Book review, movie criticism

Thursday, February 27, 2020

Corneliu Porumboiu, Ο θησαυρός (Comoara, 2015)




  Εν όψει της σημερινής προβολής των «Σφυριχτών».
  Για την προηγούμενη ταινία του Πόρουμπογιου δεν κάναμε ανάρτηση. Ο λόγος; Πρόκειται για ντοκιμαντέρ με θέμα το ποδόσφαιρο. Τίτλος του, «Το δεύτερο παιχνίδι» (2014).
  Δεν είμαι καθόλου ποδοσφαιρόφιλος, έχω συγκεκριμένη αντίληψη γι’ αυτό, την οποία εκφράζει το γνωστό ανέκδοτο με τον Αϊνστάιν. Όμως κατέβαλα φιλότιμη προσπάθεια, είδα ένα δεκάλεπτο πριν το παρατήσω. Σε voice over ο Κορνήλιος σχολιάζει μαζί με τον πατέρα του ένα ματς. Οι παίχτες παίζουν ενώ χιονίζει. Και φυσικά δεν θα μπορούσα να «απολαύσω» το ματς, μια και έπρεπε να διαβάζω τους υπότιτλους. Σ’ αυτό το δεκάλεπτο έμαθα ότι ο πατέρας του ήταν διαιτητής και ότι τον Κορνήλιο, όταν ήταν εφτά χρονών παιδάκι, του είπαν να του πει να παρατήσει τη διαιτησία γιατί αλλιώς θα πάει στο σπίτι του με φέρετρο. Αρνιόταν τα λαδώματα, οποιαδήποτε μεσολάβηση για να μεροληπτήσει υπέρ της μιας ή της άλλης ομάδας.
  Ούτε και την επόμενη ταινία, ντοκιμαντέρ κι αυτή που έχει τίτλο «Άπειρο ποδόσφαιρο» (2018) κατάφερα να δω πάνω από ένα δεκάλεπτο. Ο Κορνήλιος συζητάει με ένα παλιό παίχτη, τώρα στέλεχος σε μια επιχείρηση, που ένα ματς τον τραυμάτισε θανάσιμα στο πόδι. Πιστεύει ότι φταίνε οι κανόνες του παιχνιδιού για τον τραυματισμό του και φιλοδοξεί να τους αλλάξει.
  Μου άρεσε φοβερά ο «Θησαυρός». Όχι μόνο γιατί είναι κωμωδία, που εξάλλου είναι soft, αλλά και γιατί έχει το πιο όμορφο τέλος που έχω δει ποτέ σε ταινία.
  Ο Κόστι δύσκολα τα φέρνει πέρα, έτσι όταν ο γείτονάς του ο Αντριάν του ζητάει δανεικά γιατί αλλιώς χάνει το υποθηκευμένο σπίτι του τού δηλώνει ότι δεν μπορεί να του δώσει. Ο Αντριάν σε λίγο επιστρέφει με μια πρόταση: να βάλει τα λεφτά για να δανειστούν ένα ανιχνευτή μετάλλων, ώστε να ψάξουν για ένα θησαυρό στο πατρικό του. Τον έκρυψε ο παππούς για να μην του τον πάρουν οι κομμουνιστές. Μισά μισά.
  Δέχεται. Δανείζεται, συμπληρώνει τα 800 ευρώ που χρειάζονται για τον ανιχνευτή. Και πάνε να τον βρούνε.
  -Μαμά, πού πάει ο μπαμπάς;
  -Πάει να βρει ένα θησαυρό.
  Το σκάψιμο είναι εντελώς επεισοδιακό, ο Αντριάν τσακώνεται με τον χειριστή ο οποίος σηκώνεται και φεύγει.
  Περιμένουμε την ανατροπή, όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιου είδους ταινίες. Και πράγματι, βλέπουμε μια ανατροπή, αλλά όχι αυτή που περιμέναμε.
  Βρίσκουν το κουτί που είχε θάψει ο παππούς, όμως πώς να το ανοίξουν; Το παίρνουν μαζί τους.
