότερα τα έτρωγαν οι σφήκες. Οι οποίες δεν ήταν σιχασιάρες, τα έτρωγαν και από κάτω, όταν έπεφταν πάνω στο μονοπάτι. Έπρεπε να είμαι προσεκτικός καθώς περπατούσα με τις σαγιονάρες για να πάω στη θάλασσα ή επιστρέφοντας απ’ αυτή. Μια φορά, απρόσεκτος, πάτησα μια η οποία με τσίμπησε στην πατούσα. Μουγκαλίστηκα από τον πόνο. Η πατούσα έχει φοβερά ευαίσθητα νεύρα.

  Γιατί δεν τις ξεπάτωναν;

  Διότι τα μουρνόφυλλα που παλιά έτρεφαν τους μεταξοσκώληκες τώρα έτρεφαν κατσίκες και πρόβατα. Ξεπατώθηκαν από τα παιδιά των ιδιοκτητών, όταν πια αυτοί γέρασαν και δεν μπορούσαν να «κουλαντρίζουν» αιγοπρόβατα. Δηλαδή αίγες, γιατί οι περισσότεροι χωριανοί, εγκαταλείποντας σιγά σιγά την αυτάρκεια, αντί για πρόβατα που πρόσφεραν μαλλί για να φτιάχνουν φανέλες οι νοικοκυρές προτιμούσαν τις αίγες (ναι, έτσι τις λέμε ακόμη τις κατσίκες στην Κρήτη, με το αρχαιοελληνικό όνομα) που βγάζουν περισσότερο γάλα.

  Κάπου έχω γράψει για μια ατάκα που λέγαμε για ένα χωριανό μας: Ο Νικολής ο μέγας που γάστρωσε την αίγα. Περίπτωση κτηνοβασίας.

  Αρκετά με τις αναμνήσεις.

  Δύσκολη η σηροτροφία. Πρέπει να είσαι στο πόδι για ένα μήνα. Φοβερή κούραση.

  Δεν φτάνουν τα μουρνόφυλλα που έχει το κτηματάκι, πρέπει να αγοράσουν. Μα δεν έχουν λεφτά. Να δανειστούν, θα ήταν καταστροφή να ψοφήσουν οι μεταξοσκώληκες από έλλειψη τροφής.

  Η γνωστή ιστορία, ο δανεισμός, η υποθήκη, το χάσιμο της γης.

  Το διήγημα είναι γεμάτο σασπένς. Θα τα καταφέρουν, ή θα ψοφήσουν οι μεταξοσκώληκες;

  Θα τα καταφέρουν.

  Και οι προλήψεις;

  Η Αισιά, που για ποιο λόγο δεν θυμάμαι οι χωριανοί είχαν βάλει το σπίτι τους σε καραντίνα, γιατί αν τους πλησίαζαν θα ψόφαγαν οι μεταξοσκώληκές τους, για να εκδικηθεί πηγαίνει στο σπίτι του νεαρού και κλέβει μεταξοσκώληκες. Τους ρίχνει στο ποτάμι. Αυτό θα τους φέρει κακοτυχιά.   

  -Μπούρδες, αποφαίνεται ο νεαρός που την συλλαμβάνει, όταν αυτή του εξηγεί για ποιο λόγο τους έριξε στο ποτάμι.

  Και την αφήνει να φύγει.

  Όντως μπούρδες.

  Οι μεταξοσκώληκες μεγαλώνουν μια χαρά.

  Τα κουκούλια θα τα πουλήσουν. Αυτά που γίνονται από εγχώριους μεταξοσκώληκες θα πουληθούν φτηνότερα.

  Θα τα πουλήσουν;

  Κάτι οι συγκρούσεις που γίνονται στην Σαγκάη, κάτι οι συνθήκες στην παγκόσμια αγορά (η τιμή πώλησης του γιαπωνέζικου μεταξιού ήταν χαμηλότερη από τα καλλιεργητικά έξοδα των κινέζων) και οι αγοραστές έκλεισαν της πόρτες των καταστημάτων τους. Ένας που τις άνοιξε αγόραζε τα κουκούλια για κομμάτι ψωμί. Και όχι όλα, μόνο αυτά που ήταν πολύ καλής ποιότητας.

  Και τα υπόλοιπα τι θα τα έκαναν;

  Για να μην πάνε χαμένα «ξέθαψαν» τα εργαλεία τους για να φτιάξουν με αυτά μετάξι, όπως τον παλιό καιρό, πριν το θεωρήσουν πιο συμφερτικό να πουλάνε τα κουκούλια.

  Ήλθαν και οι φοροεισπράχτορες.

  Αφού δεν πουλήσαμε, τι λεφτά να σας δώσουμε; Πάρτε κουκούλια.

  Όμως οι δανειστές ήθελαν τα λεφτά τους, και τα δάνεια τα είχαν δώσει με υποθήκη. Η οικογένεια του νεαρού έχασε το τελευταίο κομμάτι γη που είχε, αυτό με τις μουριές (μουρνιές τις λέμε στην Κρήτη).

  Πολύ καλή ταινία, που με γέμισε με αναμνήσεις.   

  Μπορείτε να τη δείτε στο youtube με αγγλικούς υπότιτλους.

 

 

No comments: