Book review, movie criticism

Thursday, January 2, 2025

Susan Sontag, Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων

 

Susan Sontag, Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων (μετ. Βελέντζας Σεραφείμ) Scripta 2003, σελ. 144

 


  Το βιβλίο ξεκίνησα να το διαβάζω το απόγευμα της 23ης Οκτωβρίου και το τέλειωσα μετά τα μεσάνυκτα της 24ης, ημέρα Πέμπτη. Δεν μου κολλούσε ύπνος, την επομένη θα έκανα εγχείρηση χολής, πρώτο νούμερο, θα με έπαιρναν, όπως πράγματι με πήραν, στις 7.30. Ο γιος μου επέμενε να με δει πριν την εγχείρηση, με πρόλαβε στο ασανσέρ.

  Μεγάλη περιπέτεια αυτή με τη χολή μου, ήταν αρκετά επιβαρυμένη, την έχω αφηγηθεί αλλού. Μου στοίχησε δυόμιση μήνες σε νοσοκομεία (ΠΑΓΝΗ και Ευαγγελισμό), περίπου όσους μήνες κάνω διακοπές το καλοκαίρι. Είναι δέκα μέρες που έχω επιστρέψει σπίτι, (προπαραμονή Χριστουγέννων) και ελπίζω να μην ξανανοσηλευτώ για το ίδιο ζήτημα στον Ευαγγελισμό.

  Έχουν περάσει πάνω από δυο μήνες από τότε που το διάβασα, και έτσι δεν έχω παρά μόνο μια γενική εντύπωση. Η Susan Sontag είχε πάθος με τη φωτογραφία, (Διαβάζω το βιογραφικό της στη βικιπαίδεια και οποία έκπληξη!!! Γεννημένη το 1933 πέθανε στις 28 Δεκεμβρίου 2004, σε ηλικία 71 χρονών. Το ίδιο και η μητέρα μου, πέθανε στις 28 Δεκεμβρίου 1979, και αυτή σε ηλικία 71 χρονών). Μάλιστα το πρώτο της βιβλίο που μεταφράστηκε στα ελληνικά είναι το «Περί φωτογραφίας».

  Τον πόνο των άλλων τον παρατηρεί σε πεδία μαχών, στις παράπλευρες απώλειες, στον άμαχο πληθυσμό που υποφέρει. Μιλάει αρκετά για τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο.

  Ναι, έτσι τον χαρακτηρίζω εγώ ο άθρησκος, εμφύλιο. Μια φυλή, τρεις θρησκείες: Ορθοδοξία, καθολικισμός, ισλάμ. Ίδια γλώσσα, με τις αναπόφευκτες ιδιωματικές διαφορές. Δεν είχα κλείσει τα τριάντα όταν διάβασα τα σερβοκροάτικα από το teach yourself books. Σερβοκροάτικα, γιατί ήταν με λατινικούς χαρακτήρες, ενώ τα σέρβικα, που τα διάβασα πριν δυο τρία χρόνια, έχουν τους κυριλλικούς. Μόνο τα σλαβομακεδόνικα και τα σλοβένικα, αν και σλάβικες γλώσσες, ξεχωρίζουν από τα σερβοκροάτικα, που είπαμε είναι αδέλφια με τα βοσνιακά.

  Μου ήλθε τώρα στο μυαλό η ταινία «Το μαχαίρι» του (Προς το παρόν βρήκα κάτι άλλο, το «Variola Vera» (1982) του Γκόραν Μάρκοβιτς, που αναφέρεται σε μια επιδημία ευλογιάς. Η ευλογιά των πιθήκων, πιο ήπια, έχει κάνει την εμφάνισή της και στην Ελλάδα. Δεν αναμένεται όμως να εξαπλωθεί όπως το έιτζ ή ο κόβιντ)… Τελικά δεν την βρήκα, είναι με άλλο τίτλο, και για να τη βρω θα πρέπει να ψάχνω όλη μέρα. Θυμάμαι μόνο που ο Βόσνιος ανακαλύπτει ότι οι πρόγονοί του ήταν Σέρβοι και ο Σέρβος ότι οι πρόγονοί του ήταν Βόσνιοι. Υπάρχει και ένας παπάς, σαν αυτός στους «Αδελφοφάδες» του Καζαντζάκη. 

  Όμως οι άλλοι δεν είναι μόνο οι παράπλευρες απώλειες, είναι και αυτοί που νοσηλεύονται στα νοσοκομεία, πολλοί από τους οποίους πονούν, μουγκρίζουν κάποιες φορές. Ένας στο ΠΑΓΝΗ μούγκριζε από τον πόνο, από την παρακέντηση που του έκαναν. Στο γαστρεντερολογικό τμήμα που νοσηλευόμουν από τις 18 Αυγούστου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου πολλοί που νοσηλεύονταν ήταν θύματα της ρακής.

  Αυτές είναι οι τρεις πληγές της Κρήτης: Η ρακή, η ζωοκλοπή και η βεντέτα. Να πούμε και μια τέταρτη, το χασίσι, που άκουσα ότι στο εξωτερικό θεωρείται πρώτης ποιότητας. Η διαφορά είναι πως η ζωοκλοπή, η βεντέτα και το χασίσι είναι περίπου γεωγραφικά εντοπισμένες, ενώ η ρακή έχει πλημμυρίσει όλη την Κρήτη.

  Εγώ δεν υπήρξα θύμα της, ένα καραφάκι μου ήταν αρκετό. Πριν καμιά δεκαριά χρόνια (αλλά να το ψάξω, για μεγαλύτερη ακρίβεια, πριν 12,5 χρόνια, το βλέπω από τις αναρτήσεις μου) πήγαινα στο καφενείο, παράγγελνα ένα καραφάκι στη Νάντια, περισσότερο για το μεζέ, και στρωνόμουν στο διάβασμα. Ξαναδιάβαζα τα αριστουργήματα του Σταντάλ, το «Κόκκινο και το μαύρο» και «Το μοναστήρι της Πάρμας». Βέβαια το διάβασμα δεν κρατούσε πολύ, όλο και κάποιος-οι φίλοι θα κολλούσαν σε λίγο και αρχίζαμε το κουβεντολόι. Περί ανέμων, γιατί περί υδάτων γίνεται κουβέντα μόνο το χειμώνα, που περιμένουν όλοι σαν θεό τη βροχή.

  Μετά από αυτά τα εισαγωγικά, δεν έχω παρά να κοιτάξω τις υπογραμμίσεις μου.

  «Το παράξενο δεν είναι ότι πολλές ιερές φωτογραφίες του παρελθόντος, στις οποίες περιλαμβάνονται μερικές από τις πιο έντονα τυπωμένες στη μνήμη φωτογραφίες του Δεύτερου Παγκόσμιου πόλεμου, είναι προφανώς στημένες» (σελ. 62).

  Ξέρω δυο τέτοιες, το στήσιμο της σημαίας στο Reichstag από τους ρώσους και τη συνάντηση των δυο στρατευμάτων του Ζούκοφ που καθώς συναντώνται και αγκαλιάζονται, έχουν περικυκλώσει τους γερμανούς που πολιορκούν το Στάλινγκραντ. Ο φον Πάουλους προτίμησε να παραδοθεί παρά να αυτοκτονήσει, και να μη θυσιάσει τους άντρες του. Εγώ τις είδα σε ντοκιμαντέρ, αλλά σίγουρα θα υπάρχουν και φωτογραφίες, πιθανώς frames. Πιο κάτω η Sontag αναφέρεται σε στημένη κινηματογραφημένη επέλαση ενός ιππικού, αλλά και άλλα παραδείγματα, που πολλά δεν έχουν και μεγάλη σχέση με τον «πόνο των άλλων», και κάποια δεν είναι φωτογραφίες αλλά κινηματογραφημένες σκηνές.

  «Και φυσικά, [κάνουν πολύ μικρότερη εντύπωση] αγριότητες που δεν εντυπώνονται στον νου μας με γνωστές φωτογραφικές εικόνες, ή από τις οποίες απλούστατα είχαμε ελάχιστες εικόνες – η ολική εξολόθρευση των Χερέρο στη Ναμίμπια, με απόφαση της γερμανικής αποικιοκρατικής διοίκησης το 1904 [οι γερμανοί φαίνεται ήταν ναζί και πριν τον ναζισμό]· η ιαπωνική επίθεση στην Κίνα, συγκεκριμένα η σφαγή περίπου 400.000 ατόμων [υπερτριπλάσιοι των θυμάτων της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι] και ο βιασμός 80.000 γυναικών τον Δεκέμβριο του 1937, ο αποκαλούμενος Βιασμός της Νανκίν· ο βιασμός περίπου 130.000 κοριτσιών και γυναικών (από τις οποίες οι 10.000 αυτοκτόνησαν στο Βερολίνο του 1945 από τους νικητές Σοβιετικούς στρατιώτες, που τους άφησαν οι διοικητές τους να ξεσπάσουν [να εκδικηθούν καλύτερα] φαίνονται πιο μακρινές (σελ. 92-93).