  Ο χειριστής, τσατισμένος, πιθανότατα τους κάρφωσε στην αστυνομία. Κάθε τέτοιου είδους εύρημα αν είναι αντικείμενο πολιτιστικής κληρονομιάς κατάσχεται. Έτσι στην έξοδο του πατρικού τούς περιμένει το αστυνομικό όχημα. -Μα τι λέτε, θα πηγαίναμε να το παραδώσουμε στην αστυνομία (δεν είχαν βέβαια τέτοιο σκοπό).
  Περνάνε οι ώρες, περασμένα μεσάνυχτα, κοντά τέσσερις, ο κλειδαράς προσπαθεί να ανοίξει την σκουριασμένη κλειδαριά χωρίς να τα καταφέρνει. Τελικά την ανοίγει.
  Περιμένουμε ότι θα είναι «άνθρακες ο θησαυρός», έλα όμως που είναι ένα μάτσο μετοχές, της μερσεντές αν θυμάμαι καλά.
  Δεν είναι αντικείμενο πολιτιστικής κληρονομιάς, επιβεβαιώνεται με ένα τηλεφώνημα που κάνουν στα κεντρικά οι αστυνομικοί, οι μετοχές τους ανήκουν.
  Τελικά δεν υπάρχει η ανατροπή που περιμέναμε, οι δυο γείτονες τσεπώνουν πάνω από μισό εκατομμύριο ο καθένας.
  Και για το τέλος που λέγαμε;
  -Και πού είναι τα χρυσά, τα κοσμήματα, τα δαχτυλίδια ρε μπαμπά; Εσύ εδώ έφερες χαρτιά.
  Τον βλέπουμε να πηγαίνει σε ένα κατάστημα και να αγοράζει ένα σωρό κοσμήματα. Τα βάζει μέσα στο κουτί όπου βρήκαν τις μετοχές και το πηγαίνει στο γιο του, που βρίσκεται στην αυλή του σχολείου με τους συμμαθητές του. Το ανοίγει, όλοι θαυμάζουν. -Να τα πιάσουμε; -Μα και βέβαια. Τα πιάνουν και τα καμαρώνουν. Ένας όμως βουτάει αυτό που κρατάει και φεύγει τρέχοντας. -Έλα εδώ, φέρε το πίσω, τον κυνηγάει ο μικρός. -Μα έχεις τόσα, απαντάει ο άλλος.
  Και η ταινία τελειώνει.
  Μόνο μια ταινία ήταν αρκετή για τον Πόρουμπογιου για να καταλάβει ότι δεν μπορεί να σπρώχνει στα άκρα τα στιλιστικά του μέσα, σε αντίθεση με τον Terrence Malick που χρειάστηκε τέσσερις. Αυτή η ταινία ήταν η προηγούμενη μυθοπλασίας του, η «Όταν βραδιάζει στο Βουκουρέστι». Τώρα υπάρχει στόρι με σασπένς, και τα μονόπλανα και οι μεγάλες σκηνές απουσιάζουν. Η μόνη μεγάλη σκηνή είναι στην αυλή, στην αναζήτηση με το μηχάνημα του μέρους που είναι θαμμένος ο θησαυρός και το σκάψιμο. Η κάμερα δεν τεμπελιάζει πια μένοντας στις περισσότερες σκηνές ακίνητη, αρχίζει να κινείται περισσότερο, ενώ οι εκτενείς διάλογοι απουσιάζουν.
  Και η επόμενη και τελευταία ταινία του Πόρουμπογιου, οι «Σφυριχτές», η οποία στάθηκε η αιτία να αποφασίσουμε να τον δούμε πακέτο, κινείται στο ίδιο μήκος κύματος. Υπάρχει άφθονο σασπένς ενώ η πλοκή είναι πιο περίπλοκη. Αλλά πριν αναρτήσω θα ξαναδιαβάσω το κείμενο που έγραψα μετά τη δημοσιογραφική προβολή, μήπως συμπληρώσω ή μεταβάλλω κάτι, έχοντας τώρα τη συνολική εικόνα του Πόρουμπογιου.   

No comments: