Εν όψει της μεθαυριανής
προβολής της ταινίας «Κλέφτες καταστημάτων».
Τελικά μ’ αυτή την
ταινία συνειδητοποιώ πόσο μεγάλος είναι ο Κορέεντα. Και επίσης βλέπω για άλλη
μια φορά πόσο σημαντικό είναι το σενάριο, το οποίο, όπως άλλωστε
και σ’ όλες του τις ταινίες εκτός από την πρώτη, υπογράφει ο ίδιος. Τελικά τα films d’ auteur είναι τα
καλύτερα.
Ο Syd Field, του οποίου το έργο «The foundations of screenwriting» έχω αφήσει στη
μέση ξαναδιαβάζοντάς το για δεύτερη φορά και πρέπει κάποια στιγμή να το
τελειώσω, θα απέρριπτε εντελώς το σενάριο του Κορέεντα. Δεν υπάρχει η τριμερής
δομή την οποία θεωρεί εκ των ων ουκ άνευ για ένα καλογραμμένο σενάριο, ούτε τα
σασπένς και οι ανατροπές, τα οποία θεωρώ εγώ επίσης σαν τα καλύτερα στοιχεία σε
μια αφήγηση. Βέβαια κρατάω πάντα πισινή, λέγοντας ότι υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.
Και η ταινία αυτή του Κορέεντα είναι μια λαμπρή εξαίρεση.
Μαζεύονται τα παιδιά
στο πατρικό για το ετήσιο μνημόσυνο του μεγάλου αδελφού. Είναι ο μικρός αδελφός
με τη γυναίκα του και με τον μικρό γιο της (είναι χήρα από τον πρώτο της άνδρα)
και την αδελφή του με τον άνδρα της και τα δυο παιδιά τους. Στο πατρικό είναι ο
πατέρας τους, γιατρός και ιδιοκτήτης κλινικής, με τη μητέρα τους.
Και βλέπω για άλλη
μια φορά την ανθρωπιά που χαρακτηρίζει τους ήρωες, αν όχι όλου του γιαπωνέζικου
κινηματογράφου τον οποίο δεν έχω δει, οπωσδήποτε των κορυφαίων σκηνοθετών, την
τριανδρία «Κουροσάβα-Όζου-Μιτζογκούτσι».
Ο μεγάλος αδελφός
πνίγηκε προσπαθώντας να σώσει ένα παιδί. Αυτό το παιδί, έναν ευτραφή νεαρό
τώρα, επιμένει η μητέρα του να τον καλούν κάθε χρόνο στο μνημόσυνο, για να νιώσει
τι πόνος ήταν το αντάλλαγμα για τη δική του ζωή. Ο φουκαράς εκφράζει με κάθε
τρόπο τη θλίψη του για το γεγονός.
Και ο πατέρας;
Όταν πνίγηκε ο γιος
δεν έτρεξε αμέσως. Είχε στην κλινική του ασθενείς με τροφική δηλητηρίαση,
κινδύνευε η ζωή τους, δεν μπορούσε να τους αφήσει.
Σε όλη την ταινία
αυτό που βλέπουμε είναι σκηνές από την οικογενειακή ζωή, άλλες περισσότερο άλλες
λιγότερο τυπικές. Έξυπνοι διάλογοι διανθισμένοι συχνά με χιούμορ, ωραίο στήσιμο
και εξαιρετικές ερμηνείες. Και βέβαια με ενδιαφέρει και το ανθρωπολογικό
στοιχείο, τι κάνουν στην επίσκεψη σε ένα νεκροταφείο. Βλέπω να κάνουν κάτι που
δεν κάνουμε εμείς, να χύνουν νερό πάνω στην μαρμάρινη στήλη για να δροσίσει,
καθώς έχει πυρώσει από τον ήλιο. Ξαναβλέπω επίσης να τρώνε καθισμένοι στο
πάτωμα, πάνω σε χαλάκια ενώ ο πατέρας είναι καθισμένος σε μια καρέκλα με σχεδόν
ανύπαρκτα πόδια, ενώ μπροστά τους είναι ένα χαμηλό τραπέζι, σαν το σοφρά της μακαρίτισσας
της γιαγιάς μου.
Ακούσαμε και το εξής
ωραίο, παρατήρηση της μαμάς που βέβαια δεν είδε με καλό μάτι το γάμο του γιου της
με μια χήρα η οποία μάλιστα έχει ένα παιδί: «Καλύτερα θα ήταν να είχε πάρει μια
ζωντοχήρα παρά μια χήρα». Γιατί; Διότι η ζωντοχήρα χώρισε από έναν άντρα που είτε
αυτή δεν τον ήθελε είτε αυτός δεν την ήθελε, ενώ η χήρα έχασε έναν άντρα που
αγαπούσε, και πιθανόν το πένθος για τον θάνατό του δεν θα την εγκαταλείψει
ποτέ. Αυτά δεν τα εκφράζει τόσο απερίφραστα, αλλά υποδηλώνονται μ’ αυτά που
λέει.
Απλές επιφυλάξεις,
γιατί φέρονται με μεγάλη καλοσύνη τόσο σ’ αυτήν όσο και στο γιο της. Και φυσικά
ο άντρας της τον αντιμετωπίζει σαν δικό του γιο.
Χαίρομαι που και οι
περισσότεροι που είδαν την ταινία έχουν την ίδια άποψη με μένα όπως δείχνει η
υψηλή της βαθμολογία στο IMDb,
8.
No comments:
Post a Comment