Να το ξαναπώ άλλη
μια φορά, είμαι φαν του ιρανικού κινηματογράφου και έχω δει ένα σωρό έργα, και
όλα, ή σχεδόν όλα, των κορυφαίων σκηνοθετών. Του Jafar Panahi τα
έχω δει όλα.
Ξαναδιάβασα ό,τι
είχα γράψει για όλα τα έργα του, προκειμένου να ενσωματώσω τους συνδέσμους των
μεταγενέστερων στον συλλογικό. Βλέπω λοιπόν ότι το σενάριο των «Τριών προσώπων»
απασχολούσε τον Παναχί εδώ και χρόνια, και στο «This is not a film»,
έργο που γύρισε τότε που ήταν σε κατ’ οίκον περιορισμό, γίνεται αναφορά σ’
αυτό. Αντιγράφω από την ανάρτησή μου.
«Στην αρχή της
ταινίας ο Παναχί μιλάει για το τελευταίο του σενάριο το οποίο δεν εγκρίθηκε για
να γυριστεί ταινία. Αναφέρεται σε μια κοπέλα που πέρασε στο πανεπιστήμιο, στη
σχολή καλών τεχνών, αλλά οι γονείς της, συντηρητικοί μεγαλοαστοί, δεν την
άφησαν να σπουδάσει. Την έκλεισαν μάλιστα μέσα στο σπίτι για να αποτρέψουν την
εγγραφή της μέχρι να περάσει η προθεσμία και να χάσει έτσι το δικαίωμα
εγγραφής. Το ιρανικό καθεστώς δεν είναι ταλιμπάν, επιτρέπουν τη μόρφωση των
γυναικών, όμως κάποιοι συντηρητικοί μουσουλμάνοι φαίνεται ότι πιστεύουν πως
υπάρχουν κάποια όρια σ’ αυτή τη μόρφωση, τουλάχιστον για τις κόρες τους. Ο
Παναχί περιγράφει δυο σεκάνς του σεναρίου, με τι τρόπο είχε σκοπό να τις
γυρίσει».
Εδώ οι γονείς της
κοπέλας δεν είναι μεγαλοαστοί αλλά απλοί χωρικοί, κάπου στα σύνορα με το
Αζερμπαϊτζάν, τουρκόφωνοι οι περισσότεροι. Επίσης στην εγγραφή της κοπέλας
αντιδρά κυρίως ο αδελφός, ενώ η μητέρα είναι συμπαραστάτης. Και δεν πρόκειται
για τη σχολή καλών τεχνών αλλά για το κονσερβατουάρ, για να γίνει ηθοποιός.
Και οι τρεις κεντρικοί
ήρωες παίζουν τους εαυτούς τους.
Η κοπέλα, η Marziyeh Merzaei, στέλνει ένα βίντεο-σέλφι
σε μια φίλη της με την παράκληση να το στείλει στην Behnaz Jafari, διάσημη ηθοποιό
ιδιαίτερα γνωστή από τα σήριαλ που έχει γυρίσει, στο οποίο φαίνεται στο τέλος να
αυτοκτονεί με απαγχονισμό. Παραπονιέται ότι μάταια της είχε στείλει μηνύματα να
έλθει στο χωριό να πείσει τους δικούς της να την αφήσουν να σπουδάσει στο
κονσερβατουάρ της Τεχεράνης. Είχε πάει κρυφά με τη μητέρα της, είχε δώσει
εξετάσεις και είχε περάσει, όπως μαθαίνουμε αργότερα. Αυτή, συγκλονισμένη από
το βίντεο, παίρνει τον Jafar Panahi και πάνε για το χωριό της, που βρίσκεται κοντά στον γενέθλιο
τόπο του Παναχί. Όμως έχει και την αμφιβολία, μήπως το βίντεο αυτό είναι
στημένο.
Ένας άλλος
σκηνοθέτης θα κρατούσε το σασπένς μέχρι το τέλος, όμως όχι ο Παναχί. Κάπου στη
μέση βλέπουμε ότι το βίντεο ήταν πράγματι στημένο και είχε στόχο να τη φέρει
στο χωριό, γεγονός που εξοργίζει την Jafari.