  Όχι, δεν θα το ψάξω, νομίζω το είδα σε ταινία. Ένας γερμανός που ήλθε η σειρά του να τη βιάσει τη ρώτησε πόσοι πέρασαν μέχρι τώρα. Αυτή του είπε ένα αριθμό, κάπου 20 αν θυμάμαι καλά. Αυτός δεν την βίασε, την προστάτευσε, της προμήθευσε φαγητό. Δεν θυμάμαι αν υπήρξε ειδύλλιο ανάμεσά τους. Αυτή αφηγήθηκε την ιστορία της σε βιβλίο, κάτι που εξόργισε τους γερμανούς.

  «Είμαι πεπεισμένος πως αισθανόμαστε ιδιαίτερη απόλαυση και μάλιστα κάθε άλλο παρά μικρή για τις πραγματικές δυστυχίες και τον πόνο των άλλων…» (σελ. 105).

  Έχω γράψει για τα τέσσερα «είδωλα» του Francis Bacon, στο πρώτο από τα οποία, τα «είδωλα της φυλής», υπάγεται και η τάση γενίκευσης. Εδώ θα κάνω ειδική μνεία, δική μου παρατήρηση, ότι συνήθως γενικεύομε έχοντας σχεδόν ως μοναδικό δείγμα τον εαυτό μας. Ένας από τους λόγους που δεν βλέπω τηλεόραση είναι και αυτός, ότι με πιάνει κατάθλιψη βλέποντας τις δυστυχίες των άλλων (τραυματισμοί σε τροχαία, δολοφονίες κ.ά.). 

  «Ο συναισθηματισμός, ως γνωστόν, συμβαδίζει απολύτως με μια προτίμηση για την κτηνωδία…» (σελ. 107).

  Ως γνωστόν; Περίεργο, σε μένα δεν μου είναι γνωστό.

  Δεν ξέρω πόσοι θα προσυπογράφατε αυτή τη δήλωση, εγώ πάντως όχι. Μάλλον η Sontag γενικεύει [ως γνωστόν] από εξαιρέσεις.

  «Και τα μαρτύρια κάποιων λαών έχουν πολύ πιο ουσιαστικό ενδιαφέρον για ένα κοινό… από τα μαρτύρια κάποιων άλλων» (σελ. 121).

  Το έγραψα στην κριτική μου για το «Πίσω στο 1942» του Feng Xiaogang:

  «Στο τμήμα reception του λήμματος της βικιπαίδειας διαβάζω αποσπάσματα από τέσσερις αγγλόφωνους συντάκτες, που όλοι τους στέκονται αρνητικά απέναντι στην ταινία. Ο Daniel Eagan του Film Journal γράφει χαρακτηριστικά: the storytelling in Back to 1942 is so careful that it fails to build much interest or emotion.

  Πάλι θα αναφερθώ στην πρόσληψη. Ένας δυτικός ούτε θα δείξει μεγάλο ενδιαφέρον ούτε θα συγκινηθεί ιδιαίτερα με αυτή την ταινία. Όχι εξαιτίας της ίδιας της ταινίας, αλλά εξαιτίας των γεγονότων που αφηγείται. Αν αυτά συνέβαιναν κάπου στη Δύση θα έδειχνε πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον και θα τον συγκινούσαν περισσότερο».

  Σε μια άλλη κριτική μου για κάτι παρόμοιο το έγραψα πιο σκληρά: κάτι τρέχει στα γύφτικα.

  Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του βιβλίου διάβασα για τον γιαπωνέζο που διέτρεχε τη χώρα καταγγέλλοντας τα εγκλήματα των στρατιωτικών, όπως την εκτέλεση αμερικανών αιχμαλώτων στις Φιλιππίνες.

  Το είχα ξεχάσει.

  Διαβάζουμε ένα βιβλίο, όμως πόσα πράγματα θυμόμαστε απ’ αυτό μετά από κάμποσο καιρό; Για αυτό γράφω τις κριτικές μου, για να καταγράψω πράγματα που σίγουρα θα σβήσουν από τη μνήμη μου, και μπορώ να τα «ανακαλέσω» αργότερα ξαναδιαβάζοντας την κριτική μου. Γι’ αυτό δεν θέλω να διαβάζω πια μπεστ σέλερ, έχω σαν προτεραιότητα να ξαναδιαβάσω τις «Νεκρές Ψυχές», το «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα», τους «Αδελφούς Καραμάζοφ», το «Πόλεμος και Ειρήνη» και την «Άννα Καρένινα», αριστουργήματα τα οποία διάβασα παλιά, πριν το blog, και δεν έχω γράψει κριτική.

No comments: