Έχουμε και εδώ το θέμα της αδελφικής
αγάπης, αλλά κυρίως το «γυρίζω στον καλό δρόμο», όπως στο «Walk cheerfully».
Ο ήρωάς μας είναι
πυγμάχος, αλλά ασχολείται και με όχι και τόσο τίμιες δουλειές. Η κοπέλα του τον
ακολουθεί. Του είναι πιστή, παρά το φλερτ που της κάνει ο γιος του αφεντικού
της. Κάποια στιγμή έρχεται ο αδελφός, ο άλλος ήρωας, και ζητάει να δουλέψει κοντά
του. Τον θαυμάζει. Αυτός δεν έχει αντίρρηση. Όμως έρχεται η αδελφή του και τον
βρίσκει, και τον παρακαλεί να μην τον δεχθεί. Δεν θέλει ο αδελφός της να πάρει
αυτό τον δρόμο.
Εντυπωσιάζεται. Περίπου
την ερωτεύεται. Θα της κάνει το χατίρι. Το κορίτσι του όμως ζηλεύει. Θα πάει να
τη βρει. Θα εντυπωσιαστεί από τη συμπεριφορά της. Η κοπέλα αυτή λειτουργεί ως
καταλύτης.
Τη βλέπει στο κατάστημα
που δουλεύει (πουλάει δίσκους κλασικής μουσικής) να πλέκει. Πηγαίνει και αυτή
και αγοράζει μαλλί, να του πλέξει ένα πουλόβερ. Θέλει να μοιάσει στην κοπέλα
που τόσο μάγεψε τον αγαπημένο της. Και ακολουθεί η πιο κωμική από τις λίγες
κωμικές σκηνές του έργου (ο Όζου έχει το χιούμορ στις φλέβες του, όπου μπορεί
δίνει κωμικές πινελιές), ο φίλος της με απλωμένα τα χέρια να κρατάει την
κουλούρα το μαλλί και αυτή να το τυλίγει σε κουβάρι.
Θέλει να ζήσουν τίμια. Να
παρατήσουν τις βρωμοδουλειές και να φύγουν. Δεν έχει αντίρρηση. Του προτείνει
μια τελευταία βρωμοδουλειά. Θα κλέψουν το γιο του αφεντικού της και με τα λεφτά
του θα το σκάσουν.
Δεν του παίρνει όλα τα
λεφτά. Φεύγουν. Πηγαίνει στο σπίτι της να ετοιμαστεί. Αυτός θα επιστρέψει να
την πάρει. Πηγαίνει στο σπίτι των δυο αδελφών. Τους λέει να είναι αγαπημένοι
γιατί ο ένας αγαπάει τον άλλο. Τους αφήνει χρήματα. Πηγαίνει να πάρει τη φίλη
του. Όμως το σπίτι το έχουν κυκλώσει οι αστυνομικοί. Του λέει να παραδοθούνε.
Λίγα χρόνια φυλακή και μετά θα είναι μαζί, αντί να είναι μια ζωή κυνηγημένοι.
Αυτός αρνείται. Την παρασύρει να το σκάσουν από τις στέγες. Φαίνεται να τα
έχουν καταφέρει. Αυτή επιμένει. Αυτός την παρατάει για να το σκάσει μόνος του.
Αυτή τον πυροβολεί στο πόδι. Του αναπτύσσει πάλι τη ρητορική της τιμιότητας.
Αυτός πείθεται. Λίγα χρόνια χωριστά και μετά πάλι μαζί, του λέει, ενώ οι
αστυνομικοί τους περνούν τις χειροπέδες.
Δεν ξέρω πώς προσέλαβαν
την ταινία οι γιαπωνέζοι θεατές, αλλά ένας δυτικός θεατής θα έβρισκε το σενάριο
πολύ παρατραβηγμένο. Το «κατά το εικός», θυσία στο διδακτισμό.
No comments:
Post a Comment