Ο Παναχί στην ταινία
του αυτή, εκτός από τη διεκτραγώδηση της θέσης της γυναίκας στο ισλάμ όπου η
καταπίεση είναι περισσότερο θεσμική σε αντίθεση με τις άλλες χώρες όπου είναι
περισσότερο εθιμική, έχει σαν στόχο να διαλύσει λίγο τον ρομαντισμό με τον
οποίο βλέπουμε την επαρχία. Εντάξει, καθαρός ο αέρας, αλλά κάθε τρεις και μια
διακοπές στο ρεύμα και στο νερό. Ο δρόμος στενός, δεν χωράνε δυο αμάξια,
συνεννοούνται συνθηματικά με τα κλάξον για το ποιος να περάσει πρώτος. Και
βέβαια ο συντηρητισμός. Όλοι στο χωριό κουτσομπολεύουν άγρια την κοπέλα που
θέλει να γίνει ηθοποιός.
Υπάρχει και μια
τρίτη γυναίκα ηθοποιός, που υποφέρει κι αυτή τα μύρια όσα. Ο δήμαρχος μάλιστα
ήθελε να την πετάξει έξω από το σπίτι. Ήταν ηθοποιός την εποχή του σάχη, και
στις ταινίες της χόρευε και τραγουδούσε. Τώρα έχει εξοστρακισθεί από τον κόσμο
του θεάματος και αντιμετωπίζει τη γενική περιφρόνηση. Όμως, όπως και ο Παναχί,
δεν μένει αδρανής, γράφει ποιήματα. Ακούμε κάποιο που έγραψε.
Υπάρχουν αρκετά
δεικτικά επεισόδια που δείχνουν τον κόσμο της επαρχίας, άλλα τυπικά, όπως η
επιμονή ενός γέρου να τους προσφέρει τσάι, δείγμα της πατροπαράδοτης
φιλοξενίας, και άλλα καθόλου τυπικά. Σίγουρα δεν είναι τυπικό αυτό με τα
κλάξον, όπως και το επεισόδιο με τη γριά που έχει σκάψει τον τάφο της, ξαπλώνει
μέσα κουβαλώντας ένα φανάρι για να τον φωτίζει, και το αφήνει εκεί κάθε βράδυ.
Γιατί; Για να μην έλθουν τα φίδια να την κάνουν να πληρώσει για τις αμαρτίες της
όταν πεθάνει.
Ξέρω κάποιο ανάλογο επεισόδιο
που το αφηγούμαι στις «Εύθυμες
κατωχωρίτικες και άλλες ιστορίες» (Ιεράπετρα 21ος αιώνας,
2013). Είναι η 59η ιστορία που έχει τίτλο «Η σιέστα». Την έχω και
στην ιστοσελίδα μου από όπου μπορείτε επίσης να τη διαβάσετε όσοι
έχετε την περιέργεια.
Σε ένα άρθρο
που βρήκα στο διαδίκτυο διάβασα για τα μακρά, κιαροσταμικά πλάνα του Παναχί.
Και συνειδητοποίησα ότι οι περισσότεροι μεγάλοι σκηνοθέτες αρέσκονται στα μακρά
πλάνα, που δίνουν ένα αργό, στοχαστικό βάδισμα στην ταινία. Ο δικός μας ο
Αγγελόπουλος μου ήλθε πρώτος στο μυαλό, και αμέσως μετά ο Nuri Bilge Ceylan, που στις τρεις του
Γενάρη θα δείτε εσείς και εγώ στη δημοσιογραφική προβολή στις 27 του Δεκέμβρη
την καινούρια του ταινία που έχει τίτλο «The wild pear tree». Η αγριοαχλαδιά, αν δεν της αλλάξουν τίτλο, ή ο
κουτσάχλαδος, όπως θα τη λέγαμε στα κρητικά.
Μου άρεσαν τα πολλά
γκρο πλαν στην ταινία, που σε προηγούμενη ανάρτησή μου για την ταινία του
Μιτζογκούτσι «The story of the last chrysanthemum» έχω γράψει ότι
είναι τα αγαπημένα μου. Ναι, τα μακρά πλάνα δεν εμποδίζουν τον Παναχί να
παίρνει τους ήρωές του, δηλαδή τον εαυτό του και την Jafari, σε γκρο πλαν. Τελικά γκρο πλαν
και μακρά πλάνα δεν αλληλοαποκλείονται.
Δεν θα σας πω το
τέλος, θα σας πω μόνο ότι έχει happy end.
Η ταινία όπως
διαβάζω στο IMDb είναι
να προβληθεί σε ένα σωρό χώρες, όμως η Ελλάδα δεν είναι μέσα. Ελπίζω κάποια
εταιρεία διανομής να αποφασίσει τελικά να τη φέρει και εδώ. Όχι μόνο Φαρχάντι,
και ο Παναχί είναι εξαιρετικός.
Παραλίγο να το
ξεχάσω, η ταινία έχει τιμηθεί με το βραβείο σεναρίου στις Κάννες.
No comments:
Post a Comment